του Κώστα Καλλίτση
Πρώτο: Αυτό που προωθεί η κυβέρνηση δεν είναι μεταρρύθμιση αλλά αδιέξοδες αλλαγές για να καλυφθεί η δημοσιονομική «μαύρη τρύπα» 1,8 δισ. ευρώ, που διευρύνθηκε από την αλλοπρόσαλλη οικονομική πολιτική του α΄ 6μήνου 2015. Προς τούτο, τις αρχικές εξαγγελίες ότι δεν θα μειωθούν οι συντάξεις κάτω των 1.000 ευρώ (μαζί, κύριες και επικουρικές) ακολούθησε η πρωθυπουργική δέσμευση ότι δεν θα μειωθούν διόλου οι κύριες συντάξεις, που επισφραγίστηκε από τη σύσκεψη των προθύμων για αύξηση των εισφορών. Τη γνωστή σύσκεψη, στην οποία ο ΣΕΒ συμφώνησε με αντάλλαγμα μια υπόσχεση για φτηνότερο φυσικό αέριο για τη βιομηχανία και ο ΣΕΤΕ με αντάλλαγμα μια υπόσχεση για αύξηση 15% του συντελεστή δόμησης για τους ξενοδόχους.
Δεύτερο: Το σύστημα δεν είναι βιώσιμο. Μέχρι το 2010, κατά μέσον όρο, σε ένα μισθό 100 αντιστοιχούσε σύνταξη 110 (όταν διεθνώς η σύνταξη δεν υπερβαίνει το 75% του μισθού…) παρότι υπήρχαν χιλιάδες συντάξεις εξαθλίωσης. Μία βασική αιτία, οι εκατοντάδες χιλιάδες πρόωρες συνταξιοδοτήσεις που δίνονταν με πελατειακά κριτήρια. Σήμερα, από τα 2,7 εκατ. συνταξιούχους, υπολογίζεται ότι περίπου 1 εκατ. είναι οι πρόωρα συνταξιοδοτηθέντες, κατά κύριο λόγο ένοικοι των «ευγενών» ταμείων. Οταν η σύνταξη του 65άρη υπολογίζεται με προσδόκιμο ζωής 18 έτη, κανένα σύστημα δεν είναι βιώσιμο εάν πληρώνει συντάξεις σε 50άρηδες. Δεύτερη αιτία, η πελατειακή διαχείριση της επικουρικής ασφάλισης, η οποία ποτέ δεν λειτούργησε κεφαλαιοποιητικά. Οι εισφορές στα επικουρικά ταμεία άμεσα μοιράζονταν με διανεμητικό τρόπο, με συνέπεια να μη δημιουργείται «κουμπαράς». Γνωρίζω τράπεζα που κατέβαλε συνολικές εισφορές ύψους 45% αλλά τα Ταμεία της ήταν και είναι τρύπια – και δεν είναι η μόνη…
Τρίτο: Οι ευθύνες ανήκουν σε όλο το πολιτικό σύστημα. Σύσσωμες η νυν κυβερνητική παράταξη και η αντιπολίτευση υπονόμευσαν τη μεταρρύθμιση Γιαννίτση (2001). Τότε, κορυφαίος παράγοντας του ΠΑΣΟΚ ωρυόταν «δεν με νοιάζει τι θα γίνει σε 10 χρόνια, αλλά ότι θα χάσουμε τις επόμενες εκλογές!» ενώ οι λεγόμενοι Γεννηματικοί πρόβαλαν ταινίες (ΓΣΕΕ) με τον Γιαννίτση να πετάγεται σε σωρό σκουπίδια. Αλλά ακόμα και στα χρόνια της κρίσης, μετά το 2010, απλόχερα μοιράζονταν τα πλασματικά χρόνια, με αποτέλεσμα να βγουν στη σύνταξη 400.000 ενώ, σήμερα, εκκρεμούν επιπλέον 300.000 συντάξεις. Οι αριθμοί λένε ότι πληρώνουμε την κραιπάλη πολλών δεκαετιών, την κραιπάλη μετά το 2010 και τις συνέπειές τους. Επιδεινώθηκαν από την οικονομική πολιτική 2015. Τούτου δοθέντος, ωστόσο, η σημερινή αντιπολίτευση δεν νομιμοποιείται να παριστάνει τον Ρομπέν των συνταξιούχων. Ούτε κολυμβήθρα του Σιλωάμ υπάρχει ούτε λοβοτομή έχει κάνει ο ελληνικός λαός.
Τέταρτο: Η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και είναι, επίσης, απολύτως αναγκαία. Ομως, αυτό που συμβαίνει σήμερα δεν είναι παρά η συνέχιση του παλιού: Υιοθετείται η λογική του νόμου Λοβέρδου (ν. 3863/2010) με μία διαφορά, ότι οι περικοπές που προβλέπονταν σταδιακά έως το 2040 (εντεινόμενες την τελευταία 10ετία 2030-2040), επιβάλλονται από σήμερα. Μέσα στο πλαίσιο της λογικής αυτού του νόμου, τα περιθώρια για εξορθολογισμό του συστήματος και για εναλλακτικές κατανομές των βαρών είναι μεν υπαρκτά (π.χ. δεν είναι δυνατόν να σαρώνονται τα εισοδήματα των ελεύθερων επαγγελματιών, αφήνοντάς τους μόνο 20-30% εισόδημα μετά την αφαίρεση των εισφορών και των φόρων!..) αλλά δεν είναι μεγάλα. Ενός κακού μύρια έπονται. Απαιτείται μια διαφορετική, μεταρρυθμιστική λογική.
Και, πάντως, απαιτείται λογική.
Πέμπτο: Βασικό στοιχείο μιας μεταρρύθμισης θα ήταν η μετάβαση από το ισχύον σύστημα των καθορισμένων παροχών σε σύστημα καθορισμένων εισφορών, έτσι ώστε οι παροχές να συναρτώνται με την απασχόληση και τους μισθούς και, βεβαίως, οι εισφορές να είναι σε ύψος που θα αφήνει περιθώριο να αναπτυχθεί και ο κεφαλαιοποιητικός πυλώνας. Ο διάλογος θα άρχιζε από το ύψος των εισφορών και θα επεκτεινόταν στην προσαρμογή όλων των μεταβλητών του συστήματος. Ειδικοί, υπολογίζουν ότι με εισφορές 10% για τον διανεμητικό και 6% για τον κεφαλαιοποιητικό πυλώνα του συστήματος, θα πρόκυπτε ποσοστό αναπλήρωσης 55% – όσο περίπου προκύπτει από την αύξηση των (ήδη υψηλότερων στον ΟΟΣΑ…) ασφαλιστικών εισφορών, από 26% σε 27,5%. Και ότι με επιπλέον 4% για την επαγγελματική ασφάλιση, η αναπλήρωση θα έφτανε στο 75%. Πολύ μικρότερες εισφορές με αισθητά υψηλότερη απόδοση…
Ολες οι ανεπτυγμένες χώρες μεταρρύθμισαν το ασφαλιστικό τους σύστημα τις τελευταίες δύο 10ετίες. Εμείς μένουμε στο μοντέλο του 1960, που αφενός δεν μπορεί να συντηρηθεί, αφετέρου αποτελεί ανάχωμα στην οικονομική μεγέθυνση – ανάλογο με το χρέος. Αλλά δεν ξεκινάμε ορθολογικά (πώς θα γίνει βιώσιμο και δικαιότερο το σύστημα), συνεχίζουμε πελατειακά: Πως δεν θα φανεί ότι κόβονται οι συντάξεις, έως το 2018.
Κατά μία ερμηνεία, έως ότου γίνουν οι επόμενες εθνικές εκλογές…
Πηγή: Καθημερινή