Του Στέφανου Κασιμάτη
Οι δήμαρχοι, διαβάζω, ζητούν να μη διαλυθεί το σώμα της Δημοτικής Αστυνομίας· και ο λόγος είναι ότι δεν θέλουν να στερηθούν «τα κονδύλια από τους ελέγχους που πραγματοποιούσε η Δημοτική Αστυνομία». Ποιους ελέγχους; Ερωτώ εγώ ο αδαής, ο αφελής, ο ανίδεος και βλαξ. Σίγουρα, πάντως, όχι εκείνους που αφορούσαν τη διατάραξη της κοινής ησυχίας. Διότι, αφότου οι αρμοδιότητες πέρασαν από την κανονική Αστυνομία στη Δημοτική, αυτοί οι έλεγχοι απλώς δεν γίνονται.
Εχω την τύχη -καλή ή κακή, δεν ξέρω- να ζω σε διαμέρισμα ευρισκόμενο παραπλεύρως «καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος». Οσο η αρμοδιότητα του ελέγχου ανήκε στην Αστυνομία, κάθε φορά που το «πάρτι» συνεχιζόταν μετά τα μεσάνυχτα και εγώ καλούσα την Αστυνομία εκείνη επιλαμβανόταν της υπόθεσης, το αργότερο μέσα σε είκοσι λεπτά. Το έκανες μία, δύο, τρεις φορές; Στο τέλος, η διεύθυνση του καταστήματος καταλάβαινε ότι δεν τη συνέφερε να συνεχίζει αυτό το βιολί και να διακινδυνεύει την άδεια του καταστήματος, οπότε συνετιζόταν. Αφότου όμως η αρμοδιότητα πέρασε στη Δημοτική Αστυνομία, απλώς έπαυσε να υφίσταται στην πράξη. Η Αστυνομία σε παραπέμπει πλέον σε έναν τηλεφωνικό αριθμό της Δημοτικής, ο οποίος φυσικά δεν απαντά. Γιατί να απαντούν τα μεσάνυχτα; Κορόιδα είναι; Αν ήσαν κορόιδα, θα πήγαιναν στην κανονική Αστυνομία, όχι στη δήθεν του Δήμου. Από την άλλη, όμως, μετά τα μεσάνυχτα είναι που χρειάζεται κάποιος να μπορεί να προστρέξει σε μια υπηρεσία η οποία έχει τον έλεγχο της ηχορρύπανσης. Τι χρησιμότητα μπορεί να έχει μια τέτοια υπηρεσία, εφόσον η καθημερινή λειτουργία της ακολουθεί το ωράριο των δημοσίων υπηρεσιών ή των εμπορικών καταστημάτων; Αν είναι «Αστυνομία», με την πλήρη έννοια του όρου, οφείλει να λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση.
Επομένως, οι έλεγχοι, από τους οποίους η υπάρχουσα Δημοτική Αστυνομία εξασφαλίζει πόρους τους οποίους οι δήμοι δεν μπορούν να στερηθούν, αφορούν τη στάθμευση – διότι πέραν της στάθμευσης και της ηχορρύπανσης άλλη αρμοδιότητα η μαϊμού Αστυνομία των Δήμων δεν έχει. Αυτός ο έλεγχος της στάθμευσης, λοιπόν, είναι τόσο δύσκολη υπόθεση, ώστε να μην μπορούν να τον κάνουν άλλοι δημοτικοί υπάλληλοι, χωρίς τη στολή της Δημοτικής Αστυνομίας; Ακούω στα ραδιόφωνα δημάρχους να κόπτονται για την εκπαίδευση των δημοτικών αστυνομικών που θα πάει χαμένη και, ειλικρινά, αναρωτιέμαι πόσο επίπονο και ακριβό είναι να εκπαιδεύσεις κάποιον να ελέγχει τη στάθμευση; Και πού, τέλος πάντων, εκπαιδεύονται όλοι αυτοί, στο FBI; Σιγά πια, μη χάσει η Βενετιά βελόνι! Φρίττεις με τις ανοησίες αυτές, συνειδητοποιώντας πού έχει καταντήσει η έννοια «εκπαίδευση»…
Καταλαβαίνω πολύ καλά, εντούτοις, γιατί οι δήμαρχοι οδύρονται, καθώς βλέπουν να έρχεται το τέλος της Δημοτικής Αστυνομίας. Τους πτοεί αυτό που φοβίζει κάθε δημόσιο λειτουργό και ειδικά τους εκλεγμένους: οι τριβές, οι καβγάδες, η σύγκρουση, που συνεπάγεται αναγκαστικά η αναδιάταξη του κράτους στην Ελλάδα – η «επανίδρυσή» του, για να το θέσω με όρους μιας άλλης εποχής, που ψυχολογικά φαντάζει μακρινή, ενώ χρονικά απέχει ελάχιστα. Δεν είναι μόνο ότι φοβούνται τη βία των «νταβατζήδων» (άλλη έκφραση της ίδιας εποχής…) του συνδικαλιστικού κινήματος. Κυρίως, είναι ότι ελπίζουν να μείνουν εκτός της μάχης που πρόκειται να δοθεί. Ελπίζουν ότι αυτή θα δοθεί κάπου αλλού και ότι οι ίδιοι θα γλιτώσουν τη δοκιμασία από την οποία είναι αμφίβολο αν θα επιβιώσουν πολιτικά.
Το καταλαβαίνω, διότι είναι κατανοητό και ανθρώπινο, στην κατακερματισμένη κοινωνία μας, όπου κάθε ομάδα συμφερόντων ελπίζει να τη βγάλει καθαρή εις βάρος όλων των άλλων. Είναι όμως και άδικο. Είναι άδικο να διατηρούνται νησίδες του σπάταλου κράτους, όταν πληρώνεις ενοίκιο στο κράτος για το σπίτι που απέκτησες έπειτα από είκοσι πέντε χρόνια δουλειάς. Είναι άδικο, όταν -εφόσον έχεις ακόμη την τύχη να είσαι μισθωτός- να μαζεύεις λεφτά όλο το καλοκαίρι για να πληρώσεις την εφορία. Αυτό που ισχύει για τους απλούς ανθρώπους, αναγκαστικά πρέπει να ισχύσει και για τους δημάρχους και, γενικότερα, για τους πολιτευόμενους. Οφείλουν να πάρουν δύσκολες αποφάσεις και να τις εξηγήσουν, ελπίζοντας ότι το αύριο θα έχει μια θέση γι’ αυτούς. Οπως ακριβώς κάνουμε και εμείς: οι ψηφοφόροι τους. Ας το καταλάβουν επιτέλους!
Πηγή: Καθημερινή