Του Πάσχου Μανδραβέλη
Όλα δείχνουν ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση αλλάζει ρότα σε ό,τι αφορά τη φορολογία κεφαλαίου. Απομακρύνεται από τις παλιές παραδοχές περί χαμηλών επιβαρύνσεων προκειμένου να έρθει η ανάπτυξη κι αποφάσισε να επιμερίσει διαφορετικά το βάρος της κρίσης.
Πρώτα θέσπισε τον φόρο στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές. Κατόπιν ελήφθη η απόφαση της Ντοβίλ, σύμφωνα με την οποία το βάρος της διάσωσης υπερχρεωμένων χωρών θα έπεφτε και σε όσους επένδυσαν και σε «ασφαλή» κρατικά ομόλογα. Υπήρξε η πίεση προς την Ιρλανδία να ανεβάσει τη φορολογία των επιχειρήσεων, η οποία όμως δεν καρποφόρησε. Το «κούρεμα» των ομολόγων της ολλανδικής τράπεζας SNS Reaal στο 100%. Τέλος, έχουμε την απόφαση για την Κύπρο, η οποία μετά τις δηλώσεις του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ θα επεκταθεί και στις διασώσεις άλλων τραπεζών, με επιβάρυνση των καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ. Το τελευταίο πιστοποιείται και από τις δηλώσεις της εκπροσώπου του κοινοτικού επιτρόπου Μισέλ Μπαρνιέ, η οποία αποκάλυψε ότι «στην πρόταση της Κομισιόν, η οποία συζητείται, δεν αποκλείεται καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ να μπορούν να γίνονται εργαλεία για να χρησιμοποιούνται σε διασώσεις εκ των ένδον».
Αυτές οι εξελίξεις έπρεπε να είναι θέμα προς συζήτηση και στη χώρα μας διότι ενέχουν ρίσκο. Καταρχάς ανεβάζουν το κόστος του χρήματος στην Ευρώπη. Μεταθέτοντας μέρος του ρίσκου στους επενδυτές ή και μεγαλοκαταθέτες, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα αναγκαστικά πρέπει να έχουν μεγαλύτερα επιτόκια για να είναι ελκυστικά. Υπάρχει το ρίσκο να φύγουν ξένα κεφάλαια από την Γηραιά Ηπειρο προς πιο «φιλικούς περιορισμούς», όπως επίσης και το γεγονός ότι εκ των πραγμάτων αποξενώνεται η Βρετανία, η οποία είναι η πρωτεύουσα του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού στην Ευρώπη.
Στην Ελλάδα αυτή η συζήτηση δεν γίνεται. Μετά τις ιαχές «να πληρώσει το κεφάλαιο την κρίση» περάσαμε στην άρνηση της επιβάρυνσης του κεφαλαίου, ακόμη και αν αυτό είναι υπό τη μορφή ομολόγων, καταθέσεων, ακίνητης περιουσίας κ.λπ. Η ελληνική Αριστερά, αντί να πανηγυρίζει που την κρίση δεν επωμίζονται εξ ολοκλήρου οι φορολογούμενοι της Ευρωζώνης, αλυχτά επειδή καταστρέφεται ο φορολογικός παράδεισος της Κύπρου.
Ετσι για μια ακόμη φορά η χώρα κάνει τη λάθος συζήτηση. Οπως έγινε και με το ελληνικό Μνημόνιο, ουδείς νοιάζεται για το πόσο ήπιες θα είναι στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα οι επιπτώσεις της αναγκαστικής αναδιάρθρωσης της κυπριακής οικονομίας. Ολοι μοιάζουν να ανησυχούν για τα μεγαλοδικηγορικά γραφεία και τις λογιστικές εταιρείες που διευκόλυναν τις «επενδύσεις» στον φουσκωμένο χρηματοπιστωτικό της τομέα της Μεγαλονήσου.
Να είναι άραγε η έξις (της αντίθεσης σε όλα) που έγινε δευτέρα φύσις της Αριστεράς; Πιθανώς, αλλά στην ελληνική περίπτωση οι «αγώνες» κατά της κρίσης είχαν ένα τραγικό αποτέλεσμα. Οι ξεχασμένοι των προηγούμενων «αγώνων», οι ιδιωτικοί υπάλληλοι που είχαν χαμηλότερους μισθούς και μικρότερη ασφάλεια επωμίζονται το μεγαλύτερο κομμάτι της κρίσης. Δεν χάνουν μόνο τη δουλειά τους, αλλά και ως άνεργοι (μετά ένα βραχύ διάστημα που τους παρέχεται ένα φιλοδώρημα) έχουν ελάχιστη προστασία από ένα κράτος που επιμένει να συντηρεί αντιπαραγωγικές υποδομές αντί να βοηθά όσους έχουν ανάγκη.
Πηγή: Καθημερινή