του Φώτη Γεωργελέ
1. Μιλάνε αυτοί που επέβαλαν 11 μειώσεις συντάξεων. Ένας κυβερνητικός βουλευτής το λέει πιο κυνικά από τον αρχηγό του: εδώ δέχτηκαν 11 μειώσεις συντάξεων, στη 12η θα κολλήσουν; Είναι όμως έτσι τα πράγματα, είναι οι 11 των προηγούμενων και η δωδέκατη μείωση των τωρινών; Μα αν δεν έπρεπε να γίνουν, όπως τόσα χρόνια έλεγε το αντιμνημονιακό μπλοκ, γιατί δεν τις κατάργησαν μόλις έγιναν κυβέρνηση; Γιατί δεν επαναφέρουν τις συντάξεις όπως υπόσχονταν; Ποιος τους εμποδίζει; Όχι μόνο δεν ακυρώνουν τις μειώσεις συντάξεων, αλλά πρώτα το καλοκαίρι με την αύξηση εισφοράς υγείας και έπειτα τώρα με το ασφαλιστικό, τις μειώνουν κι άλλο. Οι νέες «αντιμνημονιακές» μειώσεις δεν αντικαθιστούν τις παλιές, προστίθενται στις παλιές. Άρα οι κυβέρνηση που επιβάλλει τη 12η μείωση, είναι σαν να έχει η ίδια επιβάλλει και τις 11 προηγούμενες.
2. Το τρίτο μνημόνιο, το αριστερό, είναι καλύτερο. Δεν είναι. Και όχι μόνο γιατί η αρχιτεκτονική του είναι χειρότερη, αφού στηρίζεται ακόμα περισσότερο στην αφαίμαξη της οικονομίας μέσω των φόρων και όχι στη μείωση των δαπανών του κράτους. Αλλά και γιατί ισχύει ό,τι και στις μειώσεις συντάξεων. Το τρίτο μνημόνιο δεν αντικαθιστά τα προηγούμενα, προστίθεται στα προηγούμενα, όσοι το ψήφισαν είναι σαν να έχουν ψηφίσει όλα τα μνημόνια από το 2010.
3. Αφού ψήφισαν το τρίτο μνημόνιο γιατί κάνουν τώρα αντιπολίτευση; «Οι υποστηρικτές του Ναι δεν έλεγαν να υπογράψουμε τη συμφωνία με ό,τι όρους να ’ναι;» Σ’ αυτή τη φράση συμπυκνώνεται ολόκληρη η απάτη όχι μόνο του αντιμνημονιακού μπλοκ αλλά όλου του πολιτικού συστήματος. Ότι δήθεν τα μέτρα τα επιβάλλει η Ευρώπη, οι δανειστές, ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Αυτοί που κατηγορούσαν το «ΤΙΝΑ», το «there is no alternative», ήταν οι μεγαλύτεροι υποστηρικτές του. Δημιούργησαν στη χώρα μια αρρωστημένη, παραπλανητική ατμόσφαιρα, ότι δήθεν το δίλημμα ήταν αν θα δεχόμαστε ή όχι τα μνημόνια. Και όχι με τι τρόπο, με ποιες πολιτικές, θα ισοσκελίσουμε τους προϋπολογισμούς του κράτους, όπως συμφωνήσαμε με τα μνημόνια. Για αυτό μετά τα ψήφιζαν όλοι. Η απάντηση, λοιπόν, είναι όχι, όσοι υποστήριξαν το «Μένουμε Ευρώπη» δεν υποστήριξαν τα μέτρα της κυβέρνησης αλλά τη συμφωνία που μας διατηρεί μέσα στην πιο δημοκρατική και ισχυρή ένωση του κόσμου. Τα μνημόνια απλώς μετράνε τους αριθμούς και βάζουν τις δεσμεύσεις, με ποιο τρόπο επιτυγχάνεται έπειτα η μείωση των ελλειμμάτων είναι δικιά μας δουλειά, είναι πολιτική επιλογή. Αυτό προσπαθούσαν να κρύψουν τόσο καιρό όλοι, ότι αυτή η πολιτική επιλογή είναι υπέρ κάποιων και εναντίον κάποιων άλλων. Ότι ήταν μια επιλογή λάθος, ότι συνεχίζεται λάθος. Παράδειγμα: Αν οι συνταξιοδοτικές δαπάνες έχουν εκτροχιαστεί, οι επιλογές να αυξήσεις τις εισφορές ή να μειώσεις οριζόντια όλες τις συντάξεις, να διατηρήσεις ή να καταργήσεις τις πρόωρες, να διατηρήσεις τους φόρους υπέρ τρίτων, τα προνόμια προνομιούχων ομάδων, να αυξήσεις το όριο συνταξιοδότησης, είναι όλα διαφορετικές πολιτικές επιλογές. Το θέμα είναι ποιες επιλέγεις. Αν προσλαμβάνεις νοσηλευτές για να μην πεθαίνουν καρκινοπαθείς έξω από τις κλειστές εντατικές ή δημοσιογράφους δημόσιους υπάλληλους για να κάνεις προπαγάνδα, είναι πολιτική επιλογή. Δεν στην επιβάλλει κανένα μνημόνιο. Αλλιώς τι διαπραγματεύεται ο Αλέξης Τσίπρας με τους αγρότες στο Μαξίμου;
4. Πρέπει και οι δανειστές, Μάρα, Μαρία, Όλγα, να καταλάβουν ότι αυτός ο λαός έχει υποφέρει, δεν μπορεί πια άλλα μέτρα. Η ευθύνη των ΜΜΕ στην εθνική παραπλάνηση είναι τεράστια, είμαστε στον έβδομο χρόνο και ακόμα χρησιμοποιούμε χωρίς σκέψη τα ίδια λαϊκίστικα κλισέ. Τα media που στην αμέσως προηγούμενη είδηση λένε ότι η ύφεση επέστρεψε, δεν λένε, επιστρέψαμε στην ύφεση, άρα λιγότερα έσοδα του κράτους, άρα ελλείμματα που πρέπει να καλυφθούν γιατί δεν μας δανείζει πια κανείς, άρα νέα μέτρα. Λένε οι «απαιτήσεις των δανειστών». Γιατί μια φορά οι «καλοί συνάδελφοι» δεν προχωράνε την πρότασή τους, δεν λένε τι ζητάνε δηλαδή; Αφού θέλουν οι «δανειστές» να μην «απαιτούν» μέτρα, τι προτείνουν; Δεν το κάνουν γιατί η απάντηση είναι ότι οι δανειστές δεν πρέπει να ζητάνε «μέτρα», δηλαδή ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς του κράτους. Πρέπει απλώς να μας δίνουν κάθε χρόνο λεφτά, για να διορίζουμε τις οικογένειές μας στο δημόσιο, τους συντρόφους μας διοικητές των ΔΕΚΟ και να φτιάχνουμε κρατικά κανάλια τηλεόρασης.
5. Η τρόικα έκλεισε τις τράπεζες. Και μας επέβαλε έλεγχο κεφαλαίων. Ναι, ήρθε ο Τόμσεν κι άρχισε να κλείνει τα υποκαταστήματα στο Παγκράτι, έβαζε λουκέτο στις πόρτες. Οι πολίτες φοβισμένοι από τη λαμπρή επτάμηνη διαπραγμάτευση που μας έφερνε κάθε μέρα πιο κοντά στην έξοδο από την Ευρώπη, σήκωναν τις καταθέσεις τους, 40 δις έφυγαν από τις τράπεζες εκείνους τους μήνες. Η μαζική απόσυρση των καταθέσεων που εντεινόταν μέρα με τη μέρα, άδειαζε τις τράπεζες, σε λίγο δεν θα είχαν καθόλου ρευστό στα ταμεία τους. Το κλείσιμο των τραπεζών και τα capital controls επιβλήθηκαν από την πολιτεία για να εμποδιστούν οι πολίτες να πάρουν τα λεφτά τους και να διατηρηθούν ανοιχτές οι τράπεζες. Τι εννοούν τότε αυτοί οι άνθρωποι που δεν ντρέπονται να λένε ότι δεν είναι δικιά τους ευθύνη ο έλεγχος κεφαλαίων και η επακόλουθη ζημιά της οικονομίας; Εννοούν ότι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα θα έπρεπε να βάζει συνέχεια λεφτά στις ελληνικές τράπεζες όσο εμείς σηκώναμε τις καταθέσεις μας. Θα ’πρεπε δηλαδή οι καταθέσεις των άλλων ευρωπαϊκών χωρών να έρχονται στην Ελλάδα για να τις σηκώνουμε εμείς. Όσο αστείο κι αν ακούγεται, αυτό ακριβώς γινόταν. Όσο βέβαια ίσχυε το πρόγραμμα, η συμφωνία μας με τις υπόλοιπες χώρες. Η Ελλάδα όμως δεν ανανέωσε το πρόγραμμα, δεν πλήρωσε τις οφειλές της δημιουργώντας πιστωτικό γεγονός και ψήφισε Όχι στη συνέχιση της συμφωνίας. Ζητούσαμε δηλαδή να μην τηρούμε τις συμφωνίες μας αλλά να μας χρηματοδοτούν για να το κάνουμε. Είναι η βαρουφάκεια αντίληψη για τη δημοκρατία. Εμείς ψηφίζουμε εσείς να μας πληρώνετε.
Και μερικά γεγονότα. Μετά από μια δειλή ανάπτυξη το 2014, η ύφεση επέστρεψε το 2015, η χρονιά έκλεισε με μείον 0,7. Το χειρότερο είναι ότι η ύφεση ήταν μεγαλύτερη τα τελευταία τρίμηνα, επακόλουθο του κλεισίματος των τραπεζών και του ελέγχου κεφαλαίων. Το μείον 1,7 του τελευταίου τριμήνου προαναγγέλλει και τη συνέχιση της ύφεσης στο 2016. Μιλάμε πια για «δεύτερο πάτο», η οικονομία μας ξανακύλησε. Όχι απλώς ξαναμπήκαμε στην ύφεση αλλά το λογαριασμό τον πληρώνουν τα ασθενέστερα στρώματα της κοινωνίας. Παρά την αύξηση όλων των φόρων το 2015, τα φορολογικά έσοδα δεν αυξήθηκαν. Εκτός από τους φόρους μισθωτών, οι οποίοι ήταν οι μόνοι που αυξήθηκαν. Πληρώνουν, δηλαδή, πάλι οι ίδιοι. Έτσι, ενώ το 2014 το ποσοστό των νοικοκυριών στο κατώφλι της φτώχειας είχε μειωθεί κατά 7,1%, το 2015 το ποσοστό φτώχειας αυξήθηκε κατά 8%. Ακόμα, ενώ το 2014 ήταν η πρώτη χρονιά της κρίσης με αύξηση εισοδήματος 1,2%, το 2015 είχαμε μείωση εισοδήματος 0,3%. Η αλήθεια είναι ότι βλέπουμε μια περίεργη «ταξική πολιτική» υπέρ των φτωχών. Πράγματι, τους κάνουμε περισσότερους.
Πηγή: Athens Voice