του Στέφανου Κασιμάτη
Εχει παρατηρηθεί ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που αρέσκονται να ασκούν κυβερνητική εξουσία συνήθως έχουν τεράστιο εγωισμό και αγαπούν πολύ τον εαυτό τους. Δεν θυμάμαι, όμως, όσο κάνω αυτή τη δουλειά, άλλον υπουργό που, ενώ διαθέτει τεράστιο εγωισμό, συγχρόνως μισεί τον εαυτό του τόσο πολύ, όσο τον σημερινό υπουργό Πολιτισμού, τον Αριστείδη Μπαλτά με τ’ όνομα.
Ο κ. Μπαλτάς μας παρουσιάστηκε ευθαρσώς, χωρίς περικοκλάδες, από την αρχή, με τη δήλωσή του (που θα μείνει ιστορική) σχετικά με «τη ρετσινιά της αριστείας». Το γεγονός, βέβαια, ότι ο ίδιος υπήρξε αριστούχος νομίζω ότι τεκμηριώνει τις υποψίες μου για τα προσωπικά του «θέματα». Τώρα, ως υπουργός Πολιτισμού, στο νέο του πεδίο δράσης, ο κ. Μπαλτάς εξοντώνει μια άλλη μορφή αριστείας: στέλνει στην 15η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής μια πειραματική «συλλογικότητα» αρχιτεκτόνων, εμφανώς συριζαϊκών αποκλίσεων, προερχόμενη από το συνδικαλιστικό όργανο του κλάδου.
Τι πιο μπανάλ, αλλά και τι πιο ταιριαστό με την ιδεολογία και την προσωπικότητά του! Προφανώς, δεν ήθελε επί της υπουργίας του να έχει επιλεγεί κάποιος «άριστος» – αφήστε δε ότι κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε και σοβαρή δουλειά: να βρεις τους ανθρώπους, να τους οργανώσεις, να τους εμπνεύσεις κ.λπ. Οπότε, η ομάδα, η συλλογικότητα, η μάζα, ο πολτός…
Αξιοσημείωτο, επίσης, ότι η εν λόγω πειραματική συλλογικότητα θα παρουσιάσει στη Βενετία ένα αμφιθέατρο, το οποίο θα αξιοποιηθεί για συζητήσεις γύρω από θέματα όπως η κρίση και η πόλη, το προσφυγικό κ.ά. Οσο πρωτοποριακή και αν είναι η συλλογικότητα, καταφεύγει στην κλασική αρχαιότητα, από την οποία αντλούμε παραδοσιακά και την αίσθηση της μοναδικότητας και την αβυσσαλέα ανασφάλειά μας. Είναι ένας τρόπος για να προειδοποιούμε τους άλλους: «Ξέρεις πόσο πίσω πάω εγώ που με βλέπεις;». Δεν είναι καθόλου συμπτωματικό ότι αυτή η Αριστερά του κ. Μπαλτά βασίζεται στην «εγκάρδια συνεννόηση» με την πέραν της Νέας Δημοκρατίας Δεξιά. Η σύγκλιση στον εθνολαϊκισμό είναι κοινή και για τους δύο.
Δεν έχει λόγο, ασφαλώς, να ανησυχεί ο κ. Μπαλτάς για τη συνέχιση του έργου της ισοπέδωσης που ξεκίνησε στην Παιδεία. Ο διάδοχός του, Νίκος Φίλης, συνεχίζει επαξίως, επιχειρώντας ακόμη και να εξομοιώσει την ιδιωτική εκπαίδευση με τη δημόσια. Καταργεί, τώρα, τα ολοήμερα, προκειμένου να απελευθερωθούν εκπαιδευτικοί ώστε να καλύψουν κενά στα σχολεία. Περισσότερο κράτος, δηλαδή, αντί να βάλει το υπάρχον κράτος να δουλέψει λίγο περισσότερο και να γίνει παραγωγικότερο. Στο κάτω κάτω, ακόμη και ο ίδιος είχε κάποτε εκφράσει, δημοσίως, από το βήμα της Βουλής, την έκπληξή του για τα σκανδαλωδώς μικρά ωράρια των εκπαιδευτικών.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Παιδείας αντιτείνει ότι δεν καταργεί τα ολοήμερα σχολεία, αλλά θα τα επεκτείνει. Δεν πείθει όμως – ούτε καν κατορθώνει να εξηγήσει σαφώς τι σχέδιο έχει μέσα στο κεφάλι του. Ομως, αν ο απώτερος σκοπός της πολιτικής του είναι να επεκτείνει τα ολοήμερα, γιατί τα καταργεί τώρα; Γιατί, δηλαδή, η εξίσωση πρέπει να πηγαίνει προς τα κάτω και όχι προς τα πάνω για όλους; Διότι, θέλαμε πρώτη φορά Αριστερά. Ας μαθαίνουμε από τις εμπειρίες μας τουλάχιστον.
Και κάτι ακόμη, που δεν πρέπει να το υποτιμάμε καθόλου. Τα ολοήμερα σχολεία εξυπηρετούν γονείς που έχουν δουλειά και οι δύο. Γιατί όμως να υπάρχουν οικογένειες με δύο δουλειές, όταν άλλοι δεν έχουν καμία; Η σοσιαλιστική αρετή ή κάτι άλλο παρεμφερές, φαντάζομαι, επιβάλλει μία δουλειά ή καμία. Οσο πιο πολλοί άνθρωποι εγκλωβίζονται στη φτώχεια τόσο πιο καλά για την πελατεία του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν θέλω να πω ότι οι πράξεις αυτές των υπουργών υπόκεινται σε κάποιο σπουδαίο σχέδιο για την επιβολή του σοσιαλισμού στη χώρα, το οποίο ενδεχομένως εκπονείται από τον καθ’ ύλην αρμόδιο κ. Καρανίκα στο υπόγειο του Μαξίμου. Μόνο υπάρχον σχέδιο είναι το καφενείο ή, καλύτερα, το αμφιθέατρο των φοιτητικών χρόνων τους, για να επανέλθουμε έτσι στο σημείο από το οποίο ξεκινήσαμε: την ελληνική εκπροσώπηση στην Μπιενάλε. Ενεργούν με βάση το ένστικτό τους, τα απωθημένα τους, τα «οράματά» τους. Κατά κανόνα, όμως, η κοινωνική εξαθλίωση λειτουργεί προς όφελος της Αριστεράς. Ας ελπίσουμε εμείς να γίνουμε η εξαίρεση…
Πηγή: Καθημερινή