Του Στέφανου Κασιμάτη
Το ταξίδι του πρωθυπουργού στο Κατάρ είναι από τα πριν τρικλοποδιασμένο». Ακούγοντας από το ραδιόφωνο τα θαυμάσια ελληνικά της Ρένας Δούρου, ανατρίχιασα. Επίσης όμως κατάλαβα γιατί προτίμησε να χρησιμοποιήσει τη μητρική της (;) γλώσσα σε ομιλίες που έκανε προσφάτως στις ΗΠΑ, παρότι στο βιογραφικό της αναφέρεται ότι έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Εσεξ και, κατά τεκμήριο, πρέπει να μιλάει την αγγλική. (Ισως όχι το ίδιο καλά όσο την ελληνική, αλλά δεν έχει σημασία…)
Ωστόσο, η κατάπληξη που μου προκάλεσαν οι εμπνευσμένες ελληνικούρες της κυρίας Δούρου δεν ήταν αρκετή ώστε να αποσπάσει την προσοχή μου, ως ακροατή της ραδιοφωνικής συνέντευξής της, από την αλλοπρόσαλλη θέση του κόμματός της για την προσέλκυση επενδύσεων. Εν ολίγοις και με τα δικά μου λόγια (γιατί είναι αδύνατον να αναπαραγάγω το ιδιόλεκτο της πολιτικού), ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, με γνώμονα το πατριωτικό καθήκον του, πρώτα θα επανεξετάσει όσες ξένες επενδύσεις έχουν γίνει (αναφέρθηκε συγκεκριμένα στην επένδυση της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά), καθώς και όσες πρόκειται να γίνουν, έπειτα δε θα ξεκινήσουν οι ίδιοι τα ταξίδια στο εξωτερικό για να προσελκύσουν νέες επενδύσεις – σοσιαλιστικές και πατριωτικές, υποθέτω. Ποιος νουνεχής άνθρωπος, με αντίληψη της πραγματικότητας, μπορεί να πάρει στα σοβαρά τέτοιες θέσεις; Πόσο ανόητος πρέπει να είναι κανείς για να παραβλέψει την υποκρισία που βγάζει μάτι;
Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι να εμποδίσει οτιδήποτε θα βοηθούσε τη χώρα να ξεκολλήσει από το τέλμα του χρεοκοπημένου κρατισμού. Για τον λόγο αυτόν, ο πρόεδρος Τσίπρας, μετά την υποστήριξη που παρέσχε αφειδώς στους απεργούς στις συγκοινωνίες, τώρα στηρίζει και τις κινητοποιήσεις των αγροτών: «Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον δρόμο της διεκδίκησης δίκαιων αιτημάτων» δήλωσε χθες, μετά τη συνάντηση με τους εκπροσώπους τους. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι για τον πρόεδρο όλα τα αιτήματα -μηδενός εξαιρουμένου- είναι δίκαια, επειδή η υπόθαλψη και η στήριξή τους εξυπηρετεί το μόνο δίκαιο στο οποίο κατά βάθος πιστεύει: την κατάκτηση της εξουσίας από τον ίδιο και τον εσμό των παλαβών μαρξιστών που σέρνει μαζί του.
Με το αστείο πρόσχημα μιας άλλου τύπου ανάπτυξης της οικονομίας (τον οποίο άλλο τύπο ούτε που τολμά να παρουσιάσει με την απαιτούμενη σαφήνεια, διότι καταλαβαίνει ότι δεν τον συμφέρει εν έτει 2013 να μιλάει για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας και συναφείς αρλούμπες…), ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί το μοντέλο της δομικής αντιπολίτευσης: όχι σε όλα, εφόσον έτσι δυσκολεύεται το έργο της κυβέρνησης. Γνωρίσαμε στο πρόσφατο παρελθόν το μοντέλο αυτό και τις οδυνηρές για τη χώρα και όλους μας συνέπειές του. Το γνωρίσαμε και από τον Γιώργο Παπανδρέου και από τον Αντώνη Σαμαρά, όταν ο καθένας τους ήταν στα έδρανα της αντιπολίτευσης. Γιατί λοιπόν πρέπει να περάσουμε ξανά από τον ίδιο κύκλο και να βρεθούμε ξανά στο χείλος του γκρεμού; Γιατί και μάλιστα όταν ο Τσίπρας βεβαιώνει, από τις ΗΠΑ (στις οποίες «ακόμη και η ριζοσπαστική Αριστερά προσβλέπει», όπως είπε…), ότι ούτε το μέλλον της χώρας εκτός ευρώ οραματίζεται ούτε το Μνημόνιο σκοπεύει να καταργήσει; Εφόσον εννοεί αυτά που λέει, η στείρα εναντίωση του κόμματός του στα πάντα και η τακτική της πόλωσης και της υπονόμευσης κάθε προσπάθειας της κυβέρνησης απλώς δεν έχουν νόημα.
Αποκτούν νόημα, ωστόσο, εφόσον το πρόσωπο που παρουσίασε ο Τσίπρας στις ΗΠΑ δεν έχει σχέση με τις αληθινές προθέσεις του – και νομίζω ότι δεν έχει. Νομίζω ότι αν αφαιρέσει κανείς αγριοπασόκους, ψεκασμένους, βαρεμένους, οπαδούς του απλοϊκού βολονταρισμού τύπου Κοέλιο («αν θέλεις κάτι πραγματικά, όλο το Σύμπαν συνωμοτεί για την πραγματοποίησή του») και άλλους καθυστερημένους οι οποίοι αδυνατούν να καταλάβουν τις αλλαγές που έχουν επέλθει, αν δηλαδή αφαιρέσει κανείς όλους εκείνους που περιστασιακά προστρέχουν στον ΣΥΡΙΖΑ, με την ελπίδα ότι ο χρόνος μπορεί να γυρίσει πίσω, ο πραγματικός ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτός που εκφράζεται μέσα από το αρχικό πρόγραμμά του. Ο πραγματικός ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα συνονθύλευμα μαρξιστών, που αποτελούν τον στελεχικό πυρήνα του και ονειρεύονται να φέρουν τον σοσιαλισμό στην Ελλάδα, έπειτα στην Ευρώπη και, τέλος, στον κόσμο ολόκληρο.
Είναι πεποίθησή μου ότι κάνουν λάθος όσοι βλέπουν στην πρόσφατη διεθνή τουρνέ του προέδρου Τσίπρα μια απόπειρα προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα, ακραίο έστω, σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο. Συγχέουν το παράδειγμα του ΠΑΣΟΚ με αυτό του ΣΥΡΙΖΑ. Ομως, το ΠΑΣΟΚ των πρώτων χρόνων ήταν ο αρχηγός του, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο Τσίπρας, ούτε και ο επαρχιώτης Τσίπρας είναι Ανδρέας Παπανδρέου. Οι δε εσωτερικές αντιφάσεις που προκύπτουν από παρόμοιες ασκήσεις προσαρμογής δεν είναι απαραιτήτως μειονέκτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ. Απευθυνόμενη στον ασυνάρτητο χυλό της ελληνικής κοινωνίας, η πολυφωνία μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να αποβεί στοιχείο ευνοϊκό για την πολυσυλλεκτικότητα ενός κόμματος, το οποίο μέσω μιας ρητορικής που στρογγυλεύει τις θέσεις του παρουσιάζεται να έχει να προσφέρει κάτι για τον καθένα.
Παρ’ όλα αυτά, όσο και αν οι Ελληνες είμαστε ο εξυπνότερος λαός του κόσμου κ.λπ., νομίζω ότι την πολιτική επιλογή που εκπροσωπεί κατά βάθος ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα την κάνουμε ποτέ. (Για τον ίδιο λόγο που τα ποσοστά του ΚΚΕ δεν ξεπέρασαν ποτέ το 10% στην εποχή της μεταπολίτευσης και τώρα φθίνουν διαρκώς). Η επιλογή ΣΥΡΙΖΑ είναι αποφατική: την κάνεις μόνον εφόσον όλες οι άλλες έχουν αποδεδειγμένα αποτύχει. Αυτό σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί βασίμως να ελπίζει μόνο στην αποτυχία της σημερινής κυβέρνησης. Αυτό το -πάντα επίφοβο, δυστυχώς- ενδεχόμενο είναι το μόνο που μπορεί να μετατρέψει την απογοήτευση σε απελπισία και να οδηγήσει στον ΣΥΡΙΖΑ. Επομένως, το δίλημμα παραμένει το ίδιο με αυτό των εκλογών: ή πορευόμαστε με τα κόμματα του ρεαλισμού, Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και Δημοκρατική Αριστερά, ή βουτάμε στο βάραθρο με την ελπίδα ότι θα ξυπνήσουμε στον παράδεισο του σοσιαλισμού…
Πηγή: Καθημερινή