του Κώστα Στούπα
Το ντιμπεϊτ μεταξύ της κας Μέρκελ και του επικεφαλής των σοσιαλδημοκρατών κου Σταϊνμπρουκ, προχθές ήταν αρκετά αποκαλυπτικό για το πώς προσδιορίζονται οι πιθανότητες προσεχώς για το μέλλον της Ελλάδας.
Σε γενικές γραμμές, η νυν καγκελάριος δήλωσε πως: «Είναι σαφές ότι θα βοηθήσουμε. Το θέμα είναι όμως πώς βοηθάει κανείς. Βοηθάει με το να λυπάται για την δύσκολη κατάσταση; Ή βοηθάει με το να προτρέπει για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις;
Δεν πρέπει να δείξουμε λάθος αλληλεγγύη, αλλά πρέπει να ακολουθήσουμε την αρχή “παροχές για αντιπαροχές, αλληλεγγύη και υπευθυνότητα…”.
…Η χώρα είχε όχι μόνο σημαντικά οικονομικά ελλείμματα, αλλά και το σύνολο της δομής του κράτους δεν ανταποκρίνεται και στις απαιτήσεις στις οποίες πρέπει σήμερα να ανταποκρίνεται ένα μέλος της Ευρωζώνης».
Από την πλευρά του, ο υποψήφιος των σοσιαλδημοκρατών είπε πως: «Η πολιτική της Μέρκελ συνθλίβει τις νότιες ευρωπαϊκές χώρες με τη λιτότητα…
Βεβαίως χρειάζεται η εξυγίανση των προϋπολογισμών, αλλά όχι σε θανατηφόρα για αυτές τις χώρες δόση. Θα πρέπει να συνοδεύεται από κίνητρα, από ένα “Σχέδιο Μάρσαλ 2″».
Στις διαφορές μεταξύ των δυο αντιπάλων δεν περιλαμβάνεται πουθενά η υπόνοια μιας εγκατάλειψης της Ελλάδας εκτός ευρώ η οποία θα ανέτρεπε το σκηνικό απομάκρυνσης της ανεξέλεγκτης κατάρρευσης που έχει δρομολογηθεί από το καλοκαίρι του 2012 μετά τις ελληνικές εκλογές.
Οι διαφορές βρίσκονται στη δοσολογία μεταξύ λιτότητας και μεταφοράς πόρων από το βορρά με αναπτυξιακούς στόχους. Όποιος αντιλαμβάνεται τους Γερμανούς μπορεί να γνωρίζει πως η μεταφορά πόρων δεν μπορεί να είναι αυτό που άκουσα τον κ. Μηλιό του ΣΥΡΙΖΑ να λέει στο ραδιόφωνο προχθές πως θα αυξήσουμε τους μισθούς να γίνουν αξιόχρεοι πάλι για να μπορέσουν οι τράπεζες να του δανείσουν ξανά, να δημιουργηθεί ζήτηση και να ανακάμψει η οικονομία… Αυτά θα ήταν διασκεδαστικά αν δεν τα έλεγε κάποιος που επηρεάζει και διαμορφώνει το οικονομικό κλίμα της χώρας, από το οποίο εξαρτάται η ζωή 10 εκατ. ανθρώπων…
Με απλά λόγια η γερμανική πολιτική, από την οποία εξαρτάται η μελλοντική πορεία της χώρας, δεν φαίνεται πως περιλαμβάνει στην ατζέντα δυσάρεστες εκπλήξεις για την Ελλάδα.
Οι δύο εκδοχές της μετεκλογικής γερμανικής στάσης είτε από μια κυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών Φιλελευθέρων, είτε από ένα μεγάλο συνασπισμό με τους Σοσιαλδημοκράτες, περιλαμβάνουν από ένα τρίτο πακέτο στήριξης μέχρι κάποιο ευρύτερο σχέδιο στα πρότυπα του μεταπολεμικού σχεδίου Μάρσαλ. Αμφότερα, τα σχέδια περιλαμβάνουν μνημόνια και αυστηρούς όρους για μεταρρυθμίσεις. Οι ξένοι γνωρίζουν καλύτερα από μας πλέον πως το εγχώριο πελατειακό σύστημα που λυμαίνεται τους πόρους της χώρας, προσπαθεί να τους εξαπατήσει για να εισπράξει τις δόσεις χωρίς να αλλάξει τίποτα από τις δομές της χρεοκοπίας.
Κατά συνέπεια και τα φαινόμενα, αν χρειαστεί θα καταβάλουν και τρίτο και τέταρτο πακέτο βοήθειας, αλλά με μαστίγιο και καρότο.
Από την πλευρά μας, παραμένει -αν και μειωμένη- η πιθανότητα ενός πολιτικού ατυχήματος, αλλά τα πράγματα θα αλλάξουν δραστικά μόνο όταν δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μια κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία που θα θέλει να μεταρρυθμίσει τη χώρα από βαλκανική μπανανία σε ευρωπαϊκό κράτος και οικονομία.
Η στρατηγική της ελληνικής πλευράς για τους επόμενους μήνες παραμένει η πάση θυσία εμφάνιση πρωτογενούς πλεονάσματος, έτσι ώστε πάει αργότερα, περί την Άνοιξη με βάσιμες πιθανότητες να επαναδιαπραγματευθούν το χρέος.
Σε πρώτη ανάγνωση δεν διαφαίνεται η πιθανότητα «κουρέματος» πέραν της μείωσής του κατά το ποσόν που αντιστοιχεί στην ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Ας μην παραγνωρίζονται όμως οι συνέπειες που μπορεί να έχει στην οικονομία μια δραστική μείωση των επιτοκίων.
Στον προϋπολογισμό του 2013 προβλέπεται πως θα καταβάλουμε για τόκους περί τα 8,9 δισ. ευρώ. Σε γενικές γραμμές αυτό σημαίνει αν έχουμε χρέος 320 δισ. ευρώ ένα μέσο επιτόκιο λίγο κάτω από το 3%.
Μια μείωση του επιτοκίου αυτού κατά μια μονάδα σημαίνει εξοικονόμηση για τα δημόσια ταμεία περί των 3 δισ. ευρώ, με αντίστοιχες δυνατότητες φορολογικών ελαφρύνσεων. Φυσικά, αν οι ελαφρύνσεις αυτές χρησιμοποιηθούν σαν πόροι για την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα, οι ελπίδες για βιώσιμη ανάπτυξη αυξάνονται. Αν ριχτούν στη μαύρη τρύπα του δημοσίου για ψηφοθηρικές σκοπιμότητες και ανταγωνισμό στις ανεδαφικές υποσχέσεις του κ. Τσίπρα, τότε η βελτίωση θα είναι πρόσκαιρη.
Ανακεφαλαιώνοντας θα μπορούσαμε να πούμε πως οι ξένοι συνεχίζουν να δείχνουν αποφασισμένοι να στηρίξουν μια ελληνική σωτηρία, κάτι που η πολιτική ηγεσία της χώρας για μικροπολιτικές σκοπιμότητες δεν έχει αποφασίσει ακόμη.
Πηγή: Capital.gr