του Πάσχου Μανδραβέλη
Το κακό είναι πως ουδείς εξεπλάγη από την «αιφνιδιαστική» παραίτηση του πρωθυπουργού και τη συνακόλουθη προκήρυξη εκλογών. Το χειρότερο είναι πως ουδένα θα εξέπληττε και το αντίθετο. Η πολιτική διαδικασία απομακρύνεται όλο και πιο πολύ από την έγνοια των πολιτών· γίνεται ένα ξεχωριστό παίγνιο όπου οι πολιτικοί ανταλλάσσουν χαρακτηρισμούς για να ’χουμε να σχολιάζουμε εμείς οι δημοσιογράφοι.
Απόδειξη αυτού είναι το γεγονός ότι για πρώτη φορά καλείται ο λαός στις κάλπες για να λυθεί ένα εσωκομματικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ. Μέχρι σήμερα τουλάχιστον, έστω ρητορικώς, οι πολιτικές δυνάμεις έκαναν εκλογές «για να λύσουν τα προβλήματα του λαού». Τώρα ένα κόμμα στήνει κάλπες για να λύσει το δικό του πρόβλημα.
Πέρα όμως από τα διαδικαστικά της πολιτικής, σ’ αυτές τις εκλογές πάλι δεν θα απαντηθεί το βασικό πολιτικό ερώτημα. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το ποια Ελλάδα θέλουμε να φτιάξουμε. Αν εξαιρέσουμε τους αποσχισθέντες από τον ΣΥΡΙΖΑ, που ονειρεύονται τον εφιάλτη της Βενεζουέλας (με τις ατέλειωτες ουρές στα σούπερ μάρκετ και τον στρατό να τα φυλάει) και το ΚΚΕ που παρέμεινε στο 1917, οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις τσαλαβουτούν στον συντηρητισμό του υπάρχοντος και δεν τολμούν να μιλήσουν θαρρετά για την επόμενη μέρα. Ποια πολιτική δύναμη θα πει φωναχτά ότι και οι αγρότες πρέπει να φορολογούνται όπως και οι υπόλοιποι Ελληνες; Ναι, πρέπει να φορολογούνται λίγο, όπως λίγο πρέπει να φορολογείται κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα. Ποιος θα εξηγήσει ότι η φορολογική ασυλία ενός μέρους της οικονομίας, δημιουργεί εστίες φοροδιαφυγής στο ευρύτερο κομμάτι της εμπορίας αυτών των προϊόντων και αποτελεί αντικίνητρο για τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής;
Ποιος θα μιλήσει για την απελευθέρωση των νέων που θέλουν να επιχειρήσουν, δηλαδή για το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων; Ποιος θα πει ότι πρέπει να κλείσουν τα μισά πανεπιστήμια και ΤΕΙ της χώρας για να χρηματοδοτούνται επαρκώς τα υπόλοιπα; Ποιος θα πει ότι η διασπορά των νοσοκομείων σε κάθε κωμόπολη, έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει νοσοκομείο σε καμία περιφέρεια με συνέπεια όλα τα σοβαρά περιστατικά να πνίγουν τα νοσοκομεία των μεγάλων πόλεων; Ποιος θα μιλήσει για την ανάγκη αποκέντρωσης πόρων προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση, έτσι ώστε οι πολίτες να γίνουν αφέντες στον τόπο τους και να μην εξαρτώνται από τα κέφια και τα ρουσφέτια κάθε υπουργού; Ποιος θα πει για την ανάγκη ενός λειτουργικού opengov, έτσι ώστε να μη διορίζονται στον κρατικό μηχανισμό ξαδέλφια, κουμπάροι και σύντροφοι κομματικών στελεχών;
Δυστυχώς αυτά κι άλλα πολλά αφήνονται να λυθούν από τους «κακούς ξένους» και τα «τρισκατάρατα μνημόνιά» τους. Ετσι συκοφαντείται κάθε μεταρρύθμιση που μπορεί να εκσυγχρονίσει τις παραγωγικές δομές της κοινωνίας, συκοφαντείται κάθε προσπάθεια προκοπής του τόπου. Ναι! Θα ακούσουμε πολλά για ένα «δικαιότερο φορολογικό σύστημα» (που δεν περιλαμβάνει τις πελατείες των κάμπων), για «αναπτυξιακές πολιτικές» (που δεν αγγίζουν τις πελατείες ταξιτζήδων, φαρμακοποιών, δικηγόρων κ.λπ.), για «λειτουργικό Δημόσιο» (χωρίς να πληγούν τα «κεκτημένα» των δημοσίων υπαλλήλων), αλλά συνθηματικά. Οι ουσιαστικές αλήθειες δεν θα ακουστούν, οι πολίτες δεν θα πειστούν ότι δεν μπορείς να απαιτείς ευημερία του 2015 με οικονομικές δομές του 1950.
Το μόνο θετικό από αυτή την εκλογή είναι ότι ξεκόβεται από τον ΣΥΡΙΖΑ η παλαβή Αριστερά, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα να ξεμπροστιαστεί. Δημιουργείται ένα συνονθύλευμα οραματιστών, ιδεοληπτικών και γραφικών, όλων εκείνων που δοξάστηκαν κρυπτόμενοι πίσω από ευρύτερες διαδικασίες και υπό την ανοχή όλων μας. Αυτό το ξεμπρόστιασμα μπορεί να είναι η μόνη θετική κληρονομιά αυτών των ανώφελων εκλογών.
Πηγή: Καθημερινή