Κώστας Ιορδανίδης
Η διαδικασία προσαρμογής της χώρας στα ευρωπαϊκώς ισχύοντα, ως προς το θέμα της οικονομίας, περνάει ως φαίνεται σταδιακώς από το επίπεδο του δράματος σε φάση απορρίψεως του υφισταμένου πολιτικού συστήματος. Οι βουλευτές έχουν ουσιαστικώς αποσυρθεί από το προσκήνιο της κοινωνίας· απευθύνονται σε επιλεγμένα ακροατήρια ψηφοφόρων τους· υπάρχουν μόνον στην τηλεοπτική οθόνη, ακαταπαύστως αγορεύοντες ως δικηγόροι επαρχιακών δικαστηρίων, βαυκαλιζόμενοι ότι κατατροπώνουν τους αντιπάλους τους.
Εξέλιπε πλέον η ελπίς ότι οι αντιπρόσωποι του έθνους μπορούν να αντιδράσουν με τρόπο αποτελεσματικό, ώστε να αναχαιτίσουν τη διαρκή συρρίκνωση εισοδημάτων. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ υπό τον κ. Αλέξη Τσίπρα διέψευσε οριστικά τις προσδοκίες όσων εκ προαιρέσεως αγαθής ή από αφέλεια επίστευσαν ότι η Αριστερά μπορεί να αποτελέσει τη δύναμη «ανατροπής».
Επαιρόταν ο κ. Γιώργος Παπανδρέου όταν συνομολόγησε το πρώτο μνημόνιο ότι «έσωσε» την Ελλάδα από τη χρεοκοπία, διασφαλίζοντας την παραμονή της στη Ζώνη του Ευρώ. Προφανώς δεν είχε αντιληφθεί το μέγεθος της κρίσεως, που οφειλόταν κατ’ εξοχήν στην αίσχιστη διαχείριση όλων των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Αλλά «και το πτωχεύειν θέλει την τέχνην του», έλεγε ο Ανδρέας Συγγρός – και ο κ. Παπανδρέου απλούστατα αγνοούσε την «τέχνη» της πτωχεύσεως.
Πρωτίστως, όμως, ο κ. Παπανδρέου, όπως και οι διάδοχοί του στο πρωθυπουργικό αξίωμα, αρνούνται να εννοήσουν ότι η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στην οποία έχει περιέλθει η Ελλάς μπορούσε να αντιμετωπισθεί μόνο με διακυβέρνηση απολυταρχική, εάν ο στόχος είναι να παραμείνει η Ελλάς στη Ζώνη του Ευρώ.
Είχε ενδεχομένως δίκαιο ο πολύς δρ Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όταν υποστήριζε ότι το πρόβλημα της Γαλλίας είναι ότι το κοινοβούλιο αντιδρά στις απαιτήσεις «εξυγιάνσεως» της οικονομίας. Πολύ περισσότερο, είχε δίκιο ο «κερδοσκόπος», πλην όμως γνώστης της «αγοράς», κ. Τζορτζ Σόρος, όταν χρόνια πριν από την εκδήλωση της κρίσεως, που σήμερα μαστίζει τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, είχε προειδοποιήσει ότι η ακολουθούμενη πολιτική στην Ευρωζώνη θα οδηγούσε σε αλλοίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Στη μάταιη προσπάθειά τους να διατηρήσουν «επαφή» τους με τους πολίτες, οι ηγέτες μας καλλιεργούν μονίμως ψευδαισθήσεις είτε υπερκεράσεως της κρίσεως είτε, οι αφελέστεροι εξ αυτών, ότι είναι δυνατόν να εκβιάσουν λύσεις ερήμην του ευρωπαϊκού κατεστημένου. Αλλά διά του τρόπου αυτού έχει συντελεσθεί η απαξίωση του αντιπροσωπευτικού συστήματος ως διαδικασίας ή θεσμού που πρακτικώς εξασφαλίζει σύνδεση αρμονική του εκάστοτε αιτήματος των πολιτών με τη δράση της εκτελεστικής εξουσίας.
Ουδείς εκ των πολιτικών τολμάει να ομολογήσει προφανώς ότι η ευρωπαϊκή προσαρμογή της χώρας μπορεί να προωθηθεί μόνον δι’ αυταρχικής διοικήσεως. Η ούτως ειπείν «ελίτ», ως μη λογοδοτούσα στην κοινωνία, πιστεύει σιωπηρώς στην απεχθή αυτή «ανάγκη» και ενίοτε οικτίρει δημοσίως την ανωριμότητα ή το απροσάρμοστο των πολιτών.
Σε κάποιες χώρες της Ευρώπης το αδιέξοδο οδήγησε στην ανάδυση μιας ανατρεπτικής εθνικιστικής Δεξιάς. Στην Ελλάδα, κάποιοι υποδύονται τους εκφραστές της Δεξιάς, αλλά επί της ουσίας είναι προαγωγοί των πλέον ακραίων φιλελευθέρων οικονομικών αντιλήψεων. Είναι απλώς κακέκτυπα, που η ύπαρξη και η όποια αποδοχή τους επιβεβαιώνει την ασυναρτησία της ελληνικής πολιτικής σκηνής.
Πηγή: Καθημερινή