του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Η οικονομία, για να πάρει μπροστά, για να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες δουλειάς, κέρδη, αλλά και να υποστηρίξει επενδυτικά σχέδια, χρειάζεται να εξεύρει εμπιστοσύνη στην επόμενη μέρα. Υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι για να επανέλθει η εμπιστοσύνη. Ο πιο σίγουρος και πιο σύντομος σήμερα, στην Ελλάδα, είναι η μείωση των φόρων.
Μόνον μια προοπτική μικρότερης χρηματικής αφαίμαξης από το κράτος και σε όφελος της κυβέρνησης θα επαναφέρει τη διάθεση για επιχειρηματική δουλειά, των μόνων που δημιουργούν νέα έσοδα, των στελεχών και των εργαζομένων στις δημιουργικές επιχειρήσεις. Ορθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας προχθές στη Βουλή επί του σχεδίου ενίσχυσης επενδύσεων, γνωστού και ως «αναπτυξιακού», υπογράμμισε πως κανείς επιχειρηματίας, ειδικώς στον δυναμικό τομέα των καινοτομιών και της τεχνολογίας, δεν του έχει ζητήσει αναπτυξιακή επιχορήγηση. Αντίθετα, είπε ο πρόεδρος της Ν.Δ., «όλοι ζητούν αν όχι χαμηλή τουλάχιστον σταθερή φορολογία, μειωμένες εισφορές, πρόσβαση σε ρευστότητα, άρση των κεφαλαιακών ελέγχων, σταθερό περιβάλλον, γρήγορη αδειοδότηση, λειτουργία της Δικαιοσύνης, διαφάνεια, δίκαιο ανταγωνισμό».
Η συνήθης κριτική προς τα παλαιά κόμματα είναι «γιατί δεν τα κάνατε στην ώρα σας κι όμως τα ζητάτε τώρα από τον Τσίπρα;». Αντιλαμβάνομαι την πρακτική σημασία της κομματικής αντεπίθεσης. Πολύ φοβάμαι όμως ότι οι άνθρωποι της κυβερνητικής πτέρυγας δεν πρόκειται να κάνουν σχεδόν τίποτε από τα παραπάνω, επειδή διαφωνούν σχεδόν με όλα. Θα περιμένω βεβαίως να ακούσω σήμερα το βράδυ την ανάλογου περιεχομένου ομιλία του πρωθυπουργού για να κρίνω και να συγκρίνω. Ο κ. Μητσοτάκης δικαίως υπογράμμισε ότι ως έχουν τα πράγματα σήμερα οι αμφιβολίες για την ικανότητα της χώρας να ξεπεράσει την κρίση παραμένουν ζωηρές. Αμφιβολία για τη δημοσιονομική ισορροπία, την οποία καλλιεργεί η υιοθέτηση ενός αυτόματου ψευδώνυμου «κόφτη», ο οποίος σίγουρα αντί δαπανών θα φέρει νέους φόρους και θα περικόψει εκ νέου τις προοπτικές της οικονομίας. Επιπλέον, θα μπορούσε να έχει προσθέσει ότι, με τη συμφωνία του Eurogroup, η κυβέρνηση κατέληξε να ανταλλάσσει την είσπραξη μιας νέας δόσης δανείου με την επικήρυξη της Ελλάδας ως μη βιώσιμου κράτους, κράτος που αδυνατεί να εξυπηρετήσει το χρέος του, αν δεν υπακούει στον λεπτομερή έλεγχο των Ευρωπαίων.
Είναι αδύνατον να φαντασθεί κανείς ότι θα υπάρξει σοβαρός επενδυτής που θα φέρει κεφάλαια μέσα σε μια χώρα που κινδυνεύει από αγνώστου περιεχομένου δημοσιονομικά μέτρα, συνέχιση χωρίς ορίζοντα των κεφαλαιακών ελέγχων και μια πολιτική πλειοψηφία που αλλάζει κατεύθυνση χωρίς προειδοποίηση…
Η αντιπολίτευση δικαιούται να προτάσσει τον πολιτικό κίνδυνο. Η εχθρότητα της πλειοψηφίας στον δυναμισμό που εκλύει το επιχειρηματικό κέρδος, προφανώς ξεπερνά τον ρομαντισμό της «δίκαιης» ανάπτυξης.
Πηγή: Καθημερινή