του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Είμαι επαγγελματίας δημοσιογράφος από το 1989. Υπήρξα τυχερός. Δούλεψα σε επιχειρήσεις ενημέρωσης απολύτως αξιοπρεπείς. Δεν χρειάστηκε να υποχωρήσω σε ζητήματα ηθικής. Κυρίως, όμως, δεν βρέθηκα ποτέ μόνος απέναντι στις πολλές συγκρούσεις με τις κυβερνήσεις. Θα γνωρίζετε ότι πριν από το 1989 δεν υπήρχε ελευθερία έκφρασης στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Η πολιτική εξουσία δεν ήθελε την παρουσία επιχειρηματιών «στα ερτζιανά». Η μεγάλη μεταρρύθμιση, δηλαδή η απελευθέρωση της αγοράς ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, πήρε τη μορφή ενός ποταμιού γεγονότων. Ο άνεμος εκσυγχρονισμού που έφερνε η επιταχυνόμενη ενσωμάτωση του ευρωπαϊκού κεκτημένου βρήκε αποδυναμωμένη την εξουσία στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές του ’90, όταν εκδόθηκαν οι σημερινές νόμιμες και κανονικές άδειες των γνωστών καναλιών.
Παραδόξως, τον προηγούμενο χρόνο αναμεταδόθηκε το σήμα δορυφορικών καναλιών! Το Super Channel της Βρετανίας (ιδιωτικό), το TV5 Europe (δημόσιο), το αμερικανικό CNN (ιδιωτικό), η ιταλική RAIDUE και το γερμανικό SAT1 (δημόσια) ακόμη και το σοβιετικό Horizon, που επιλέχθηκε, ίσως για τους ίδιους λόγους που έκαναν τον πρωθυπουργό να ζητήσει από το ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία, προχθές, «να τα φτιάξει με τον Πούτιν».
Η ιδιωτική ραδιοφωνία και τηλεόραση ήταν μια από τις μεγαλύτερες εκρήξεις νεωτερισμού που έχουν ποτέ συμβεί σ’ αυτόν τον τόπο. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που εξέθρεψε τη φήμη που θέλει τους καναλάρχες να ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις. Αντιλαμβανόμενοι, βεβαίως, τον δυναμισμό του νέου μέσου, οι πολιτικοί φρόντισαν από την πρώτη στιγμή να καταστήσουν σαφές ότι η ελευθερία της τηλεόρασης θα είναι πάντοτε αντιστρόφως ανάλογη των επιταγών της επανεκλογής τους. Το διαπιστώνουμε ξανά σήμερα. Η σχέση αυτή υπήρξε καταστροφική. Και για τους δύο, όσο κι αν υπερεκτιμάται η δύναμη της τηλεόρασης. Ο κανόνας στα χτυπήματα μεταξύ όσων επιχειρηματιών περίμεναν το «κάτι τις» από τις κρατικές προμήθειες και τα δημόσια έργα γινόταν πάντοτε από τις εφημερίδες. Τα κανάλια όμως επαναλάμβαναν τις «αποκαλύψεις» και ως χωνί δημοσιότητας πολλαπλασίαζαν την ισχύ του μηνύματος που κάποιοι έστελναν στις κυβερνήσεις. Ομως, με τον καιρό, οι ακραίες φωνές και συμπεριφορές περιορίστηκαν. Η κοινή γνώμη «πονηρεύθηκε». Κυρίως, όμως, η πολυφωνία επέτρεπε την πραγματική αποκάλυψη των πονηρών της διαπλοκής. Τελικά, η κρίση διέλυσε σχεδόν ολοκληρωτικά και αυτές ακόμη τις προϋποθέσεις της διαπλοκής. Η αριστερά ήταν από την πρώτη στιγμή και μέχρι σήμερα παρούσα σε όλα τα γεγονότα που σμίλεψαν το τηλεοπτικό τοπίο. Είναι γι’ αυτό αυτονόητη η καχυποψία όσων δημοσιογράφων εργάστηκαν χωρίς συμβιβασμούς να νιώθουν σήμερα ότι οι μεθοδεύσεις της κυβέρνησης δεν είναι για την προστασία της ελευθερίας στην ενημέρωση, αλλά μάλλον για το αντίθετο.
Πηγή: Καθημερινή