της Πηνελόπης Πάχη
Οι περισσότεροι γνωρίζουμε ότι η επιβολή φορολογίας και η υποτίμηση του νομίσματος, παραδοσιακά και από αρχαιοτάτων ίσως χρόνων, συναποτελούν το κύριο εργαλείο αντιμετώπισης των χρηματοδοτικών ελλείψεων μιας χώρας. Εκείνο όμως που μπορεί να μας διαφεύγει είναι πώς, στα παρασκήνια της πολιτικής, των δύο τελευταίων αιώνων, και πίσω από «ηγέτες» και «προσωπικότητες» που καταγράφηκαν στην ιστορία θετικά ή αρνητικά, και με τέτοιο τρόπο που να μην μπορεί κανείς να μιλήσει περί του αντιθέτου, βρίσκονται οι Επενδυτές. Εκείνοι που επενδύουν στα χρέη των κυβερνήσεων και των κρατών.
Μια από τις βασικές μάλιστα προϋποθέσεις, για το απρόσκοπτο κερδοσκοπικό τους έργο, αποτελεί η εμπιστοσύνη στην ικανότητα του κράτους να αποπληρώσει τους τόκους, γεγονός που είναι συνυφασμένο με την σταθερότητα της χώρας πράγμα που αρκετά συχνά μας το υπενθυμίζει και η κυβέρνησή μας. Επειδή όμως πολλές φορές η καλή πίστη της κυβέρνησης δεν αρκεί, πέρα από αυτήν, απαιτείται η, με κάθε τρόπο, εξασφάλιση των δανειστών. Εξ αυτού λοιπόν προέκυψε στην συνέχεια η ανάγκη διείσδυσής τους στις εσωτερικές υποθέσεις μιας χώρας, η χειραγώγηση των εκπροσώπων του λαού, του ίδιου του λαού και η πρόσβαση στην Ενημέρωση και τη δυνατότητα διασποράς των ειδήσεων και των κατευθύνσεων. Δεν αποτελεί βέβαια ιστορική πρωτιά να εμπλέκονται οι εν λόγω Οίκοι δια των συνεργατών τους ( πολιτικοί , ατζέντηδες και άλλοι ) στα κοινωνικοοικονομικά ζητήματα της χώρας μας αλλά και στην διαχείριση σημαντικών ιδιωτικοποιήσεων, στην έκδοση φιρμανιών και στην επιβολή του Νόμου και της Τάξης.
-Τα αποκρουστικά ωστόσο χαρακτηριστικά των επόμενων εκλογών, όπως τα εκλάβαμε κατά την διαδικασία απόκτησης ψήφου εμπιστοσύνης από την κυβέρνηση, οφείλονται στο γεγονός ότι ο κύριος «Ήρθε – η ώρα – των Επενδυτών» έδειξε τα κοφτερά του δόντια κάνοντας χρήση μιας ιδιότυπης γλώσσας, που δεν έχει να κάνει με κανένα χωριό αλλά με ενστικτώδεις εκφράσεις του ζωικού βασιλείου για να μας προειδοποιήσει ότι πρέπει να είμαστε φρόνιμοι γιατί οι δανειστές μας πρέπει να κοιμούνται ήσυχοι ( κι είδε κι έπαθε για να τους καθησυχάσει)!
Την ίδια ξύλινη γλώσσα έκανε χρήση και ο κ. Τσίπρας, πλούσια ασαφειών και κρυμμένων νοημάτων χωρίς να πείθει κανέναν ότι δεν ακολουθεί την πεπατημένη, στο πλευρό των Επενδυτών, των δυνάμεων δηλαδή του συντηρητισμού.
Εκείνος όμως που καταφέρνει να κλέβει πάντα την παράσταση είναι ο φέρων εθνικό μανδύα κ. Βενιζέλος που, αποποιούμενος τον προσωπικό του ρόλο και χωρίς να μπορεί να εγγυηθεί την έξοδο της χώρας από την κρίση και την αύξηση των θέσεων εργασίας (δεν αναφέρομαι στο δημόσιο που οι ίδιοι δημιούργησαν ) μπορεί να εξασφαλίσει την ομαλή και φυσιολογική λειτουργία των αγορών και τον ύπνο των επενδυτών. Ύστερα από όλα αυτά, αποκορύφωση της επιχειρηματολογίας του στον Τύπο αποτελεί η απορία «πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν πολιτικοί, αναλυτές αλλά και πολίτες που μπορούν να σκέφτονται με παλαιούς και ανιστόρητους όρους, χωρίς να έχουν αίσθηση του τι γίνεται στον κόσμο»! δίνοντάς μας την ευκαιρία να επαναχαράξουμε την διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον συντηρητισμό και την προοδευτικότητα, έναν χιλιομασημένο όρο που ξεπήδησε από τα σπλάχνα της μεταπολίτευσης.
Πάντως, πέρα από τα ρητορικά του ερωτήματα, η σκληρή πραγματικότητα είναι πως ο πολύς κ. Βενιζέλος, που αρνιόταν επίμονα ότι περιέθαλπε στα συρτάρια του την περίφημη λίστα κατάφερε να αδειάσει τα δικά μας και να μας παραδώσει στις Δυναστείες, φορώντας μάλιστα την εθνική φανέλα και απαρνούμενος κάθε προσωπικό του ρόλο. Μήπως συμπεριλαμβανομένου και του μεταπολιτευτικού γίγνεσθαι, τότε που με στεντόρεια φωνή αγόρευε κατά του συντηρητισμού και υπέρ της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού; Η να υποθέσουμε ότι τότε δεν γνώριζε την ύπαρξη των αγορών και τα περί της δύναμής του;
Άντε μετά να πιστέψεις πως σ’ αυτόν τον τόπο γεννήθηκε η Δημοκρατία.
Πηγή: Το Βήμα