Του Κώστα Καλλίτση
Πάμε κάπως καλύτερα; Τι θα γίνει με την οικονομία το 2014;
Υπάρχουν οι πιο αρνητικές προβλέψεις του ΟΟΣΑ και άλλων οργανισμών, ότι η ύφεση θα συνεχιστεί. Υπάρχουν και οι λιγότερο αρνητικές προβλέψεις, όπως αυτές που διατυπώνει η Τράπεζα της Ελλάδας στην ενδιάμεση έκθεσή της. Ας δεχτούμε τις δεύτερες. Εφόσον επαληθευτούν, το 2014 θα αυξηθεί 0,5% το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) και θα μειωθεί 1% η ανεργία. Δηλαδή, ο ετήσιος πλούτος που παράγει η χώρα (μετά την κατάρρευσή του κατά περίπου 45 δισ. την τελευταία 6ετία…) θα αυξηθεί κατά 950 εκατ. ευρώ. Και οι άνεργοι, από 1.345.387 φέτος, θα μειωθούν ανεπαισθήτως σε 1.331.933. Ισορροπία τρόμου, στα ίδια επίπεδα.
Το αισιόδοξο σενάριο, λοιπόν, προβλέπει ανάκαμψη στα όρια του στατιστικού λάθους και με εκτεταμένη ανεργία. Κι αυτά, βεβαίως, υπόκεινται σε αβεβαιότητες. Μεταξύ αυτών που καταγράφονται στην έκθεση της Τράπεζας, ξεχωρίζω τις εξής τρεις: «Πρώτον, τη συνέχιση της προσπάθειας για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, δεύτερον, τη σταδιακή αποκατάσταση της χρηματοδότησης της οικονομίας και, τρίτον, την υλοποίηση των προθέσεων των πολυεθνικών επιχειρήσεων για παραγωγικές επενδύσεις στην Ελλάδα». Η τρίτη (για κάποιες προθέσεις που ομολογώ ότι δεν τις έχω ακούσει…) εναπόκειται κυρίως σε άλλους, οι δύο πρώτες σε εμάς.
Χρηματοδότηση θα χρειαστούν όσες επιχειρήσεις κάνουν νέες επενδύσεις, εφόσον η ζήτηση για τα προϊόντα τους αυξηθεί τόσο ώστε να υπερκαλυφθεί το αργούν παραγωγικό δυναμικό τους. Ουδείς προβλέπει κάτι τέτοιο. Κατά τα λοιπά, η εξομάλυνση της χρηματοδότησης υπόκειται σε τουλάχιστον σε δύο προϋποθέσεις: (α) Οι τράπεζες να λειτουργήσουν με διαφορετικά κριτήρια και (β) να αυξηθούν οι καταθέσεις. Το (α) δεν φαίνεται στο άμεσο μέλλον. Με τους περιορισμένους πόρους που μπορούν να διαθέσουν για δάνεια, οι τράπεζες είθισται να προκρίνουν για δανειοδότηση όσους ήδη έχουν λάβει μεγάλα δάνεια ακόμα κι αν αυτά είναι δανεικά και αγύριστα – κοινώς θαλασσοδάνεια. Διότι αν αυτά τα δάνεια «σκάσουν», θα βρεθούν οι ίδιες εκτεθειμένες (αφού αυτές τα είχαν εγκρίνει). Και αυτοπροστατεύονται. Το (β) είναι μάλλον απίθανο, καθώς τις καταθέσεις τις τρώει η εφορία και οι τρέχουσες ανάγκες που προκαλεί η ελεύθερη πτώση του βιοτικού επιπέδου.
Το θέμα των διαρθρωτικών αλλαγών είναι πιο σύνθετο. Καταρχήν, για να προωθηθούν τέτοιες αλλαγές χρειάζεται ένα πολιτικό προσωπικό που διαθέτει σχέδιο και τουλάχιστον τρία τεκμήρια. (α) Τεκμήριο πολιτικής ηθικής ανωτερότητας. Παράδειγμα, ο υπουργός να αντιμετωπίζει όλα τα ΑΕΙ ισότιμα, όχι να εξαιρεί από τις αλλαγές τα «δικά του», φερ’ ειπείν το ΑΕΙ και το ΤΕΙ του Πειραιά. (β) Τεκμήριο πολιτικής γενναιότητας. Παράδειγμα, ο υπουργός να κλείνει τους άχρηστους οργανισμούς του δικού του υπουργείου, όχι να ψιθυρίζει ντροπαλά στον Κυρ. Μητσοτάκη «εγώ θα διαφωνήσω αλλά εσύ προχώρα και κλείσε τους». (γ) Τεκμήριο πολιτικής ευθύνης. Παράδειγμα, ο υπουργός να μετασχηματίζει τον ΕΟΠΥΥ αξιοποιώντας τη γενική συναίνεση του ιατρικού κλάδου, όχι να ανατινάζει τη μεταρρύθμιση προτάσσοντας απολύσεις για να φανεί «μάγκας» και «μοδάτος αντικρατιστής». Δεύτερον, αλλά πρώτο σε σημασία, για να γίνουν μεταρρυθμίσεις χρειάζεται ένα σχέδιο που να συγκεντρώνει ευρύτερη συναίνεση. Σχέδιο δεν σημαίνει απλώς «τι» θα αλλάξω, αλλά «πώς» θα το αλλάξω, «τι θα δημιουργήσω» στη θέση αυτού που θα αλλάξω ή καταργήσω. Και πρέπει να είναι συγκεκριμένο, πολύ περισσότερο που έχουν καταστραφεί (με τη βοήθεια πολλών μέσων μαζικής ενημέρωσης…) οι κοινοί κώδικες συνεννόησης – άλλα λέει ο ένας, άλλα, τελείως διαφορετικά, καταλαβαίνει ο άλλος. Σχέδιο δεν έχει γίνει, επειδή οι «δυνάμεις των αγορών» δεν θέλουν να υπάρξει, οι οργανικοί τους διανοούμενοι επιχειρηματολογούν γιατί η έννοια του σχεδιασμού είναι «αναχρονιστική» (προς επίρρωση της γνωστής αλήθειας ότι δεν παράγουν μόνο οι ιδέες χρήμα αλλά και το χρήμα παράγει ιδέες…) και το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα ομνύει όρκους πίστης στην ελευθερία των αγορών.
Χωρίς σχέδιο, άλλες μεταρρυθμίσεις καρκινοβατούν, άλλες διαρκώς ετεροχρονίζονται, άλλες για αλλού ξεκίνησαν κι αλλού πάνε. Η μεταρρύθμιση του κράτους έχει απολήξει σε ένα κράτος πολύ πιο μικρό στις κοινωνικές υπηρεσίες του και πολύ πιο μεγάλο όσον αφορά τον κυκεώνα των νομοθετικών ή άλλων ρυθμίσεων σε βάρος της καθημερινότητας και της ανάπτυξης. Η δικαιοσύνη εξακολουθεί να αποδίδεται με απίστευτη καθυστέρηση, καθώς οι σχετικές αποφάσεις που είχαν ληφθεί την περίοδο της υπηρεσιακής κυβέρνησης Πικραμμένου έχουν ριφθεί στον κάλαθο των αχρήστων. Η Παιδεία όταν δεν μετρά χαμένα εξάμηνα νιώθει τυχερή. Οι αποκρατικοποιήσεις, αντί να δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας και ανταγωνισμό, τείνουν προς τη δημιουργία ιδιωτικών μονοπωλίων με κεφάλαια, ενίοτε, αμφισβητούμενης ποιότητας. Η φοροδιαφυγή και το λαθρεμπόριο είναι οι άθικτοι τροφοδότες λογαριασμοί της διαπλοκής, της διαφθοράς και του κόσμου της νύχτας. Η μόνη ουσιαστική και μεγάλη αλλαγή έγινε στην αγορά εργασίας: Διαλύθηκε.
Επανέρχομαι στο αρχικό ερώτημα. Πάμε κάπως καλύτερα; Η απάντηση είναι σχετική: Εξαρτάται για ποιους μιλάμε…
Πηγή: Καθημερινή