του Θοδωρή Γεωργακόπουλου
Την περασμένη Κυριακή το βράδυ ο τροβαδούρος Διονύσης Σαββόπουλος τραγουδούσε σε ένα πάρκο στην Καλλιθέα. Κάποια στιγμή, καθώς έλεγε το τραγούδι “Παράγκα”, έκανε μια παύση στο σημείο που ο στίχος λέει κάτι για εφημερίδες για να πει το εξής στο μιλητό:
“Το ’65 που έγραψα αυτό το τραγούδι μιάμιση δραχμή έκαναν οι εφημερίδες”, είπε. “Σήμερα ενάμιση ευρώ. Τι άλλαξε; Τίποτε, και μάλιστα χειρότερα απέβησαν τα πράγματα. Όταν μου λένε ‘σα να το έγραψες σήμερα’ ως καλλιτέχνης κολακεύομαι. Μα ως πολίτης αισθάνομαι απαίσια. Θα προτιμούσα να είχαν προχωρήσει λίγο τα πράγματα, να είχαν ξεπεραστεί τα τραγουδάκια”.
Έτσι είπε ο 70χρονος καλλιτέχνης, και αμέσως μετά συνέχισε να τραγουδάει, μπροστά σε ένα κοινό χιλιάδων Ελλήνων που είχαν έρθει στο ολοκαίνουριο πάρκο για μια δωρεάν και δημόσια γιορτή, και στέκονταν στο φρέσκο γκαζόν λίγες δεκάδες μέτρα από το γιαπί του πελώριου κτιρίου που έχει σχεδιάσει ο διάσημος αρχιτέκτων Ρέντσο Πιάνο για να στεγάσει τη νέα Εθνική Βιβλιοθήκη και τη νέα Λυρική Σκηνή, μια δωρεά ύψους 1 δις ευρώ από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, και καθώς τα έλεγε αυτά, οι χιλιάδες Έλληνες, που είχαν έρθει στο πάρκο με τα ιδιόκτητα αυτοκίνητά τους που είχαν πλημμυρίσει τους γύρω δρόμους, τον τραβούσαν φωτογραφίες με τα λαμπερά τους smartphones.
Αυτό άκουσαν όλοι: Ότι τα πράγματα σήμερα είναι χειρότερα από ό,τι ήταν το 1965.
Μέσα στην μαυρίλα και το άγχος της κατάρρευσης της τελευταίας πενταετίας είναι εύκολο και εν μέρει και αναμενόμενο να χάνει κανείς κάθε μέτρο και προοπτική και μπούσουλα και ψυχραιμία και αυτογνωσία. Αυτό κάνει ο χρόνος: Το σήμερα είναι πάντα πιο ανάγλυφο και αληθινό, και έτσι είναι δύσκολο να το συγκρίνεις με ένα παρελθόν χαμένο στην αχλή της λήθης, με τις γωνίες του λειασμένες, με τις λεπτομέρειες, τον πόνο και τη δυστυχία θολά και ξεχασμένα. Έχει σημασία, όμως, ακόμα και τις πιο δύσκολες στιγμές, όπως αυτή που περνάμε τώρα, να θυμόμαστε σε τι κόσμο ζούμε πραγματικά. Είναι καλύτερος από τους προηγούμενους, σχεδόν από όλες τις απόψεις (βλέπε: http://www.kathimerini.gr/553594/opinion/epikairothta/politikh/o-kosmos-ginetai-kalyteros-panta)
Ας πούμε μερικά ενδεικτικά στοιχεία.
Από την ανεξαρτησία της και μετά, η Ελλάδα έχει περάσει τη μισή της ιστορία σε κατάσταση πτώχευσης ή επιτήρησης από δανειστές. Έχουμε πτωχεύσει συνολικά έξι φορές. Δεν είναι πρωτοφανές αυτό που ζούμε σήμερα, ούτε χειρότερο. Κι ακόμα κι αν έχουμε χάσει το 1/4 του ΑΕΠ και το 1/3 της αγοραστικής μας δύναμης τα τελευταία πέντε χρόνια, παραμένουμε μια χώρα πιο πλούσια και πιο εξελιγμένη από την Ελλάδα του 1965, ή και του 1975 (όταν κυκλοφόρησε η “Παράγκα”) ή και του 1985.
Το 1981, ας πούμε, 700.000 Έλληνες δε γνώριζαν γραφή και ανάγνωση. Το 2001 είχαν μείνει οι μισοί αναλφάβητοι. Το 1981 οι πτυχιούχοι ανωτάτων σχολών στην Ελλάδα ήταν 330.000, και μόνο το 1/3 αυτών ήταν γυναίκες. Το 2001 ο αριθμός τους είχε φτάσει τους 844.000 -οι μισές γυναίκες. Το 1970 το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν κατά κεφαλή ήταν το 72% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Το 2009, πριν την κρίση, ήταν το 94%. Το προσδόκιμο ζωής από τη δεκαετία του ’60 έχει αυξηθεί στην Ελλάδα 10 ολόκληρα χρόνια.
Το 1965 και η δημοκρατία ήταν προβληματική. Υπήρχε αστάθεια, βία, νοθεία. Δυο χρόνια μετά, είχαμε χούντα, η οποία και φυλάκισε το Σαββόπουλο. Πλέον εδώ και δεκαετίες εκλέγουμε ελεύθερα όποιον θέλουμε, χωρίς να σκοτώνεται κόσμος ή να ψηφίζουν τα δέντρα και οι νεκροί.
Από το 1983 και μετά πάνω από 140 δις μπήκαν στην ελληνική οικονομία από τα ευρωπαϊκά ταμεία. Φτιάχτηκαν αεροδρόμια, δρόμοι, το μετρό της Αθήνας. Τη δεκαετία του ’80 υπήρχε νέφος. Μετά πήραν όλοι καταλυτικά αυτοκίνητα με απόσυρση, πάει το νέφος. Το 1965 ελάχιστοι είχαν αυτοκίνητο -ή τηλέφωνο, ή τηλεόραση, ή ζεστό νερό όποτε το χρειάζονται. Τη δεκαετία του ’80 χρειάζονταν έξι ώρες για πάει κάποιος από την Αθήνα στην Καλαμάτα με το αυτοκίνητο. Σήμερα χρειάζονται δύο.
Εξάλλου, η Ελλάδα όλες αυτές τις δεκαετίες δεν υπήρχε σε κενό. Ήταν μέλος της Δύσης (μια απόφαση που ελήφθη τελεσίδικα τη δεκαετία του ’70), έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έγινε πιο εύκολο να ταξιδεύεις σε άλλες χώρες, εισήχθησαν ιδέες και προϊόντα και κατακτήσεις άλλων χωρών και εδώ, και τις κάναμε κτήμα μας, και έτσι σήμερα δύο στους τρεις Έλληνες έχουν πρόσβαση στο ίντερνετ, ένα στα πέντε νοικοκυριά έχει δύο αυτοκίνητα, όλοι έχουν κινητά τηλέφωνα, κι ένας στους τρεις πολίτες έχει smartphone, σαν αυτούς που προσπαθούσαν να τραβήξουν φωτογραφία το Διονύση Σαββόπουλο την Κυριακή το βράδυ, ή σαν τον ανεκδιήγητο κύριο στη συγκέντρωση των “Μένουμε Ευρώπη” τη Δευτέρα, εκείνον με το aperol spritz στο χέρι και το iPhone 6 να εξέχει από το τσεπάκι του πουκαμίσου. Δεν είμαστε όλοι με aperol spritz στο χέρι και smartphone και καταλυτικό αυτοκίνητο, αλλά πολλοί είναι, και όλοι είναι σε καλύτερη μοίρα από ό,τι ήταν οι άνθρωποι το 1965. Είμαστε ένας λαός πιο μορφωμένος, με περισσότερες προοπτικές και ευκαιρίες, και ζούμε καλύτερα και περισσότερο από αυτούς που ζούσαν πριν από 50 χρόνια, ακόμα και τώρα, σήμερα που μοιάζουμε να βρισκόμαστε σε κάποιο ναδίρ.
Όλα αυτά τα στοιχεία είναι αποσπασματικά, βέβαια, και δεν αρκούν για να περιγράψουν πλήρως το τι σημαίνει να είναι “καλά τα πράγματα”, είτε τώρα είτε παλιά.
Υπάρχουν κι άλλα, άπειρα, τα οποία δε χωράνε εδώ. Αλλά δε χρειάζεται κιόλας. Το να προσπαθεί κανείς να εξηγήσει ότι η ζωή το 2015 είναι καλύτερη, πλουσιότερη, πληρέστερη και πιο συναρπαστική από ό,τι ήταν το 1965, ακόμα και εδώ, στη χρεοκοπημένη Ελλάδα, είναι σα να προσπαθεί να εξηγήσει το γιατί ένα virtual reality παιχνίδι στο Oculus Rift που παίζεις σήμερα είναι πιο συναρπαστική εμπειρία από το να θυμάσαι μια ασπρόμαυρη ταινία που είχες δει σε μασημένη βιντεοκασέτα πριν από εικοσιπέντε χρόνια.
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, το μόνο προφανές πράγμα που ήταν σίγουρα σε καλύτερη κατάσταση το 1965 απο ό,τι σήμερα, είναι ένα: Ο Διονύσης Σαββόπουλος.
Τότε ήταν 21 χρονών. Όλα του έμοιαζαν ωραία κι αισιόδοξα.
Πηγή: Καθημερινή