του Πάσχου Μανδραβέλη
Δεν πρέπει να προκαλούν έκπληξη τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων που δείχνουν ότι οι Ελληνες πιστεύουν ότι σε περίπτωση σύγκρουσης με την Ευρωπαϊκή Ενωση, οι εταίροι μας θα τρομάξουν. Στο ερώτημα της GPO (Mega 12.1.2015) «Αν η επόμενη ελληνική κυβέρνηση έρθει σε ρήξη με τους εταίρους, τι πιστεύετε ότι θα γίνει;» το 52,6% δήλωσε ότι «οι εταίροι μας θα αναγκαστούν να υποχωρήσουν», ενώ μόνο το 36,1% δηλώνουν ότι «οι εταίροι μας θα οδηγήσουν την Ελλάδα εκτός Ευρωζώνης».
Αυτές οι διάχυτες πεποιθήσεις – οι οποίες, σημειωτέον, μπορεί να οδηγήσουν τη χώρα σε επικίνδυνους ατραπούς, δεν γεννήθηκαν εν κενώ, ούτε πρέπει να αποδοθούν στον τσάμπα κουτσαβακισμό των Ελλήνων. Καλλιεργήθηκαν με συγκεκριμένη πολιτική στόχευση και τώρα απλώς παρατηρούμε την ετερογονία των σκοπών. Οταν δηλαδή ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ ζαλίζουν τους πολίτες ότι όλα τους τα προβλήματα οφείλονται στην προηγούμενη «κακή διαπραγμάτευση», πολύ λογικά οι τελευταίοι θα πιστέψουν ότι με μια «σκληρή διαπραγμάτευση» θα πάρουν πίσω όσα έχασαν. Οταν κάθε μέρα οι πολίτες βομβαρδίζονται από τα καφενεία των οκτώ ότι «ένας άλλος κόσμος είναι διαπραγματεύσιμος», τότε θα προκρίνουν όποιον περιφέρει την τζάμπα μαγκιά στο πολιτικό σκηνικό ότι μπορεί να διαπραγματευτεί καλύτερα. Οπως ορθώς επεσήμανε παλιότερα και ο κ. Αλέξης Παπαχελάς, «o κ. Σαμαράς κατηγορούσε τον κ. Παπανδρέου και κατόπιν τον κ. Βενιζέλο για δειλία και κακή διαπραγμάτευση. Τώρα ο κ. Βενιζέλος κατηγορεί τους κ. Σαμαρά και Στουρνάρα ότι δεν κάνουν καμία επαναδιαπραγμάτευση, αναιρώντας τα όσα με συστηματικότητα και πολιτικό θάρρος υποστήριζε τον τελευταίο χρόνο… Με άλλα λόγια, όλοι κάνουν τους μάγκες εκ του ασφαλούς…». («Ποιος είναι αρκετά μάγκας;», «Η Καθημερινή», 11.7.2012). Τώρα είναι η σειρά του κ. Αλέξη Τσίπρα να πουλήσει τον μύθο της «καλής διαπραγμάτευσης» που θα λύσει τα προβλήματά μας. Η απήχηση δε που έχει αυτό το παραμύθι, δεν πρέπει να εκπλήσσει όσους καλλιέργησαν πολλά χρόνια τώρα τον μύθο της «κακής διαπραγμάτευσης».
Σημειώναμε και παλιότερα («Οι διαπραγματευτές της εξέδρας», «Η Καθημερινή», 15.7.2012) ότι «η διαπραγμάτευση είναι πολύ μεγάλο πράγμα. Και γι’ αυτό εξαιρετικά ασαφές. Στην Ελλάδα έγινε κάτι σαν τον Θεό. Είναι πανταχού παρούσα στη δημόσια συζήτηση, καλλιεργώντας την ελπίδα ότι ένα καλό αλισβερίσι θα συνέχιζε να πληρώνει και τα πάντα. Ετσι, για κάθε επίπονο βήμα εξορθολογισμού της οικονομίας υπάρχει η εύκολη εξήγηση: “δεν έγινε διαπραγμάτευση” και γι’ αυτό, π.χ., κόπηκαν οι πλασματικές υπερωρίες στον δημόσιο τομέα. Κανείς δεν συζητάει στα σοβαρά αν πρέπει να υπάρχουν εκατοντάδες άχρηστοι δημόσιοι οργανισμοί και φορείς για να πληρώνουν υπερωρίες…».
Μ’ αυτά τα μυαλά πορευόμαστε τα τελευταία πέντε χρόνια. Εναποθέτουμε από διαπραγματευτή σε διαπραγματευτή τις ελπίδες μας προκειμένου να μην κάνουμε όσα πρέπει. Η χώρα κατάφερε το μεγαλύτερο δάνειο και το μεγαλύτερο «κούρεμα» χρέους στην ιστορία του κόσμου, και παρ’ όλα αυτά οι πολίτες επείσθησαν από τις ομιλούσες κεφαλές των παραθύρων ότι με μια καλή διαπραγμάτευση θα κρατούσαν εν ζωή και τον Οργανισμό Αποξήρανσης της Κωπαΐδας. Κι αν είναι κακό να μη γίνεται κατανοητός ο δρόμος για την έξοδο από την κρίση, είναι πολλαπλώς επικίνδυνο να μην καταλαβαίνουμε καν το πρόβλημα.
Πηγή: Καθημερινή