Του Στέφανου Κασιμάτη
Το Κυβερνητικό Συμβούλιο Μεταρρύθμισης επικύρωσε χθες το σχέδιο με το οποίο τίθενται σε κινητικότητα 12.500 δημόσιοι υπάλληλοι ώς το τέλος Σεπτεμβρίου. Αυτό ήταν το καλό νέο που προέκυψε από τη σύσκεψη. Τα δύσκολα στην αναδιάρθρωση του Δημοσίου προχωρούν – εκείνα τα αυγά, για την περίφημη ομελέτα, σπάνε. Παρ’ όλα αυτά, όμως, το ανησυχητικό, κατά τη ταπεινή γνώμη μου –και πείτε με καχύποπτο, αν θέλετε– ήταν οι θέσεις που ανέπτυξε στο συμβούλιο ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, όπως αυτές «διέρρευσαν» από το ΠΑΣΟΚ. Για να μην κοροϊδευόμαστε, δηλαδή, όπως αυτές διοχετεύθηκαν στον Τύπο από συνεργάτες του αντιπροέδρου και με τη μορφή που ο ίδιος είχε εγκρίνει προηγουμένως.
Ο Ευάγγελος ο Βενιζέλος, λοιπόν, τόνισε την ανάγκη να «αποσυνδεθεί» ο θεσμός της κινητικότητας από τις απολύσεις και να φανεί σαφέστερα ο στόχος του θεσμού, που είναι η μεταφορά του πλεονάζοντος προσωπικού στις υποστελεχωμένες υπηρεσίες του Δημοσίου. Πολύ σωστό ότι πρέπει να αναδειχθεί ο στόχος του θεσμού: η κυβέρνηση γκρεμίζει ένα πανθομολογουμένως άθλιο Δημόσιο, προκειμένου –υποτίθεται– να φτιάξει ένα άλλο που θα είναι καλύτερο. Τι σημαίνει, όμως, «να αποσυνδεθεί»; Επικοινωνιακά να αποσυνδεθεί ή μήπως επί της ουσίας; Διότι αν το ζήτημα είναι μόνον επικοινωνιακό, τι εμποδίζει τον λαλίστατο αντιπρόεδρο να εξηγήσει ο ίδιος πόσο αναγκαία είναι η κινητικότητα; (Οι λέξεις ποτέ δεν ήταν το πρόβλημά του…) Αν είναι θέμα επικοινωνίας και μόνον, γιατί η διαρροές του ΠΑΣΟΚ προς τους δημοσιογράφους να μην είναι στο πνεύμα των δηλώσεων του αρμοδίου υπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος χαρακτήρισε την κινητικότητα «χρήσιμο εργαλείο για την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρωπίνου δυναμικού του Δημοσίου», εφόσον και ο αντιπρόεδρος πιστεύει ότι αυτό πρέπει να αναδειχθεί;
Προφανώς, οι θέσεις του Βενιζέλου δεν είναι άσχετες με τη θέση της ΔΗΜΑΡ, η οποία ζήτησε ευθέως χθες από την κυβέρνηση να αναδιαπραγματευθεί το θέμα της κινητικότητας με την τρόικα, ώστε να μη γίνουν απολύσεις. Οπως και η στάση της επαμφοτερίζουσας ΔΗΜΑΡ, με τη σειρά της, δεν είναι άσχετη με τις υποκριτικές τσιρίδες του ΣΥΡΙΖΑ για «διάλυση» και «χαριστική βολή» στο Δημόσιο. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι μεταφέρονται πλέον στον πυρήνα της κυβέρνησης οι πιέσεις της Αριστεράς υπέρ του δημόσιου τομέα ως αυτοσκοπού, που υφίσταται πρωτίστως για να παρέχει μισθούς. Εξ ου και οι βολικές ασάφειες του αντιπροέδρου.
Ο τακτικισμός είναι απαραίτητος για την πολιτική επιβίωση. Προέχει, όμως, η πολιτική ουσίας. Αυτήν –αν την διαθέτει– οφείλει να αναδείξει το ΠΑΣΟΚ, εφόσον φιλοδοξεί να εκφράσει τη σοβαρή Κεντροαριστερά, που θα χαρακτηρίζεται από ρεαλισμό και την οποία η χώρα έχει ανάγκη. Η σκληρή αλήθεια, την οποία το ΠΑΣΟΚ παριστάνει ότι δεν βλέπει, είναι ότι αναδιάρθρωση χωρίς απολύσεις (των εντελώς αχρήστων, ανικάνων και των απατεώνων) δεν γίνεται. Η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση που επιχειρείται τούτο το διάστημα στο Δημόσιο είναι η επαναφορά της απόλυσης του άχρηστου. Αυτό ισχύει παντού στον κόσμο, όπου οι κρατικές υπηρεσίες λειτουργούν ικανοποιητικά και πρέπει, επιτέλους, να ισχύσει και εδώ. Οπως σε ένα διαμέρισμα η εσωτερική ανακαίνιση ξεκινάει με γκρεμίσματα, σκόνη και μπάζα, το ίδιο είναι αναπόφευκτο να συμβεί και με το Δημόσιο. Χωρίς το στοιχείο της «δημιουργικής καταστροφής», για να θυμηθούμε τον Σουμπέτερ, καλύτερο Δημόσιο δεν πρόκειται να αποκτήσουμε εις τον αιώνα των αιώνων. Είτε μας αρέσει είτε όχι, η καταστροφή είναι μια απαραίτητη φάση, εφόσον στόχος είναι η δημιουργία. Τα υπόλοιπα είναι για τους φιλοσοφούντες καφενόβιους του Ντόλτσε…
Πηγή: Καθημερινή