από την Μαρία Κατσουνάκη
Είναι από τις ειδήσεις που διαβάζει και ξαναδιαβάζει κανείς ελπίζοντας ότι τη δεύτερη ή την τρίτη φορά θα ανακαλύψει κάτι που δεν κατανόησε την πρώτη. Οτι δεν είναι δυνατόν μια σοβαρή κυβέρνηση, από τη μια να επιχαίρει για την οικονομική πολιτική της, να δηλώνει ότι η επιτυχία οφείλεται κυρίως στις θυσίες του ελληνικού λαού, να θεωρεί τη μάχη κατά της διαφθοράς ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί της, εντός και εκτός Ελλάδος, και από την άλλη «να σβήνει ποινικές ευθύνες με χαριστικές διατάξεις». Το ρεπορτάζ της Ιωάννας Μάνδρου στην «Κ» της Κυριακής (4/5) ήταν αποστομωτικό και αποκαρδιωτικό: «Απαλλαγή από ποινικές ευθύνες κρατικών αξιωματούχων που διαχειρίστηκαν δημόσιο χρήμα, αλλά και ευρεία “νομιμοποίηση” παράνομων πληρωμών από κρατικούς φορείς και δήμους προβλέπουν νομοθετικές διατάξεις που ισχύουν ήδη, προκαλώντας εντονότατες αντιδράσεις στο δικαστικό σώμα. Οι “χαριστικού τύπου” διατάξεις που παραγράφουν ποινικές ευθύνες για εμπλεκομένους σε σκάνδαλα –όπως, για παράδειγμα, τα εξοπλιστικά– και άλλες που προβλέπουν νομιμοποίηση παράνομων πληρωμών εκατ. ευρώ ψηφίστηκαν οι περισσότερες, πρόσφατα, στο πλαίσιο του πολυσυζητημένου πολυνομοσχεδίου. Οι εν ισχύι διατάξεις, αφού έχουν πλέον καταστεί νόμοι του κράτους, επιφέρουν τις πρώτες συνέπειες, καθώς δικογραφίες που έχουν ανοίξει για ποινικές ευθύνες “κλείνουν”, ενώ υπόδικοι για σκάνδαλα ζητούν αποφυλάκιση!».
Δεν είναι μόνο όσοι εργάστηκαν εντατικά μελετώντας φακέλους, δικογραφίες, εξετάζοντας και συνδυάζοντας καταθέσεις, ένας κόσμος, δηλαδή, κρατικών λειτουργών που “αδειάζεται” σιωπηρώς· δεν είναι μόνο η δικαστική και η νομοθετική εξουσία που ευτελίζονται. Είναι το αίσθημα της αδικίας που επιστρέφει· η υπόθαλψη και νομιμοποίηση της διαφθοράς.
Υστερα από τέσσερα χρόνια μιας καταστροφικής για τη χώρα οικονομικής κρίσης, ανάμεσα στις ελάχιστες εστίες οξυγόνου ήταν και η προσπάθεια να τιμωρηθούν όσοι εμπλέκονται σε σκάνδαλα που συνδέονται με τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος. Ηταν μια ελπίδα ότι το μέλλον δεν θα είναι επανάληψη του παρελθόντος. Κι ενώ ακόμη και οι πιο δύσπιστοι με το κυβερνητικό έργο αντιλαμβάνονταν ότι τώρα πλέον οι αποκαλύψεις δεν μπορούν να αποσιωπώνται, ότι το κουβάρι ξετυλίγεται (έστω και μοιραία) και οι ευθύνες αποδίδονται στους υπαίτιους, αίφνης το σύστημα θυμήθηκε τον παλιό εαυτό του, με τις καταστροφικές συνήθειές του. Ο,τι αποκαλούμε «παλαιοκομματισμό», δεμένο με εξυπηρετήσεις, διαπλοκή, πελατειακά συμφέροντα, διαφθορά.
Η συναλλαγή, η αδυναμία να επικρατήσει η διαφανής λογική προκειμένου να διασωθούν όσοι αποτελούσαν τους “ανατροφοδότες” και “αιμοδότες” του συστήματος. Και το ακόμα πιο εξουθενωτικό για τον πολίτη είναι ότι η εκάστοτε εξουσία αρνείται να αντιληφθεί ότι με αυτόν τον τρόπο ακυρώνεται και η εναπομείνασα αξιοπιστία της.
Χαριστικές διατάξεις σημαίνουν έξαρση της κομματοκρατίας, αναζωπύρωση του πελατειακού συστήματος, αναδίπλωση του κράτους δικαίου. Ο,τι, δηλαδή, προοιωνίζεται τα χειρότερα για το μέλλον της χώρας.
Πηγή: Καθημερινή