της Μαρίας Κατσουνάκη
Υπάρχουν θέματα που ανακυκλώνονται σταθερά στη διάρκεια της κρίσης, χωρίς να υπάρχει και η προοπτική να προκύψει κάτι παραγωγικό από την ανακύκλωση αυτή. Παράδειγμα, η μετανάστευση ανθρώπινου κεφαλαίου (brain drain), που μνημονεύεται ως μεγάλο την τελευταία εξαετία. Πριν από δύο ημέρες δημοσιοποιήθηκαν νεότερα αποτελέσματα σχετικής έρευνας της ICAP, στην οποία συμμετείχαν 853 Ελληνες του εξωτερικού (οι 341 απάντησαν στα ερωτήματα για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά). Σύμφωνα, λοιπόν, με το ρεπορτάζ («Κ» 8/06), το 35% των ερωτηθέντων απαντά ότι δεν σκοπεύει να επιστρέψει ποτέ στη χώρα. Μακροπρόθεσμο ορίζοντα παραμονής, δηλαδή πάνω από πέντε χρόνια, έχει το 54%. Και ερχόμαστε στο πιο αποκαλυπτικό σημείο:
«Οι λόγοι που αποθαρρύνουν τους νέους να επιστρέψουν δεν έχουν να κάνουν μόνο με την οικονομική κρίση και την αβεβαιότητα που υπάρχουν στη χώρα. Η έλλειψη αξιοκρατίας και η διαφθορά αποτελούν τις κύριες αιτίες, με ποσοστό 40%». Ακολουθούν «οι προοπτικές εξέλιξης (34%)», «οι καλύτερες εργασιακές συνθήκες (24%)» και «οι μεγαλύτερες αποδοχές (21%)» στη χώρα του εξωτερικού που έχουν επιλέξει.
Εάν υποθέσουμε ότι στην αρχή της κρίσης η αθρόα έξοδος οφειλόταν σε ένα αίσθημα εγκλωβισμού σε μια Ελλάδα που κατέρρεε με γδούπο ενώ εκτινασσόταν η ανεργία, τώρα παγιώνεται μια συνθήκη πολύ πιο σύνθετη και καθόλου «εν θερμώ». Οι νέοι του στατιστικού δείγματος (το 71% είναι έως 35 ετών, χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις, με υψηλή εξειδίκευση, οι περισσότεροι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή και διδακτορικού διπλώματος) είναι πλέον σε θέση να συγκρίνουν και να αξιολογήσουν τα δεδομένα που τους προσφέρονται στη χώρα διαμονής τους. Δεν είναι μόνο η υψηλή ανεργία (άνεργος ένας στους δύο νέους) και η αβεβαιότητα οι αιτίες που απομακρύνουν την επιθυμία της επιστροφής. Προέχουν «η έλλειψη αξιοκρατίας και η διαφθορά», την οποία, ακόμη κι αν δεν έχουν βιώσει προσωπικά, αντιλαμβάνονται ότι παραμένει παντοδύναμη είτε από αφηγήσεις του στενού περιβάλλοντός τους είτε από την ειδησεογραφία – από κάθε πηγή σχετικής πληροφόρησης, εν ολίγοις.
Εδώ αρχίζουν τα (πολύ) δύσκολα. Γιατί δεν πρόκειται για το «επονείδιστο χρέος» αλλά για μια οφειλή διαρκείας απέναντι στην αριστεία, στην αξιολόγηση και στην αξιοκρατία.
Πέρυσι, σταθερό μότο της κυβέρνησης ήταν η «ανάγκη να κερδίσουμε και πάλι την αξιοπρέπειά μας». Και τότε, πάλι, είχαμε αναρωτηθεί: με ή χωρίς τους νέους; «Γιατί αξιοπρέπεια με μέσον όρο ηλικίας τα 55-60 είναι, τουλάχιστον, θνησιγενής» (6/03/2015). Κάθε χρόνος που περνάει το εκτός Ελλάδος βήμα γίνεται πιο αποφασιστικό. Ασφαλώς δεν λείπουν κι εκείνοι που ζουν έξω με τα μάτια στραμμένα στην πατρίδα, μετρώντας τους μήνες αντίστροφα για την επιστροφή τους. Ομως, παράλληλα, εδραιώνεται και το αντίθετο ρεύμα, της απογοήτευσης, της επανάληψης, του «τίποτα δεν αλλάζει». Η κόπωση από τις συνθήκες «αναξιοκρατίας» ενδέχεται να είναι μεγαλύτερη και από αυτήν που προκαλούν οι πολύ χαμηλές αποδοχές. Η απώθηση που γεννά σε έναν προικισμένο επιστήμονα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της «οικογενειοκρατίας» και της «κοινωνίας των κολλητών», δεν εξισορροπείται, πλέον, ακόμη και με έναν αξιοπρεπή μισθό στην πατρίδα. Γιατί να επιστρέψει ο 35άρης (συν-πλην) όταν βλέπει ότι αναπαράγεται σταθερά το ίδιο μοντέλο διοίκησης και επιλογής σε θέσεις εργασίας; Οταν την κούρσα κερδίζει στο τέλος της διαδρομής όχι εκείνος που έχει τα προσόντα αλλά τις γνωριμίες.
Αν τα φετινά αποτελέσματα της έρευνας έχουν αυξημένο ενδιαφέρον δεν είναι γιατί επιβεβαιώνουν το «brain drain». Είναι γιατί επιβεβαιώνουν ότι και η οικονομική κατάσταση να σταθεροποιηθεί κάπως, όσο δεν θεραπεύεται το έλλειμμα αξιοκρατίας, η «διαρροή» θα συνεχίζεται. Με ανθρώπους που θα νιώθουν όλο και πιο αποξενωμένοι, όλο και πιο ξένοι.
Πηγή: Καθημερινή