του Σωκράτη Τσιχλιά
Ενας μορφωμένος, έξυπνος και ιδιαιτέρως ευγενής πολιτικός της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής που έχει διατελέσει και υπουργός, μου είπε πριν από τις εκλογές του 2015 κάτι που τότε μού φάνηκε υπερβολικό. Συζητούσαμε για την επερχόμενη αναμέτρηση, για τη διαφαινόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, και η άποψή του μάλλον επιβεβαιώθηκε από τις εξελίξεις: «Δεν αγάπησαν αίφνης τον Τσίπρα οι Ελληνες, εμάς όλους έχουν μισήσει βαθιά». Μόνο με αυτή την ανάλυση μπορεί κανείς σήμερα να ερμηνεύσει τις τρεις νίκες που κατήγαγαν ένα κόμμα και ο ηγέτης του σε ένα χρόνο.
Καθώς, όχι μόνο απέτυχαν παταγωδώς σε ό,τι στόχο έθεταν, όχι μόνο υποχρέωσαν τη χώρα σε μια οδυνηρή συνθηκολόγηση με τους δανειστές της, αλλά προδήλως, καταφανώς, εξαπάτησαν –επίτηδες ή αυταπατώμενοι αδιάφορο– τους ψηφοφόρους τους όλες τις φορές που νίκησαν. Δεν εφάρμοσαν τίποτα από το πρόγραμμά τους, έκαναν το “Οχι” του περιβόητου δημοψηφίσματος “Ναι”, ενώ στην παρούσα φάση επιδίδονται σε κλεφτοπόλεμο λέξεων προσπαθώντας να κερδίσουν τις εντυπώσεις, την ώρα που ολοκληρώνουν μια σφαγή περικοπών και φορολόγησης.
Με μικροκομπίνες τύπου Δρίτσα, με τον κυρωτικό νόμο της σύμβασης της Cosco και τους λυγμούς του Σπίρτζη για τις ιδιωτικοποιήσεις, επιχειρούν να ξεγελάσουν την αριστερή πτέρυγα του κόμματος αλλά και το εξασθενημένο πλήθος των Ελλήνων: «Κάνουμε ό,τι μπορούμε, αλλά δεν μας αφήνουν». Ολοένα και λιγότεροι εμπιστεύονται πια τη συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, το παλιό σύστημα που «μίσησε» ο κόσμος δεν μοιάζει πλέον τόσο χάλια. Δεν βελτιώθηκε θεαματικά, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται, τελικώς, και παλιός και ανήμπορος. Αραγε φτάνει αυτό για την αντιπολίτευση, ιδίως την αξιωματική, είναι επαρκές για τη χώρα;
Οι αλλαγές που έχουμε ανάγκη, αυτό που λέμε εκσυγχρονισμός, για την ελληνική πραγματικότητα είναι μια επανάσταση. Από το κρατικοδίαιτο και διαπλεκόμενο επιχειρείν, το καθεστώς των χρεοκοπημένων επιχειρήσεων με τα πλούσια αφεντικά, μέχρι το αντιπαραγωγικό Δημόσιο και τον βρόγχο των συντεχνιών, οι αλλαγές πρέπει να είναι σαρωτικές. Απαιτείται μεγάλη, πολύ μεγάλη πλειοψηφία για να αλλάξεις ριζικά μια χώρα. Να πείσεις ακόμη και όσους δεν σε ψηφίζουν. Για την πλειοψηφία αυτή, χρειάζεται λεπτομερές, τεκμηριωμένο πρόγραμμα σε κάθε τομέα. Ακόμη και για τον εκλογικό νόμο, δεν αρκεί να καταγγέλλει κανείς ως δόλιες τις προθέσεις του κυβερνώντος συνασπισμού.
Το παρόν σύστημα, που μπορεί να δώσει μερικές δεκάδες έδρες μπόνους στον πρώτο ασχέτως του ποσοστού του, δεν είναι ούτε δίκαιο ούτε αποτελεσματικό. Στέκει να επιβραβεύεσαι με 30 ή 40 έδρες, ακόμη και με 20% ή 25% ή και 29%; Μάλλον όχι. Αρα το εκλογικό σύστημα πρέπει να αλλάξει· καλό θα ήταν, λοιπόν, να συζητήσουμε και άλλες προτάσεις, που βελτιώνουν χωρίς να καταστρέφουν. Το Ποτάμι εδώ και μήνες έχει καταθέσει μια ολοκληρωμένη πρόταση.
Οπως τη θυμάμαι, θα μπορούσε να αποτελέσει βάση συζήτησης για όλη την αντιπολίτευση. Αληθεύει ότι ο εκλογικός νόμος δεν είναι το μείζον αυτή τη στιγμή για τη χώρα. Είναι, όμως, ένα πεδίο αρκετά βατό για να αποδείξει το πολιτικό σύστημα, ιδιαιτέρως όσοι ευαγγελίζονται το καινούργιο, ότι οι συνθέσεις είναι εφικτές στην Ελλάδα του 2016. Οτι ο παλαιοκομματισμός των κραυγών πεθαίνει.
Πηγή: Καθημερινή