του Στέφανου Κασιμάτη
Αλίμονο! Ο καβγάς που ξέσπασε μεταξύ των δύο πολιτικών μεγαθηρίων (ως προς την πολιτική σκέψη) του ΠΑΣΟΚ, δηλαδή του Ευ. του Βενιζέλου και του Μ. του Χρυσοχοΐδη, απορρόφησε το ενδιαφέρον του πασοκιστάν κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, με αποτέλεσμα να μη δοθεί η δέουσα προσοχή στην καλύτερη, πληρέστερη και αξιολογότερη εκδήλωση από όσες έγιναν την εβδομάδα που πέρασε για τα σαράντα του ΠΑΣΟΚ. Εννοώ, ασφαλώς, την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ, μετά την οποία δικαιούται πλέον την απονομή του οριστικού άρθρου μπροστά από το επώνυμό του. Εφεξής, γίνεται Αλέξης ο Τσίπρας, διότι η ομιλία του προς τις «παραγωγικές τάξεις» (εντός εισαγωγικών, γιατί εγώ είδα κάτι τύπους με τζιν και κοντομάνικα να τον ακούν στο Βελλίδειο…) ήταν η απόλυτη επιτομή του τρόπου του πολιτεύεσθαι που εισήγαγε και καθιέρωσε το κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου στα σαράντα χρόνια κατά τα οποία κατέστρεψε την Ελλάδα.
Στα πάντα, ακόμη και στο ύφος της εκφοράς, ο πρόεδρος ήταν εντελώς ΠΑΣΟΚ. Κίμος, Χρηστάρας, Γιωργάκης, όλα τα γνήσια πολιτικά τέκνα του Ανδρέα Παπανδρέου θα έπρεπε να υποκλιθούν ενώπιον του Αλέξη για το επίτευγμά του να συνθέσει τις πλέον επιζήμιες πλευρές της πασοκικής κληρονομιάς σε μια ομιλία γεμάτη υποσχέσεις. Η ειρωνεία είναι, βέβαια, ότι αυτά που υποσχέθηκε ο Τσίπρας θα ερμηνευθούν από την εσωκομματική του αντιπολίτευση, των Λαφαζανιστών, ως «δεξιά στροφή» – και από τη δική τους πλευρά είναι πράγματι. Παρ’ όλα αυτά, ο Τσίπρας έδειξε ότι το περισσότερο που μπορεί να κάνει, ώστε να πλησιάσει κάπως το κέντρο του πολιτικού φάσματος, είναι να προσφέρει στους ψηφοφόρους μία αναβίωση των μύθων της δεκαετίας του 1980.
Δεν είναι όμως μόνον ψηφοθηρικοί οι λόγοι για τους οποίους το κάνει, είναι επίσης επειδή αυτά είναι και τα όρια των δυνατοτήτων του. Αυτό μπορεί ο άνθρωπος, αυτό κάνει. Πρόσφατα, σε μια συνέντευξη που έδωσε με αφορμή το τελευταίο βιβλίο του, ο Χένρι Κίσινγκερ είπε ότι το μεγάλο πρόβλημα των ηγετών στον σημερινό κόσμο είναι ότι, εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο διαμορφώνεται σήμερα η πραγματικότητα, κυρίως λόγω της τεχνολογικής επανάστασης, οι ηγέτες δεν προλαβαίνουν να σκεφθούν ιστορικά. Αντιδρούν στο άμεσο ερέθισμα, χωρίς η προοπτική της σκέψης τους να έχει βάθος. Στην περίπτωση του Τσίπρα, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Και να ήθελε ή να μπορούσε να σκεφθεί ιστορικά, δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από τον ελληνικό κόσμο της δεκαετίας του 1980 και την αυτάρκεια του αρχοντοχωριάτικου επαρχιωτισμού που επέβαλε. Μέσα σε αυτόν σχηματίσθηκε η προσωπικότητά του, μέσα σε αυτόν απέκτησε την όποια μόρφωσή του από τις διάφορες κομμουνιστικές οργανώσεις στις οποίες γαλουχήθηκε πολιτικά. Είναι πιο γνήσιο προϊόν του ΠΑΣΟΚ και από αυτόν τον απίθανο Τζουμάκα (για όσους λέει κάτι ακόμη αυτό το όνομα).
Είναι μάταιο να παίρνουμε στα σοβαρά τις εξαγγελίες του Τσίπρα και να εξετάζουμε κατά πόσον είναι εφικτή η καθεμία από αυτές, μέσα στο πλαίσιο των δημοσιονομικών της χώρας. Χάνουμε την ουσία του θέματος αν το κάνουμε αυτό, διότι η προσέγγιση γενικώς του ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ) στο πρόβλημα της χώρας είναι άλλης τάξεως. Το πνεύμα της το εξέφρασε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ο πληθωρικός «Πόρκι» της κοινοβουλευτικής ομάδας, Νίκος Βούτσης: «Εμείς δεν είμαστε της λογικής των ισοδύναμων μέτρων», είπε σε ραδιοφωνική συνέντευξή του. Εχει δίκιο, αλλά θα μπορούσε να το έχει πει χωρίς πλεονασμούς: ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε ως Τσιπριστές είτε ως Λαφαζανιστές, δεν είναι της λογικής γενικώς. Είναι της επιθυμίας. Κάνουν, δηλαδή, πολιτική με βάση τις επιθυμίες τους, όχι τις πραγματικές δυνατότητες. Το πρόβλημα είναι όλων των άλλων που προσπαθούν να σταθμίσουν και να κρίνουν τις επιθυμίες του ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ) με το μέτρο της λογικής…
Πηγή: Καθημερινή