του Κώστα Καλλίτση
Οταν έκλεισαν οι αγορές, το 2010, στις δεδομένες συνθήκες μιας νεοφιλελεύθερης, ανέτοιμης και διστακτικής Ευρώπης, δύο δρόμοι υπήρχαν. Ενας, η έξοδος από το ευρώ, οι δραστικές υποτιμήσεις του νέου νομίσματος και η παράλληλη προσφυγή στις αγορές για δάνεια με υψηλά επιτόκια, που ως αναπόφευκτη προϋπόθεση θα είχαν την ακαριαία επιβολή πολιτικών ακραίας σκληρότητας. Ο άλλος ήταν η παραμονή στην Ευρωζώνη, εσωτερική υποτίμηση και δανεισμός με χαμηλά επιτόκια στη βάση μιας συμφωνίας με Ευρώπη-ΔΝΤ και πραγματικές μεταρρυθμίσεις σε βάθος 3ετίας ώστε να ανακτηθεί η χαμένη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Η Ελλάδα κατάφερε να παραμείνει στην Ευρωζώνη. Με ευθύνη ενός άρρωστου πολιτικού συστήματος, απέτυχε σε όλα τα άλλα που έπρεπε να γίνουν.
Το επίπεδο του ατομικού εισοδήματος έπεσε άνω του 30% σε μέσο όρο αλλά με τεράστιες αδικίες και διευρυμένες ανισότητες, με άτσαλες και αντιαναπτυξιακές περικοπές των δαπανών, με αποδιάρθρωση (αντί μεταρρύθμιση) του κράτους και με διοχέτευση των κεφαλαίων (που σπάνιζαν) στους πελάτες, στον παρασιτισμό. Οι δύο πυλώνες του συστήματος που έσυρε την Ελλάδα στην πρωτοφανή κρίση, το πελατειακό κράτος και ο παρασιτισμός, παρέμειναν ακλόνητοι. Η διαφθορά και ο κομματισμός λεηλάτησαν ένα μεγάλο μέρος των θυσιών. Η διανομή του κόστους της (αναπόφευκτης…) εσωτερικής υποτίμησης έγινε στρεβλά και αναποτελεσματικά.
Η κατάσταση είναι, πλέον, εξαιρετικά δύσκολη. Οι διεθνείς αγορές παραμένουν κλειστές και θα χρειαστούμε δάνεια – κι αυτό είναι το γνήσιο κριτήριο αξιολόγησης των περιβόητων success stories. Το δημόσιο έλλειμμα είναι λογιστικά συρρικνωμένο αλλά το κράτος είναι σε διάλυση – κι είναι ανόητες οι συγκρίσεις με Ισπανία ή άλλες χώρες, γιατί εκείνες έχουν ισχυρό κράτος, που λειτουργεί. Το έλλειμμα στις εξωτερικές συναλλαγές έκλεισε αλλά για αρνητικούς λόγους, κυρίως εξαιτίας της ύφεσης. Οι τράπεζες είναι σε χειμερία νάρκη, ανίκανες να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους – μένουν ως θαλαμοφύλακες καταθέσεων, χωρίς στρατηγική, αποφεύγοντας την αξιολόγησή τους χάρη στον δήθεν ιδιωτικό χαρακτήρα τους. Το ΕΣΠΑ έχει κατασπαταληθεί σε δευτερεύουσες δραστηριότητες – μεταξύ των οποίων καφετέριες.
Βεβαίως, η εσωτερική υποτίμηση, πρακτικά, έχει ολοκληρωθεί. Με αυτήν την έννοια, το Μνημόνιο έχει λήξει, η εσωτερική υποτίμηση (κάπου θα) φρέναρε και, από αυτήν την άποψη, η συζήτηση περί Μνημονίου καθίσταται κενή περιεχομένου. Παραμένουν όλα τα άλλα. Το άμεσο και κρίσιμο είναι η επίτευξη μιας νέας συμφωνίας με την Ευρώπη και το ΔΝΤ, ώστε να διασφαλιστεί η συνέχιση της στήριξής τους σε μια πολιτική που θα προκρίνει ο ελληνικός λαός με στόχο την άρση του αδιεξόδου και την έξοδο από την κρίση. Η ρύθμιση του χρέους είναι αναγκαία, αλλά ούτε το πιο άμεσο είναι ούτε είναι βέβαιο ότι θα εξελιχθεί ως μονόπρακτο έργο. Εξαρτάται από την πορεία και τους συσχετισμούς που θα διαμορφώνονται στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Το θεμελιώδες και κρίσιμο, η βάση για μια νέα πορεία του τόπου είναι η ανάκτηση του χαμένου θησαυρού που λέγεται εμπιστοσύνη.
Η ανάκτηση της εμπιστοσύνης της υγιούς επιχειρηματικότητας στην πολιτική, των εταίρων μας στην Ελλάδα, της κοινωνίας στην πολιτική και δη στις δυνάμεις της – η ανάκτηση της αυτοεκτίμησής της. Προς τούτο, χρειάζεται μια δέσμη πολιτικών και μέτρων που δημιουργούν εμπιστοσύνη, όπως: (α) Μέτρα αντιμετώπισης της εξαθλίωσης από τη φτώχεια, (β) ισονομία, πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής, (γ) εκ βάθρων ανασυγκρότηση του κράτους στη βάση (για πρώτη φορά στην ιστορία μας…) της αξιοκρατίας, της διαφάνειας, της πειθαρχίας, της αποτελεσματικότητας, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις σύγχρονες διεθνείς προκλήσεις και στις ανάγκες της κοινωνίας και της ανάπτυξης, (δ) δημιουργία ασφαλούς περιβάλλοντος επενδύσεων, δημοσίων και ιδιωτικών, ώστε να προσελκυσθούν ξένα ιδιωτικά μακροπρόθεσμα κεφάλαια.
Η εντολή στη νέα κυβέρνηση δεν θα είναι μια βραχείας διάρκειας εντολή ελάφρυνσης του χρέους. Θα είναι εντολή διακυβέρνησης της χώρας επί 4ετία, με αναστήλωση των δημοκρατικών θεσμών και κατεδάφιση του πελατειακού κράτους, με ανασυγκρότηση της οικονομίας σε παραγωγική βάση και απαλλαγή από το μοντέλο του παρασιτισμού. Εντολή αντιμετώπισης, δηλαδή, όλων όσα μας έσυραν και μας κρατούν στην κρίση. Θα απαιτηθεί μια τιτάνια προσπάθεια, που μόνο με κοινωνική συναίνεση, πολιτική συνεννόηση και ευρύτερη στράτευση μπορεί να ευοδωθεί – καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να κυβερνήσει κοιτάζοντας μόνο το 30% ή το 40% των ψηφοφόρων. Η κοινωνία μας το κατανοεί. Γι’ αυτό, παρά τις αντίθετες απόπειρες, η πόλωση δεν είχε καμία τύχη μέχρι τώρα. Εξαρτάται από όλους, κυρίως από το πρώτο κόμμα, να μην αποκτήσει τύχη ούτε αύριο.
Πηγή: Καθημερινή