της Μαρίας Κατσουνάκη
Τι σημαίνει για μια χώρα η έλλειψη αξιολόγησης; Αφορά αποκλειστικά τον δημόσιο τομέα ή και τη δημόσια ζωή εν γένει; Περιορίζεται σε μια διαδικασία «βαθμολόγησης», που ενισχύει την αποτελεσματικότητα των δημοσίων υπαλλήλων και την καλύτερη αξιοποίηση του προσωπικού, ή απλώνεται σε όλη την κοινωνία διαμορφώνοντας κριτήρια και συνειδήσεις; Πριν από δύο ημέρες η «Κ» παρουσίασε το ιστορικό τής αξιολόγησης, «μιας μεταρρύθμισης που δεν έγινε ποτέ». Νομοσχέδια που δεν έφτασαν ποτέ στη Βουλή, ατελέσφορες διαβουλεύσεις υπουργών με συνδικαλιστικούς φορείς, ισχυρές αντιστάσεις κυβερνώντων και κυβερνωμένων. Οι κανόνες, οι κρίσεις και οι συγκρίσεις δεν αρέσουν ούτε στους μεν ούτε στους δε, γιατί δυσκολεύουν κάθε μορφής πελατειακές εξυπηρετήσεις.
Η υποτίμηση της αξιολόγησης αποτυπώνεται στις επιλογές του εκλογικού σώματος, αλλά και στα πρωθυπουργικά διαγγέλματα. Στο προχθεσινό, για την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, ο Αλέξης Τσίπρας στράφηκε και πάλι στον «κυρίαρχο λαό»: «Ποιος και πώς μπορεί να διαπραγματευτεί καλύτερα την απομείωση του χρέους. Ποιος και πώς μπορεί να προχωρήσει με σίγουρο και σταθερό βηματισμό στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο τόπος. Εσείς, με την ψήφο σας, θα μας κρίνετε όλους». Αυτή η βολική συμμαχία ανάμεσα σε μη αξιολογημένους αποτελεί το όλο και πιο ασταθές συμβόλαιο που συνυπογράφουν λαός και πολιτική εξουσία πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση. Τα κριτήρια της ψήφου παραμένουν, εν πολλοίς, ιδιοτελή. Οι αγρότες θα ενισχύσουν όποιον δεσμευτεί στη μη φορολόγησή τους, οι ιδιοκτήτες ακινήτων όποιον υποσχεθεί ότι ο ΕΝΦΙΑ είναι –και πάλι– προσωρινός κ.ο.κ. Οι μεν ψηφοφόροι δεν έχουν μάθει να αξιολογούνται, οι δε υποψήφιοι πολιτικοί θεωρούν ότι η ψήφος του λαού είναι διαδικασία αξιολόγησης. Αυτή η κατ’ εξακολούθηση αυταπάτη και απάτη αναπαραγόταν, μέχρι που ήρθε ο λογαριασμός: χρεοκοπήσαμε. Στη διάρκεια της κρίσης, δεν γίναμε σοφότεροι· γίναμε φτωχότεροι και πιο καχύποπτοι. Η αξιολόγηση δεν είναι μόνο διαδικασία. Είναι νοοτροπία που βοηθάει να κρίνουμε, να συγκρίνουμε, να εκλέξουμε. Οχι μόνον όσους μας κολακεύουν, αλλά και όσους μας αμφισβητούν.
Πηγή: Καθημερινή