του Ζώη Τσώλη
Η μόνη ασφαλής απάντηση για το πόσο επιτυχής ή όχι ήταν η συμφωνία της Τετάρτης για την ελληνική οικονομία είναι να αναλογιστεί κανείς τι θα συνέβαινε στη χώρα αν δεν υπήρχε αυτή η συμφωνία.
Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα την έχει δώσει πολλές φορές η αξιωματική αντιπολίτευση περιγράφοντας με κάθε τρόπο, κάθε λεπτομέρεια, από το καλοκαίρι του 2015, το σπιράλ της καταστροφής όπου θα οδηγούσε την οικονομία και τη χώρα η μη συμφωνία με τους εταίρους.
Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν, ο κ. Τσίπρας υιοθέτησε πολιτικές που κανείς δεν φανταζόταν ότι μπορεί να φέρει στη Βουλή και φτάσαμε σε μια συμφωνία υπό τους αυστηρούς όρους εποπτείας που καθόρισε το Eurogroup για τα επόμενα δύσκολα βήματα που καλείται να κάνει η κυβέρνηση αλλά ενδεχομένως και όποιος τη διαδεχθεί…
Η συμφωνία όμως έφερε 10,3 δισ. ευρώ που θα διατεθούν για να πληρώσουμε τα δάνειά μας και να αποφύγουμε μια νέα χρεοκοπία αλλά και για να εξοφλήσει το Δημόσιο το μεγαλύτερο μέρος από τα «φέσια» σε εργαζομένους, προμηθευτές και συνταξιούχους που έχει δημιουργήσει τον τελευταίο χρόνο. Ποιος άραγε δεν περιμένει τα λεφτά του;
Ισως λοιπόν έφτασε η ώρα η αξιωματική αντιπολίτευση να πάψει να κλαίει πάνω από το χυμένο γάλα της εξουσίας, να αποδεχθεί ότι νέα αφετηρία για την οικονομία είναι αυτή η συμφωνία, η οποία άλλωστε υπόσχεται ελάφρυνση και του χρέους με ορίζοντα το 2018, και να συμβάλει με κάθε τρόπο έτσι ώστε το μείγμα της πολιτικής που στηρίζεται στην υπερφορολόγηση των μεσαίων και υψηλών εισοδημάτων και σε άλλα μέτρα που θα έρθουν να βελτιωθεί. Και αυτό για δύο λόγους:
– Να βοηθήσει όλους όσοι πράγματι πλήττονται από το βαρύ φορτίο του ΣΥΡΙΖΑ, πρωτίστως τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ιδιοκτήτες ακινήτων.
– Να κερδίσει τους ανθρώπους-ψηφοφόρους που βαρέθηκαν να ακούνε για την καταστροφή που έρχεται αλλά πιστεύουν στις θέσεις της ΝΔ για λιγότερο Δημόσιο, μικρότερο κράτος, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει απολύσεις.
Είναι ώρα τα καθαρά λόγια να διαδεχθούν τις ύβρεις στις οποίες δυστυχώς κατέφυγε ακόμη κι ο Κυριάκος Μητσοτάκης προς τους πολιτικούς αντιπάλους.
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ