Του Στέφανου Κασιμάτη
Στο βιβλίο του «Η μοιραία έπαρση», ο Φρίντριχ Χάγιεκ υποστηρίζει τη θέση ότι το παράξενο με την οικονομική επιστήμη είναι ότι, εν τέλει, ο σκοπός της είναι «να αποδείξει στους ανθρώπους πόσο λιγοστά είναι στην πραγματικότητα αυτά που γνωρίζουν για όσα φαντάζονται ότι μπορούν να σχεδιάσουν». Στο συγκεκριμένο βιβλίο του 1988, αντικείμενο της κριτικής του μεγάλου Αυστριακού οικονομολόγου είναι ο σοσιαλισμός στις διάφορες εκδοχές του. Παρόλα αυτά, η διαπίστωσή του ισχύει γενικότερα, νομίζω, για τη μοίρα των ανθρώπινων σχεδιασμών μέσα στην πολύπλοκη και μάλλον ασύλληπτη φύση της πραγματικότητας.
Δεν χρειάζεται να ψάξουμε μακριά για παραδείγματα. Το υπέροχο μπάχαλο, που κατάφερε να στήσει η κυβέρνηση σχεδιάζοντας τη διαπραγμάτευση της εφαρμογής των όσων έχει ήδη συμφωνήσει με την τρόικα, είναι επαρκής απόδειξη. Επειδή, στην πραγματικότητα, δεν θέλουμε να εφαρμόσουμε όσα έχουμε συμφωνήσει, βάσει των οποίων πήραμε το ένα δισ. τον περασμένο Ιούλιο, η κυβέρνηση άρχισε από τον Σεπτέμβριο ήδη να τεντώνει το σκοινί, ελπίζοντας ότι η άλλη πλευρά θα φοβηθεί.
Ομως η άλλη πλευρά μας έχει συνηθίσει πια. Δεν είναι κάτι καινούργιο γι’ αυτούς ότι με επικοινωνιακά «ταρατατζούμ» εσωτερικής κατανάλωσης προσπαθούμε να υπαναχωρήσουμε από τα συμφωνηθέντα. Μα, κάθε φορά, εδώ και τρία χρόνια, αυτό δεν κάνουμε; Διαπραγματευόμαστε, συμφωνούμε και, όταν φθάνει η ώρα της πράξης, ξεκινάμε τη διαπραγμάτευση από την αρχή, λες και δεν την κάναμε ποτέ! Εξ ου και η σκλήρυνση των Ευρωπαίων, που δημοσιοποιήθηκε ευθέως χθες μέσω διαρροών από τις Βρυξέλλες. Κινητικότητα 12.500 υπαλλήλων του Δημοσίου, αναδιάρθρωση των αμυντικών βιομηχανιών, αποπληρωμή εκκρεμών οφειλών σε ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ και ο νέος κώδικας των δικηγόρων είναι οι εκκρεμότητες που προσπαθούμε να χώσουμε κάτω από το χαλί.
Μακάρι να είχαν μείνει τα πράγματα σε μια αντιπαράθεση με τους δανειστές. Αλλά, «μετά την πρώτη επαφή με τον εχθρό κανένα σχέδιο μάχης δεν ισχύει», που έλεγε ο Μόλτκε. Οι κουτοπονηριές της κυβέρνησης άνοιξαν την όρεξη, στο εσωτερικό, των πάσης προελεύσεως υπερασπιστών της παραδοσιακής Ελλαδάρας (που ξοδεύει χωρίς να μετράει, γιατί αυτό ορίζει ο νόμος της λεβεντιάς…). Από τους Νεοκαραμανλικούς, που βρήκαν την ευκαιρία να ξεσαλώσουν κατά του Στουρνάρα και τον αντιπρόεδρο τον Βενιζέλο, που ψαύει μες στα σκοτεινά για να βρει διακριτό ρόλο για το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, μέχρι τον Τσίπρα και τον πάντα ξέπνοο και εξόχως τεθλιμμένο πολιτικό αρχηγό από τη Λάρισα, που ακούει Χρήστος Ζώης, όλοι βγήκαν στο κλαρί. Αποτέλεσμα; Η κυβέρνηση εκτός από το μέτωπο με τους δανειστές στο εξωτερικό να έχει ανοίξει και διάφορα άλλα στο εσωτερικό. Η σοβαρότερη πρόκληση έρχεται, ασφαλώς, από τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, ο οποίος χάρη στον σαματά βρήκε την ευκαιρία να τρομοκρατήσει πιθανούς επενδυτές, με ακόμη οξύτερες διατυπώσεις από ό,τι μας είχε συνηθίσει ώς τώρα. (Ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται…).
Αυτό το χάος οφείλεται στην «τσάμπα μαγκιά» της κυβέρνησης: στην επιπολαιότητα με την οποία κλιμάκωσε την αντιπαράθεση με τους δανειστές. Μπορεί ορισμένοι (εκεί ψηλά, πολύ ψηλά, στην κυβέρνηση…) να αδυνατούν να συγκρατήσουν την έμφυτη ροπή τους προς το ρίσκο, αλλά για να αποβεί η κλιμάκωση συμφέρουσα για την πλευρά που την προκαλεί χρειάζεται και τα προαπαιτούμενα της – όπως άλλωστε ισχύει και με τα παροιμιώδη μεταξωτά βρακιά. Το πρόβλημα με τη μέθοδο της κλιμάκωσης είναι ότι όσο εντείνεται εκατέρωθεν, τόσο δυσκολότερο είναι και για τις δύο πλευρές να κάνουν πίσω διατηρώντας ανέπαφο το γόητρό τους. Κάποιος θα εξευτελιστεί στο τέλος αυτής της ιστορίας και (μεταξύ μας) δεν νομίζω ότι θα είναι οι δανειστές…
Πηγή: Καθημερινή