του Κωσταντίνου Ζούλα
Θα σας θέσω ένα ερώτημα αποζητώντας μια ειλικρινή απάντηση: Υπάρχει έστω και ένας από σας που να πιστεύει ότι το Βρετανικό Mουσείο εντός, ας πούμε, της επόμενης δεκαπενταετίας θα μας επιστρέψει τα κλαπέντα Γλυπτά του Παρθενώνα; Καθώς η απάντηση είναι προφανής, γεννάται ένα επίσης αυτονόητο ερώτημα: Τι είναι αυτό που έκανε τον κ. Αρ. Μπαλτά να δηλώσει δημοσίως ότι «η Ελλάδα δεν θα διεκδικήσει δικαστικώς τα Μάρμαρα, επειδή κινδυνεύει να χάσει το δικαστήριο»;
Επέλεξα σκοπίμως το συγκεκριμένο θέμα, γιατί το αλλοπρόσαλλο υπουργικό συμβούλιο, εκτός από ιδεοληψία και ανικανότητα, αρχίζει πλέον να επιδεικνύει και ανεξήγητο κρετινισμό. Θα το εξηγήσω απλά στον κ. Μπαλτά, μήπως καταλάβει πώς ένιωσε κάθε Ελληνας ακούγοντάς τον να λέει ότι η χώρα μας δεν θα διεκδικήσει νομικά ένα καθ’ όλα δίκαιο αίτημά της, από φόβο μήπως ηττηθεί.
Ας υποθέσουμε, κ. Μπαλτά, ότι οδηγώντας απρόσεκτα τo υπουργικό σας αυτοκίνητο πέφτατε σε ένα χαντάκι από αυτά που σκάβει η ΕΥΔΑΠ, με συνέπεια να διαλυθούν τα ακρόμπαρα και τα ψαλίδια. Τι θα σκεφτόσασταν για τον δικηγόρο σας, αν σας πρότεινε να μη διεκδικήσετε καν αποζημίωση γιατί ενδέχεται να χάσετε τη δίκη; Προφανώς ότι είναι κρετίνος, γιατί ούτως ή άλλως τη βλάβη εσείς θα την πληρώνατε. Ε, λοιπόν, κύριε υπουργέ, κάπως έτσι ένιωσαν για σας οι πολίτες, και θα γίνω ακόμη πιο σαφής, διότι φαίνεται ότι δεν έχετε καν αντιληφθεί όσα θεωρούσαν αυτονόητα οι προκάτοχοί σας.
Το θέμα της διεκδίκησης των κλαπέντων Γλυπτών του Παρθενώνα (και όχι Ελγινείων, όπως τα ονομάσατε) προφανώς δεν είναι εύκολο, καθώς τυχόν επιστροφή τους στην Ελλάδα θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου για όλα τα μεγάλα μουσεία του κόσμου. Αλλά γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο όλοι οι υπουργοί Πολιτισμού προέτασσαν ως βασικό όπλο της χώρας την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διεθνή δημοσιότητα του ελληνικού αιτήματος. Και τούτο, για να αυξάνονται οι υποστηρικτές του σε όλο τον κόσμο και να πιέζεται, έτσι, το Βρετανικό Mουσείο να κάνει εν προκειμένω μια εξαίρεση.
Το ξέρετε, άραγε, κ. Μπαλτά, ότι προ έτους που αναμείχθηκε για πρώτη φορά η γνωστή δικηγόρος Αμάλ Αλαμουντίν υπήρξαν εκατοντάδες διεθνή δημοσιεύματα που υποστήριξαν το ελληνικό αίτημα, προβάλλοντας παράλληλα το νέο Μουσείο της Ακρόπολης που κατασκευάσαμε γι’ αυτό τον λόγο; Γνωρίζετε ότι εκείνη ακριβώς την περίοδο ενεργοποιήθηκαν οι 22 επιτροπές που υπάρχουν σε όλο τον κόσμο με εκδηλώσεις που είχαν επίσης διεθνή αντίκτυπο; Μάθατε ότι έγιναν τρεις ερωτήσεις ακόμη και στο βρετανικό Κοινοβούλιο από βουλευτές που χαρακτήρισαν «ντροπή για το Ηνωμένο Βασίλειο» την άρνηση του μουσείου τους να επιστρέψει τα κλαπέντα; Και αλήθεια, πώς νιώσατε όταν, μόλις χθες, ακόμη και ο ΟΗΕ μνημόνευσε ρητά την ανάγκη «επιστροφής των Γλυπτών στην Ελλάδα» στο πλαίσιο της απόφασής του για την «απόδοση πολιτιστικών αγαθών στις χώρες προέλευσής τους»;
Είναι πραγματικά εξοργιστικό ότι ο κ. Μπαλτάς δεν καταδέχθηκε καν να ζητήσει ενημέρωση από τον προκάτοχό του κ. Κ. Τασούλα για τις κινήσεις του προ έτους. Αν το έκανε, θα μάθαινε ότι ο υπουργός της Ν.Δ., έχοντας θέσει κεντρικό στόχο του να επανακτήσει το θέμα διεθνή δημοσιότητα, επιστράτευσε μέχρι και ομογενή επιχειρηματία ο οποίος ανώνυμα κατέβαλε τις 200.000 λίρες που ήταν η αμοιβή της κ. Αλαμουντίν. Θα επληροφορείτο επίσης ότι η κ. Αλαμουντίν έχει δεσμευθεί να δώσει ακόμη μία διεθνή συνέντευξη Τύπου στην Ελλάδα για να παρουσιάσει το πόρισμα του γραφείου της, ανεξαρτήτως αν η κυβέρνηση θα το αξιοποιούσε. Ειλικρινά αναρωτιέμαι τι θα σκέφτηκε ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας ακούγοντας τον κ. Μπαλτά να λέει ότι αδιαφορεί ακόμη και για να δει το πόρισμα.
Καθώς, ωστόσο, το θέμα επανήλθε στη δημοσιότητα, επιτρέψτε μου μια πιο προσωπική σκέψη. Εκτιμώ ότι η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει δικαστικά τα Γλυπτά. Οχι μόνο για να φανεί, έστω μία φορά, συνεπής στις διαρκείς απειλές της με τις οποίες αξιώνει τη διευθέτηση όλων των εκκρεμοτήτων της από τη Διεθνή Δικαιοσύνη. Αλλά γιατί, και μόνο λόγω της χρονοβόρου δικαστικής διαδικασίας, θα είχε τεράστια οφέλη από τη διεθνή δημοσιότητα που θα ελάμβανε το αίτημά της. Στο δε ερώτημα «και τι θα γίνει αν ηττηθούμε», η απάντηση προκύπτει από το προλογικό ερώτημα: «Τι είχαμε τι χάσαμε».
Θα το πω και διαφορετικά, κύριε Μπαλτά. Δεδομένου ότι με την αβελτηρία σας, όσο ζούμε, τα Γλυπτά δεν θα τα δούμε στην Ελλάδα, ας το κάνουν ύστερα από 40 χρόνια τα δισέγγονά μας, όταν εμείς θα κοιτάμε ένα μάρμαρο από κάτω, έχοντας, όμως, αφήσει ως παρακαταθήκη τους τεράστια διεθνή υποστήριξη, έστω από μια χαμένη δίκη.
Πηγή: Καθημερινή