Το φιάσκο του διορισμού/παράιτησης του Γιαν Φαμπρ, τα “μπερδέματα” και τα “κολλητηλίκια” που αποκαλύπτει αυτή η έρευνα, μαρτυρούν έναν ανησυχητικό υπουργικό ερασιτεχνισμό και το τέλος της ανεξαρτησίας ενός πετυχημένου Φεστιβάλ.
του Jean-Marc Adolphe
Νεποτισμός ή όχι; Σε συνέχεια του άρθρου μου “Jan Fabre n’ira pas se faire voir chez les Grecs”, το οποίο αναρτήθηκε στο Mouvement.net και αναφέρθηκε στον ελληνικό τύπο, το γραφείο τύπου της Περιφέρειας Αττικής έστειλε επιστολή στον διευθυντή σύνταξης του Mouvement, σε ένα mail με ημερομηνια 7 Απριλίου 2016 αναφέροντας:
Η επιστολή της Δούρου
“Στο άρθρο-ποταμός που αφιερώνει στην υπόθεση Γιαν Φαμπρ, ο ιδρυτής της έκδοσης σας Jean-Marc Adolphe αναφέρεται στη συγγένεια του κου Παναγιώτη Δούρου με την Περιφερειάρχη Αττικής, κα. Ρένα Δούρου, υπονοώντας πως χάρη σε αυτή την σχέση ο κ. Παναγιώτης Δούρος έγινε διευθυντής του γραφείου του νυν υπουργού Πολιτισμού, κυρίου Μπαλτά, όπως ήταν και επί του προκατόχου του, κυρίου Ξυδάκη. Συγκεκριμένα ο κ. Adolphe γράφει : “και ακόμα και επί Σύριζα, ο νεποτισμός δεν εξαφανίσθηκε από την ελληνική πολιτική σφαίρα.” Το συμπέρασμα αυτό είναι τελείως λαναθασμένο και αβάσιμο. Η Περιφερειάρχης Δούρου δεν παρενέβη ποτέ με οιονδήποτε τρόπο ώστε να διορισθεί ο κύριος Δούρος στην θέση του διευθυντή του γραφείου του υπουργού Πολιτισμού. Ο κ. Δούρος υπήρξε επί σειρά ετών ο στενότερος συνεργάτης του κου. Γιώργου Λούκου, τέως διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών και επιλέχθηκε για την θέση αυτή χάρη στις εξειδικευμένες σπουδές του και την γνώση του στον τομέα του πολιτισμού, πολύ πριν την εκλογή της Ρένας Δούρου στην θέση της Περιφερειάρχη της Αττικής, τον Μάϊο του 2014. Εξάλλου γι’αυτό επιλέχθηκε, ως έμπειρο στέλεχος του Φεστιβάλ Αθηνών, από δύο διαδοχικούς υπουργούς Πολιτισμού ώστε να διατελέσει διευθυντής του υπουργικού γραφείου. Αυτό αποδεικνύει πως δεν υπάρχει ίχνος… νεποτισμού σχετικά με τον διορισμό του ως επικεφαλής του γραφείου του Υπουργού Πολιτισμού. Το να λέγεται πως ο διορισμός του είναι καρπός της συγγένειας του με την κα Ρ. Δούρου είναι μία παρανόηση που προφανώς οφείλεται σε κατακερματισμένη πληροφόρηση εκ μέρους του κ. Adolphe.”
Το γραφείο τύπου της Περιφέρειας Αττικής ζητά συνεπώς από το Mouvement να “διορθώσει αυτή την ανακρίβεια” και να “ξεκαθαρίσει το ζήτημα στους αναγνώστες του.” Συνεπώς θεωρώ καθήκον μου να διευκρινίσω κάποια σημεία.
Η απάντηση του περιοδικού
Mea culpa, καταρχάς: εξαιτίας της κατακερματισμένης πληροφόρησης μου κατά την σύνταξη του άρθρου έκανα το εξής λάθος: έγραψα “Διευθυντής του γραφείου του Έλληνα υπουργού Πολιτισμού στην κυβέρνηση του συντηρητικού Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά [ο Παναγιώτης Δούρος] παραδόξως διατήρησε την θέση του στην κυβέρνηση Σύριζα, διαδοχικά επί υπουργίας Νίκου Ξυδάκη (τον Ιανουάριο 2015) και σήμερα επί Αριστείδη Μπαλτά.” Έκανα λάθος: ο Παναγιώτης Δούρος δεν μπήκε στο Υπουργείο Πολιτισμού παρά τον Ιανουάριο του 2015, ως διευθυντής του γραφείου του υπουργού Νίκου Ξυδάκη, δηλαδή μερικούς μήνες έπειτα από την εκλογή της αδελφής του, Ρένας Δούρου, ως Περιφερειάρχη Αττικής. Έχοντας πραγματοποιήσει λοιπόν αυτή την διόρθωση, ας προχωρήσουμε σε κάποιες περαιτέρω διευκρινίσεις.
Αντιθέτως με όσα διατείνεται το γραφείο τύπου της Περιφέρειας Αττικής, ο Παναγιώτης Δούρος ποτέ δεν “υπήρξε επί σειρά ετών ο στενότερος συνεργάτης του κ. Γιώργου Λούκου, τέως διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών”. Είχε προσληφθεί στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2005 από τον προκάτοχο του Γιώργου Λούκου, Γιάννη Καραχισαρίδη και στην συνέχεια “προήχθη” βοηθός της γραμματέως του κ. Λούκου. Το πλέον τεκμηριωμένο άρθρο στον ελληνικό τύπο σχετικά με τον Παναγιώτη Δούρο, με την υπογραφή του Ανδρέα Στασινού, αναφέρεται εξάλλου σε “έναν ταπεινό γραφειοκράτη” του Φεστιβάλ Αθηνών. Επιπλέον, αν ο Παναγιώτης Δούρος είχε υπάρξει “επί σειρά ετών ο στενότερος συνεργάτης του κ. Γιώργου Λούκου” θα ήταν τουλάχιστον εντυπωσιακό να μην είχε πληροφορηθεί τις λεγόμενες οικονομικές ατασθαλίες για τις οποίες κατηγορήθηκε ο κ. Λούκος ώστε να δικαιολογηθεί η απόλυση του (η δικαστική έρευνα που διεξήχθη δεν οδήγησε σε καμία κατηγορία, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα πως οι κατηγορίες αυτές δεν ήταν παρά προπέτασμα καπνού). Είναι παράξενο ωστόσο ο Γιώργος Λούκος να εκδιωχθεί τόσο βάναυσα και ο “στενότερος συνεργάτης του”, ο οποίος λίγους μήνες νωρίτερα είχε προαχθεί στην θέση του διευθυντή του γραφείου του υπουργού Πολιτισμού, διατηρώντας τον μισθό του από το Φεστιβάλ Αθηνών, όπως αποκάλυψε τον Νοέμβριο του 2015 ο ελληνικός τύπος!
Δεν αμφιβάλλουμε καθόλου για την ειλικρίνεια της πολιτικής δέσμευσης της Ρένας Δούρου στον Σύριζα. Σε ότι αφορά την υποψία του νεποτισμού σχετικά με τον διορισμό του αδελφού της στο υπουργείο Πολιτισμού, αυτό που κάναμε ήταν να αναπαράξουμε πληροφορίες που έχουν ήδη αναρτηθεί σε ελληνικά ειδησεογραφικά sites. Σε κάθε περίσταση η κα Δούρου εξανίσταται με την αμφισβήτηση της εντιμότητας της. Εξ ου και το διάβημα. Όμως το γραφείο τύπου της Περιφέρειας Αττικής αναφέρεται στις “εξειδικευμένες σπουδές” του Παναγιώτη Δούρου, “και την γνώση του στον τομέα του πολιτισμού, πολύ πριν την εκλογή της Ρένας Δούρου στην θέση της Περιφερειάρχη της Αττικής” και προσθέτει: “Εξάλλου γι’αυτό επιλέχθηκε, ως έμπειρο στέλεχος του Φεστιβάλ Αθηνών, από δύο διαδοχικούς υπουργούς Πολιτισμού ώστε να διατελέσει διευθυντής του υπουργικού γραφείου.” Έμπειρο στέλεχος ή “ταπεινός γραφειοκράτης”; Οι αμφιβολίες εξακολουθούν να υφίστανται. Όσο για τις “εξειδικευμένες σπουδές” και “την γνώση του στον τομέα του πολιτισμού” θα εκτιμούσαμε περισσότερες πληροφορίες. Παραδόξως όμως στο διαδίκτυο δεν βρίσκουμε ίχνος τέτοιας προϋπηρεσίας, όπως είθισται για τους διευθύνοντες των γραφείων υπουργών Πολιτισμού. Επιπλέον, δεν βρίσκουμε κανένα απολύτως ίχνος στο διαδίκτυο οποιασδήποτε διακεκριμένης δραστηριότητας (όχι μόνο διακεκριμένης, αλλά και σκέτης δραστηριότητας) του Παναγιώτη Δούρου πριν από…το 2014. Αναγκαστικά αυτό μας βάζει ψύλλους στ’ αυτιά και καθιστά αμφίβολη την “εμπειρία” την οποία ισχυρίζεται πως διαθέτει…
Επιπλέον, και πέραν της απόλυσης του κ. Λούκου και κάποιων άλλων περιπετειών όπως η θύελλα περί “διπλού μισθού” που λαμβάνει (από το Υπ. Πολιτισμού και το Φεστιβάλ Αθηνών) και σχετικά με τις συνθήκες του “διορισμού” στο υπουργείο Πολιτισμού, το όνομα του Παναγιώτη Δούρου συνδέεται κυρίως με την δραστηριότητα του στον Ροταριανό Σύλλογο Φιλοθέης. Με εικόνες που δεν ανταποκρίνονται στις ιδέες που έχουμε για τον Σύριζα. Ιδού η περιγραφή μιας πολυτελούς τελετής του Ροταριανού Συλλόγου τον Ιούνιο του 2012, στο κομψό ξενοδοχείο Astir Palace Resort : “Οι πλούσιοι κήποι της ιδιωτικής χερσονήσου και η μαγευτική γαλάζια παλέτα του Σαρωνικού Κόλπου, αποτέλεσαν το σκηνικό που χάρισε σε 248 ροταριανούς και φίλους του Ρόταρυ μια βραδιά απόδρασης που ξεπερνά τα όρια της φαντασίας. Η άψογη φιλοξενία ξεκίνησε με αφρώδη οίνο και συνεχίστηκε στις όμορφα στολισμένες ροτόντες της πολυτελούς αίθουσας Alexander (…). Το δείπνο συνόδευσε τετραμελής ορχήστρα (…) σε ρυθμούς jazz. (…) Παράλληλα, παγωμένη μπύρα έρρεε άφθονη, καθώς στις βεράντες του Αρίωνα οι καλεσμένοι απολάμβαναν μια θέα πραγματικά μαγευτική”. Προφανώς στην Ελλάδα η κρίση δεν αφορά το σύνολο του πληθυσμού (εδώ οφείλουμε να πούμε πως η σαμπάνια είναι σπάνια, είναι απλησίαστη, αλλά ο αφρώδης οίνος θεωρείται οίνος πολυτελείας).
Εντύπωση κάνουν επίσης κάποιες επαφές που διατηρεί ο Παναγιώτης Δούρος με προσωπικότητες που απέχουν κατά πολύ από το πνεύμα του Σύριζα, όπως ο Μάκης Βορίδης (ο οποίος έγινε δεκτός με μεγαλοπρέπεια από τον Ροταριανό Σύλλογο), του οποίου η ανάληψη του υπουργείου Υγείας τον Ιούνιο του 2014 είχε προκαλέσει αίσθηση: προερχόμενος από το ακροδεξιό κόμμα ΛΑΟΣ, ο δικηγόρος αυτός είχε κάνει τα πρώτα του πολιτικά βήματα από την νεολαία του ακροδεξιού κόμματος ΕΠΕΝ, έναν σχηματισμό που ιδρύθηκε μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα και διατηρούσε σχέσεις επί μακρόν με το Εθνικό Μέτωπο του Ζαν Μαρί Λε Πεν.
Εν τέλει το ερώτημα δεν είναι μάλλον τόσο το να γνωρίζουμε αν υπάρχει ή όχι “νεποτισμός”. Το ερώτημα δεν θα διατυπωνόταν καν αν οι σπουδές και η σταδιοδρομία του Παναγιώτη Δούρου ήταν αδιαμφισβήτητες. Νομιμοποιούμαστε όμως να αναρωτηθούμε τι δικαιολογει την παρουσία ενός τέτοιου προφίλ σε μία τόσο υψηλή θέση στους κυβερνητικούς κύκλους του Σύριζα.
Η ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου του Φεστιβάλ Αθηνών και του Έλληνα υπουργού πολιτισμού είναι σαφής. Στην “Υπόθεση Γιαν Φαμπρ” όμως, η οποία μάλλον θα έπρεπε να αποκαλείται “υπόθεση του του Φεστιβάλ Αθηνών”, ο ρόλος του Παναγιώτη Δούρου πόρρω απέχει από το να είναι η αποκλειστική ανωμαλία. Αυτό το Σάββατο 9 Απριλίου, σε μία ανοιχτή επιστολή του προς τους Έλληνες καλλιτέχνες που τον ανακήρυξαν “persona non grata” ο Γιαν Φαμπρ επανέρχεται επί μακρόν στο παρασκήνιο του φιάσκο που οδήγησε στην παραίτηση του, την επαύριο της συνέντευξης τύπου που έδωσε στην Αθήνα στις 29 του περασμένου Μαρτίου. Εκεί μαθαίνουμε διάφορα ενδιαφέροντα πράγματα: ο Γιαν Φαμπρ είχε ζητήσει να διοριστεί ως συνεργάτης του, “έναν Έλληνα καλλιτεχνικό επιμελητή για την επιλογή ελληνικών παραστάσεων για το φεστιβάλ του 2016, που θα μελετούσε τις υποβληθείσες προτάσεις και θα μας παρουσίαζε μια πρώτη επιλογή”. Όμως, συνεχίζει ο Γιαν Φαμπρ, το αίτημα αυτό “απορρίφθηκε από το νέο ΔΣ του Φεστιβάλ”. Είχε, προσθέτει, την διαβεβαίωση πως όλοι οι καλλιτέχνες που είχαν συμμετάσχει στην διοργάνωση του 2015 είχαν ενημερωθεί επ’ αυτού. Προφανώς αυτό δεν ίσχυε. Ο Γιαν Φαμπρ αναφέρει τέλος πως η συνέντευξη τύπου (της 29ης Μαρτίου) είχε διοργανωθεί απο το ΔΣ του Φεστιβάλ Αθηνών και το Υπουργείο Πολιτισμού, και πως εκ των υστέρων αντιλήφθηκε πως κανένας Έλληνας καλλιτέχνης δεν είχε προσκληθεί… Να λοιπόν αμέσως αμέσως κάποια σημεία για τα οποία τόσο οι Έλληνες καλλιτέχνες όσο και οι δημοσιογράφοι θα έπρεπε να βρούνε το κουράγιο να ρωτήσουν τον Αριστείδη Μπαλτά, υπουργό Πολιτισμού, εφόσον η αρμοδιότητα του εμπλέκεται άμεσα.
Όμως αυτό δεν είναι όλο… Στην “ανοιχτή επιστολή” του, ο Γιαν Φαμπρ αποκαλύπτει πως η κα Λιάνα Θεοδωράτου επιλέχθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού για να αναλάβει τον συντονισμό και την εκτελεστική διεύθυνση του Φεστιβάλ Αθηνών. Η πληροφορία αυτη, η οποία δεν προκαλεί έκπληξη, δεν είχε ως την στιγμή εκείνη αποτελέσει αντικείμενο καμίας επίσημης ανακοίνωσης. Ποια είναι λοιπόν η Λιάνα Θεοδωράτου; Καθηγήτρια ελληνικών σπουδών, διευθύνει το Πρόγραμμα Ωνάση του Κέντρου ελληνικών σπουδών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Και πλέον είναι αντιπρόεδρος του νέου ΔΣ του Φεστιβάλ Αθηνών, η σύνθεση του οποίου δεν δημοσιοποιήθηκε παρά λίγες ημέρες πριν από την περίφημη συνέντευξη τύπου της 29ης Μαρτίου. Είναι αδιανόητο όμως ένα πρόσωπο να είναι και αντιπρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου (προκείται για ελεγκτικό όργανο) ενός οργανισμού ενός φεστιβάλ και “διευθύντρια εκτέλεσης” του ιδίου φεστιβάλ. Επιπλέον δεν αντιλαμβανόμαστε πως είναι δυνατόν να αναλάβει την εκτελεστική διεύθυνση ενός μεγάλου διεθνούς φεστιβάλ συνεχίζοντας την επαγγελματική της σταδιοδρομία στις Ηνωμένες Πολιτείες…η κα Θεοδωράτου διαθέτει το χάρισμα της πανταχού παρουσίας;
Δίχως να αμφισβητούμε τις ακαδημαϊκές τις γνώσεις, αναμφίβολα τα αίτια της ξαφνικής ανόδου της Λιάνας Θεοδωράτου, η οποία δεν έχει στο παρελθόν ποτέ υπάρξει διευθύντρια πολιστικού οργανισμού. Στον κύκλο γνωριμιών της όμως συναντούμε… ξανά την Περιφερειάρχη Αττικής Ρένα Δούρου, την οποία καλωσόρισε εγκάρδια στην Νέα Υόρκη τον Απρίλιο του 2012 (έναν μήνα πριν την εκλογή της Ρένας Δούρου ως βουλευτή) και ξανά τον Απρίλιο του 2015.
Κυρίως όμως συναντάμε ξανά τον…Αριστείδη Μπαλτά, νυν υπουργό Πολιτισμού. Ο Αριστείδης Μπαλτάς εξάλλου δεν κρύβει τους στενούς και παλαιόθεν δεσμούς του με την Λιάνα Θεοδωράτου στον πρόλογο του βιβλίου του Peeling Potatoes or Grinding Lenses. Spinoza and Young Wittgenstein Converse on Immanence and Its Logic, το οποίο δημοσιεύθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2012 από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του Πιτσμπουργκ το 1984-1985, όπου ο Αριστείδης Μπαλτάς δεν φείδεται επαίνων για την “συντροφικότητα” της Λιάνας Θεοδωράτου: “Επιμελήθηκε όχι μόνο των συνεδρίων και των παρουσιάσεων, αλλά και των προσκλήσεων, δείπνων, γευμάτων, προγευμάτων, τουριστικών δραστηριοτήτων και θεατρικών εξόδων.”
Αντιλαμβανόμαστε πως ο Αριστείδης Μπαλτάς πιθανά νιώθει υπόχρεος προς την Λιάνα Θεοδωράτου, αλλά από εκεί ως το να της αναθέσει και την αντιπροεδρία, και την εκτελεστική διεύθυνσης ενός διεθνούς φεστιβαλ… Το μυστήριο πυκνώνει ακόμα περισσότερο σε ότι αφορά τον Γιώργο Αντωνακόπουλο, ο οποίος πλέον προεδρευει του ΔΣ του Φεστιβάλ Αθηνών. Ο Παναγιώτης Δούρος εισήγαγε αυτόν τον νεαρό δικηγόρο των 40 ετών, ο οποίος περιγράφεται ως “φιλοδοξος και αυταρχικός”, και ενίοτε “ευγενής” (να αναφέρουμε πως είχε συγκαλέσει μία συνάντηση με καλλιτέχνες και τελικά τους “έστησε” χωρίς όχι μόνο να τους ειδοποιήσει, αλλά ούτε καν να ζητήσει συγγνώμη), στο διοικητικό συμβούλιο του Φεστιβάλ Αθηνών το 2015, ως αντικάταστάτη ενός μέλους που παραιτήθηκε. Συναρτήσει ποίων ικανοτήτων και περγαμηνών; Ουδείς γνωρίζει. Είναι παντελώς άγνωστος στους ελληνικούς πολιτιστικούς κύκλους και, όπως και στην περίπτωση του Παναγιώτη Δούρου, δεν μπορεί κανείς να βασιστεί στο διαδίκτυο ώστε να ενημερωθεί περισσότερο σχετικά με το πρόσωπο του και τα “ανδραγαθήματα” του παρελθόντος του.
Έτσι, το Φεστιβάλ ξαναπερνά στον ασφυκτικό έλεγχο της κυβέρνησης
Και τέλος λίγα λόγια για τον σκηνοθέτη Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, που κλήθηκε πυροσβεστικά να αντικαταστήσει τον Γιαν Φαμπρ. Πέραν του ότι θεωρείται φίλα προσκείμενος στον Σύριζα, οι παλαιότερες παραστάσεις του δεν θεωρούνται ιστορικές και η μόνη γλώσσα που μιλάει είναι τα ελληνικά, στοιχεία που δεν φαντάζουν και το καλύτερο ατού για την ανάληψη της διεύθυνσης ενός διεθνούς φεστιβάλ.
Το φιάσκο του διορισμού/παράιτησης του Γιαν Φαμπρ, τα “μπερδέματα” και τα “κολλητηλίκια” που αποκαλύπτει αυτή η έρευνα, μαρτυρούν τουλάχιστον έναν ανησυχητικό υπουργικό ερασιτεχνισμό. Στο βάθος όμως, υπάρχει κάτι πιο ανησυχητικό, του οποίου σύμπτωμα είναι η ιστορία του Φεστιβάλ Αθηνών. Το Φεστιβάλ ιδρύθηκε το 1955, επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Καραμανλή. Τίθεται υπό την αιγίδα του Υπουργείου Τουρισμού, και η μοναδική του φιλοδοξία είναι να αποτελέσει “βιτρίνα” χωρίς ιδιαίτερες καλλιτεχνικές φιλοδοξίες. Όταν το σύνταγμα του 1975, επιτέλους εγκαθιδρύει την Ελλάδα ως κοινοβουλευτική δημοκρατία, το Φεστιβάλ Αθηνών παραμένει υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης, και πρέπει να περιμένουμε το 1998, ώστε να τεθεί υπό τη αιγίδα ενός οργανισμού με την επωνυμία “Ελληνικό Φεστιβάλ”. Ένας νέος σταθμός στην ιστορία του είναι το 2005, όταν ο Γιώργος Λούκος, διευθυντής του Μπαλέτου της Όπερας της Λυών προσκαλείται για να βγάλει το φεστιβάλ από την ναφθαλίνη.
Σήμερα, η “υπόθεση Γιαν Φαμπρ”, η οποία σχολιάσθηκε στον παγκόσμιο Τύπο (μέχρι και στους New York Times), κρύβει μία άλλη υπόθεση: την ανάληψη εκ νέου από την πολιτική εξουσία των ηνίων ενός φεστιβάλ που είχε αρχίσει να κερδίζει την ανεξαρτησία του. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο οι υποψίες νεποτισμού και οι αυθαίρετοι διορισμοί προκαλούν δηλητηριώδεις συνέπειες. Ο Σύριζα ωστόσο είχε κάνει φλάμπουρο του την διαφάνεια της δημόσιας ζωής και την μάχη κατά της διαφθοράς. Αν διαβάσει όμως κανείς την μακρά και έντονη ανοιχτή επιστολή της βουλευτού Ζωής Κωνσταντοπούλου προς τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, πόρρω απέχουμε από κάτι τέτοιο…
Και ο πολιτισμός μέσα σε όλα αυτα; Θα ήλπιζε κανείς πως η κυβέρνηση του Σύριζα θα καταπιανόταν με τον εκδημοκρατισμό των δομών. Από απόσταση μπορεί κάποιος να έχει την εντύπωση πως η ελληνική καλλιτεχνική ζωή περιορίζεται σε κάποιους μεγάλους οπισθοδρομικούς θεσμούς. Στην πραγματικότητα υπάρχει ένα σημαντικότατο φυτώριο ανεξάρτητων ομάδων (κάτι που μαρτυρά εξάλλου και η πρόσφατη ανάδυση σκηνοθετών και χορογράφων που χαίρουν αναγνώρισης από τις διεθνείς σκηνές). Είναι περιττό να αναφέρουμε πως σε μία εξαιρετικά δύσκολη οικονομική κατάσταση οι καλλιτέχνες αυτοί δεν είναι προνομιούχοι, και τα μέσα παραγωγής τους είναι ιδιαίτερα περιορισμένα: δεν λείπουν μόνο τα χρήματα, αλλά και οι χώροι, τα μέσα προβολής κλπ.
Οποιαδήποτε κυβέρνηση, ακόμα περισσότερο αν αυτοαποκαλείται “προοδευτική”, θα έπρεπε να αναγνωρίσει μέσα σε αυτό το καλλιτεχνικό και πολιτιστικό φυτώριο την υπέροχη ευκαιρία να ανορθώσει την χώρα. Δεν είναι βέβαιο ότι ο νυν υπουργός Πολιτισμού Αριστειδης Μπαλτάς διαθέτει την διαύγεια, ή τις ικανότητες και ακόμα την πολιτική θέληση να χαράξει τον δρόμο αυτόν, σε συνεργασία με τους καλλιτέχνες και τους πολιτιστικούς φορείς που δίνουν την μάχη αυτή καθημερινά.
Είναι τόσο πιο άνετο να χρησιμοποιείς την εξουσία για να διαπραγματευθείς διορισμούς μεταξύ φίλων και να φυλάξεις για κάποιους προνομιούχους τα υπόλοιπα κομμάτια της πίτας. Από τον κακά προετοιμασμένο διορισμό του Γιαν Φαμπρ, στον εσπευσμένο του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, η “υπόθεση του Φεστιβάλ Αθηνών” είναι απελπιστική για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη (ή εν πάσει περιπτώσει εκείνη την Ευρώπη που δεν ταυτίζεται με τους τεχνοκράτες και τους πολιτικούς και τα καρικατουρίστικα στερεότυπα που αναπαράγουν για τους Έλληνες, αλλά την δική μας, που θαυμάζει το πνεύμα αλληλεγγύης, ανθρωπισμού και φιλοξενίας που παρουσιάζει ο ελληνικός λαός προς τους πρόσφυγες).
Οι Έλληνες καλλιτέχνες μοιάζουν να μην υποκύπτουν. Συγκεντρώθηκαν στις 2 Απριλίου στο Θέατρο Σφενδόνη σε γενική συνέλευση, ζητώντας την παραίτηση του Γιαν Φαμπρ και του υπουργού Πολιτισμού, Αριστείδη Μπαλτά. Έχουν ήδη κατακτήσει το ήμισυ των αιτημάτων τους και θα συναντηθούν ξανά αυτή την Τετάρτη, 13 Απριλίου. Όμως με ή χωρις υπουργό, γνωρίζουν πως τις διαμαρτυρίες πρέπει να διαδεχθεί μία πλατφόρμα προτάσεων και πρωτοβουλιών ώστε οι συνθήκες της καλλιτεχνικής δημιουργιας στην Ελλάδα να μεταμορφωθούν ριζικά και να μην αφεθούν ποτέ ξανά στα χέρια ανίκανων πολιτικών και των σκιωδών ανδρών (η γυναικών) τους.
Μετάφραση: The LIFO Team
To άρθρο στα γαλλικά, ΕΔΩ
Πηγή: LifO