της Μαρίας Κατσουνάκη
Η ανάκτηση της «χαμένης αξιοπρέπειας» και «εθνικής υπερηφάνειας» επέστρεφε με κάθε αφορμή και με διαφορετικούς τρόπους, διαρκώς, στις ομιλίες τόσο του πρωθυπουργού όσο και των μελών της νέας κυβέρνησης, στη διάρκεια του τριημέρου των προγραμματικών δηλώσεων.
Πώς θα γίνει αυτό εφικτό; Ομόθυμη σχεδόν η «απάντηση» των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ: διά της μεταθέσεως της ευθύνης. Εκφράσεις όπως «έλαχε στην πολύπαθη χώρα μας», ήταν πολύ διαδεδομένες ανάμεσα στους βουλευτές της συγκυβέρνησης ή στιγμές ποιητικής έξαρσης (δεν ήταν και λίγες) με επιλεγμένους στίχους όπως «σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει». Ως «κακιά σκουριά» νοούνται δε, οι πάσης φύσεως εχθροί, κατά προτίμηση Γερμανοί. Για ό,τι μας «έλαχε», λοιπόν, ευθύνονται εξωγενείς παράγοντες. Εμείς είμαστε αθώοι και θύματα.
Παράλληλα, η διαμάχη ανάμεσα στο «αν το ψάρι μυρίζει από το κεφάλι ή από την ουρά» επανέρχεται όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης με την ίδια ένταση, με επιχειρήματα και από τις δύο πλευρές. Η ενεχόμενη πολιτική ηγεσία, το πολιτικό προσωπικό από τη μια και η πολύπαθη κοινωνία από την άλλη. Η «γέφυρα» που αναζητεί η κυβέρνηση δεν μπορεί να είναι μόνο μια «μη τοξική συμφωνία σε μια νέα διαπραγμάτευση», γιατί η τοξικότητα αποτελεί ήδη κοινωνική συνθήκη.
«Γέφυρα» οφείλει να είναι και ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο στο οποίο «ένοχοι» δεν θα είναι μόνο οι άλλοι, κατά προτίμηση, ξένοι. Γιατί αυτό το βολικό αφήγημα είναι πράγματι απελευθερωτικό και χαρίζει άφθονα χαμόγελα, δεν αποτελεί όμως πηγή ωρίμανσης και, κατά συνέπεια, αξιοπρέπειας. Αν διαρκώς βρίσκονται κάποιος ή κάποιοι που χαϊδεύουν αυτιά, ελάχιστοι θα διανοηθούν ότι «φταίνε» που αρνούνται, για παράδειγμα, να δηλώσουν το κανονικό εισόδημά τους στην εφορία. Ετσι και το αφορολόγητο των 12.000 που εξαγγέλλει η νέα κυβέρνηση θα είναι απλώς μια νέα άτυπη «συμφωνία» ανάμεσα σε πάνω από ένα εκατομμύριο φορολογούμενους που θα δηλώνουν –και πάλι– ότι τα ετήσια έσοδά τους είναι κάτω από το όριο του αφορολόγητου. Γιατί και η φοροδιαφυγή –όπως και πολλά άλλα- δεν πατάσσεται χωρίς αίσθημα ατομικής ευθύνης. Πώς μπορείς να είσαι «εθνικά υπερήφανος» όταν ξέρεις ότι στην επόμενη στροφή όποιος μπορεί να εξαπατήσει το κράτος, αποκρύπτοντας τα έσοδά του, είτε πρόκειται για μεγαλοεπιχειρηματία είτε για μικρομεσαίο, θα το κάνει χωρίς δεύτερη σκέψη; Και ποια «αξιοπρέπεια» θα ανακτηθεί όταν βλέπουμε τη νέα κυβέρνηση να υπερασπίζεται με πείσμα ένα… καλύτερο παρελθόν;
Τα δείγματα της «επιστροφής» μέσα σε αυτό το τριήμερο ήταν πολλά: επαναπροσλήψεις, ακρίτως, εξισωτισμός προς τα κάτω (με την κατάργηση της «αριστείας» ως θεσμικής παραμέτρου της εκπαίδευσης), πελατειακές παροχές που δεν συνδέονται με την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Οπισθοδρόμηση μιας κοινωνίας είναι το «έλαχε»· ο χρόνος που δεν κτάται με κόπο, προσπάθεια, και ατομική ευθύνη αλλά αναζητάει πάντα κάποια άλλη μονάδα μέτρησης. Οπισθοδρόμηση είναι η διαρκής επίκληση του «άλλου» στον οποίο εναποτίθεται ανεπεξέργαστο το βάρος –γιατί, ναι, βάρος είναι– της λάθος κίνησης ή επιλογής. Μια χώρα κατεστραμμένη, με πάνω από 25% ανεργία και πάνω από 50% ανεργία των νέων, δεν ανατάσσεται με «κοσμοϊστορικά όνειρα» και «βοές λαών» (ακούστηκαν στη Βουλή) αλλά με στροφή στην παραγωγικότητα, ανασυγκρότηση δομών, αξιοκρατία, αξιολόγηση. Με συνείδηση των ελλείψεων και παραλείψεων.
Το τριήμερο στη Βουλή υπερασπίστηκε την «ελληνική ιδιαιτερότητα», ως υπεραναπλήρωση μιας αξίας αδιαμφισβήτητης, η οποία μας καθιστά αυτοδικαίως διακριτό μέλος της Ευρώπης. Υπερασπίστηκε μιαν αξιοπρέπεια χωρίς αυτοκριτική, που απευθύνεται στο φαντασιακό, διαγράφοντας την όποια «δική μας» ευθύνη.
Πηγή: Καθημερινή