του Θοδωρή Γεωργακόπουλου
Αν είναι δύο τα πράγματα που οι μη στρατευμένοι θεωρούμε πολύτιμες ιδεολογικές συνεισφορές της Αριστεράς στην πολιτική, το ένα είναι οπωσδήποτε η οικολογική συνείδηση, η λυσσαλέα επαγρύπνηση στα θέματα του περιβάλλοντος ως αντίβαρο στις καταστροφικές τάσεις των άλλων πολιτικών χώρων, των «υποταγμένων στις αγορές» (η δεύτερη, παρεμπιπτόντως, είναι η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων). Απ’ ό,τι φαίνεται, ωστόσο, όταν η Αριστερά φτάνει στην πρωτόγνωρη και προφανώς άβολη θέση να φλερτάρει με την εξουσία, οι περιβαλλοντικές ευαισθησίες είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που πάνε περίπατο, και να σου η χαρτούρα στους δρόμους: Αν κρίνω απ’ τον οπτικό θόρυβο στα δικά μου μάτια, οι περισσότερες αφίσες που είναι καρφωμένες στους στύλους των αθηναϊκών λεωφόρων διαφημίζουν τις υποψηφιότητες του Γαβριήλ Σακελλαρίδη για τον Δήμο της Αθήνας και της Ρένας Δούρου για την Περιφέρεια Αττικής.
Το θέμα αυτής της υποκρισίας, της παράκαμψης της συνέπειας λόγων και πράξεων, όταν κάποιος κρίνει ότι η περίσταση το απαιτεί, το έχω θίξει στο παρελθόν και βεβαίως δεν είναι ούτε σπάνιο, ούτε πρωτόγνωρο, ούτε περιορισμένο στην Αριστερά, στην Ελλάδα ή στην πολιτική γενικότερα. Είναι στοιχείο της ανθρώπινης φύσης, εγγενές. Από τον αρχηγό της Κου Κλουξ Κλαν που συνελήφθη στο πίσω κάθισμα αυτοκινήτου να κάνει σεξ με ένα μαύρο, μέχρι τον φωνακλά Νάιτζελ Φαράζ του UKIP που ουρλιάζει κατά της μετανάστευσης και έχει διορισμένη για γραμματέα τη Γερμανίδα γυναίκα του, η υποκρισία είναι παντού, έκφραση της τρικυμιώδους ανθρώπινης κατάστασης, της αλήθειας ότι μέσα στα μυαλά μας δεν ξέρουμε και πάρα πολύ καλά τι είμαστε, τι είναι αυτά που λέμε, κι αν πρέπει όντως να ταιριάζουν μ’ αυτά που κάνουμε.
Σε μία από τις αφίσες της Ρένας Δούρου γράφει το εξής:
«Αν ζεις όπως σου αξίζει, μην κάνεις τίποτα».
Αυτό. Είναι μια πρόταση που με ενθουσίασε, καθώς είναι διαφορετική από τα συνήθη πολιτικά τσιτάτα, έχει αυτή τη σπαραχτικιά αφέλεια των αριστερών συνθημάτων των πολύ συναισθηματικών, αυτών που δικαιολογούν το γιατί οι περισσότεροι ως έφηβοι αυτοχαρακτηριζόμασταν αριστεροί.
Αθέλητα, αν το καλοσκεφτείς (και το ότι έχει κάτι να καλοσκεφτείς είναι από μόνο του αξιομνημόνευτο) υπογραμμίζει ακριβώς αυτή τη διανοητική σύγχυση που επιτρέπει σε ένα αριστερό κόμμα να γεμίζει την πόλη με χαρτονένιες αφίσες.
Γιατί ποιοι νιώθουν ότι τους αξίζει κάτι καλύτερο από αυτό που έχουν; Δεν είναι μόνο οι αγανακτισμένοι που κράδαιναν κρεμάλες στο Σύνταγμα ή οι άλλοι που νομίζουν ότι τα αεροπλάνα τούς ψεκάζουν αέρια που τους κάνουν να σκέφτονται ότι τα αεροπλάνα τούς ψεκάζουν αέρια. Είναι όλοι οι άνθρωποι που πιστεύουν πως η ζωή τους είναι χειρότερη απ’ ό,τι θα μπορούσε να είναι, αν εσωτερικοί ή εξωτερικοί παράγοντες δεν δρούσαν εναντίον της. Από μια οπτική γωνία, μπορεί να είναι όλοι οι άνθρωποι: κανένας δεν είναι απόλυτα ευτυχισμένος, όλοι θέλουν περισσότερα, όλοι ψάχνουν κάτι καλύτερο. Είναι μικρό το λογικό άλμα να πιστέψεις ότι αυτά που θέλεις, ό,τι κι αν είναι αυτά, τα αξίζεις. Από μια άλλη γωνία, δεν είναι κανένας: Ολοι έχουν ευθύνη για την κατάσταση της ζωής τους σ’ ένα βαθμό, και ο βαθμός της ευτυχίας τους εξαρτάται από μια συνισταμένη παραγόντων που μόνο εν μέρει ελέγχουν, αλλά εν μέρει όντως ελέγχουν. Από αυτήν την άποψη, όλοι ζουν όπως τους αξίζει, εξ ορισμού.
Το χάσμα ανάμεσα στα δύο οφείλεται στην αμφισημία της λέξης «αξίζει». Το τι πιστεύω ότι δικαιούμαι εγώ από τη ζωή υπαγορεύεται από την ανατροφή, την ηθική, την παιδεία, τον τρόπο που ερμηνεύω τον κόσμο και τους ανθρώπους. Ο αρχηγός της Κου Κλουξ Κλαν πιστεύει ότι δικαιούται να διδάσκει το μίσος κατά των μαύρων στο πιστό του κοινό, και να δικαιούται ταυτόχρονα το κορμί ενός μαύρου άντρα στο πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου, δεν βλέπει καμία αντίφαση στο θέμα, μέσα στο μυαλό του τα δύο με κάποιον μαγικό τρόπο συμβιβάζονται. Πιστεύει ότι το αξίζει. Ενας λίγο πιο ισορροπημένος άνθρωπος μπορεί να καταλαβαίνει ότι δεν δικαιούται να κάνει ό,τι θέλει, και ότι η συμπεριφορά του μέσα σε μια κοινωνία ανθρώπων περιορίζεται από κανόνες εσωτερικούς και εξωγενείς. Ενας άλλος μπορεί να πιστεύει ότι το μόνο κριτήριο που πρέπει να υπαγορεύει τη συμπεριφορά του είναι το τι γουστάρει κάθε στιγμή. Η πολιτική είναι γεμάτη από αυτούς τους τελευταίους, και το εκλογικό σώμα είναι γεμάτο από τέτοιους επίσης.
Στις 18 και τις 25 Μαΐου, όπως κάνουμε πάντα, θα ψηφίσουμε αυτούς που μας αξίζουν. Κι όπως πάντα, αμέσως μετά θα πιστεύουμε ότι αξίζουμε καλύτερους.
Πηγή: Καθημερινή