του Άγγελου Στάγκου
Οσο έξω και να πέφτουν οι δημοσκοπήσεις, κάτι λένε. Μέχρι τουλάχιστον να διαπιστωθεί εκ του αποτελέσματος ότι έπεσαν έξω. Αλλωστε οι δημοσκόποι φροντίζουν να καλύψουν τα νώτα τους και την αξιοπιστία τους με το γνωστό επιχείρημα ότι οι δημοσκοπικές έρευνες αποτυπώνουν (φωτογραφίζουν, ας πούμε) τη στιγμή που διεξάγονται και τίποτα περισσότερο. Που σημαίνει ότι αν πέσουν έξω, είναι προφανές ότι άλλαξε η στιγμή και δεν φταίει η έρευνα… Ωστόσο, όση επιφυλακτικότητα έως και καχυποψία να διατηρούμε απέναντι στις δημοσκοπήσεις, που τα τελευταία χρόνια δεν τα πήγαν καλά ούτε στην Ελλάδα ούτε στο εξωτερικό (Βρετανία π.χ.), δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι μέσω αυτών ανιχνεύονται κάποιες τάσεις που επικρατούν στους πολίτες και στην κοινωνία. Εστω την περίοδο που έγινε η έρευνα.
Με αυτή την έννοια, είναι φανερό ότι η κυβέρνηση δεν περνάει την ευτυχέστερη περίοδό της στην εξουσία. Το αίσθημα δυσαρέσκειας είναι διάχυτο στην κοινή γνώμη και για όσους το αμφισβητούν ως γεγονός, υπάρχουν και οι δημοσκοπήσεις που όλες ανεξαιρέτως δείχνουν ότι βρίσκεται πίσω από τη Νέα Δημοκρατία. Προφανώς το αντιλαμβάνεται και η ίδια και γι’ αυτό προσπαθεί απεγνωσμένα να αλλάξει ατζέντα, να μεταφέρει τον δημόσιο διάλογο από την οικονομική δυσπραγία και τη φοροκαταιγίδα που έχει εξαπολύσει, στην πολιτική αντιπαράθεση και στον παραδοσιακό διαχωρισμό Αριστεράς – Δεξιάς. Πολύ δύσκολα θα το επιβάλει, ώστε να κριθεί το αποτέλεσμα σε αυτήν τη βάση όταν έλθει η ώρα της κάλπης.
Το πιο εντυπωσιακό, όμως, εύρημα των ημερών είναι αυτό της έρευνας που έκανε η Alco, κατά παραγγελία της ΓΣΕΕ και δημοσίευσαν χθες «ΤΑ ΝΕΑ», σύμφωνα με το οποίο το 80% των πολιτών θεωρεί την κυβέρνηση ανίκανη να βγάλει τη χώρα από την κρίση. Κανονικά δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη μια τέτοια διαπίστωση, αλλά άλλο να το έχουν προβλέψει οι λίγοι που παρακολουθούν με σχετική αντικειμενικότητα και γνώση τις εξελίξεις, άλλο να αιωρείται ανάλογη αίσθηση και άλλο να προκύπτει από μετρήσεις. Το «σοκ» είναι ακόμη μεγαλύτερο, καθώς στο 80% των πολιτών που συνολικά δεν πιστεύουν ότι η κυβέρνηση Συρανέλ μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε τόπους χλοερούς, συμμετέχουν με 63% ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ και κατά 61% ψηφοφόροι των ΑΝΕΛ. Πολύ απλά, αυτό σημαίνει ότι η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση βρίσκεται κυριολεκτικά στο ναδίρ.
Από την άλλη πλευρά, το βασικό ερώτημα είναι γιατί η κυβέρνηση δεν χαίρει της εμπιστοσύνης του κόσμου. Γιατί διέψευσε τις προσδοκίες πολλών, που είχαν πιστέψει τις ανοησίες που έλεγαν τα στελέχη της ώσπου να φτάσουν στην εξουσία, αλλά και αφού την κατέκτησαν; Γιατί υπέγραψαν νέο μνημόνιο και οι μισοί, αν όχι περισσότεροι, Ελληνες ακόμη πιστεύουν ότι τα μνημόνια έφεραν την κρίση και όχι η κρίση τα μνημόνια; Γιατί η κυβέρνηση κατέφυγε στη βαριά φορολογία, αντί να προχωρήσει έγκαιρα σε κάποιες μεταρρυθμίσεις, ειδικά στον δημόσιο τομέα; Ή γιατί έχει αποδείξει πανηγυρικά τη μεγάλη και αναμφισβήτητη ανικανότητά της στους 18 μήνες που ασκεί εξουσία;
Δυστυχώς, το πιθανότερο είναι ότι η τόσο μεγάλη έλλειψη εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση οφείλεται κυρίως στους τρεις πρώτους λόγους (που διατυπώθηκαν προηγουμένως με μορφή ερωτημάτων) και πολύ λιγότερο στον τελευταίο. Που σημαίνει –αν βέβαια ισχύει η αυτή η εκτίμηση– ότι η νοοτροπία η οποία αποτυπώθηκε στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος (61,31% Οχι – 38,69% Ναι) δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά. Και το χειρότερο, δεν μπορεί να αλλάξει από μια απερίγραπτα ανίκανη κυβέρνηση που, επιπλέον, συνεχώς βρίσκει μπροστά της αυτά που έλεγε και έκανε η ίδια στο πολύ πρόσφατο παρελθόν. Πέρα από το γεγονός ότι είναι πολλοί οι υπουργοί που συνεχίζουν να αμφισβητούν όσα οι ίδιοι υπέγραψαν και ψήφισαν.
Πηγή: Καθημερινή