Tου Πασχου Mανδραβελη
Θαύμα! Με τον αραμπά της Βουλής λίγο πριν από το 2013 μάθαμε τα περιουσιακά στοιχεία που είχαν οι πολιτικοί μας το 2010! Είδαμε τα αφιερώματα για τους φτωχούς και πλούσιους της Βουλής, για τις πινακίδες που κατέθεσε ο κ. Σαμαράς, για το σκάφος που έχει ο κ. Καμμένος, για τα ακίνητα του κ. Βενιζέλου. Στα καφενεία της επικράτειας συζήτησαν για τα χαμένα 700.000 ευρώ του κ. Κώστα Καραμανλή. Μετά το κουτσομπολιό, όμως, τι ακολουθεί; Για μια ακόμη φορά θα κυριαρχήσει το συμπέρασμα χωρίς στοιχεία. Θα ενσταλαχτεί σαν δηλητήριο στον ελληνικό λαό η πεποίθηση για «τα λαμόγια της Βουλής που έκαναν αμύθητες περιουσίες». Δεν μπορούμε να τους ψέξουμε διότι κανείς δεν μπορεί να συγκρίνει τα σημερινά στοιχεία με την περιουσία των πολιτικών όταν μπήκαν στη Βουλή. Χειρότερα: ο έλεγχος και η σύγκριση απαγορεύεται.
Είναι εκπληκτικό, αλλά η ελληνική Βουλή δεν μπορεί να κάνει ούτε τα πιο στοιχειώδη για τη διαφάνεια. Με το ετήσιο πανηγυράκι των μπαγιάτικων «πόθεν έσχες» κάνει μια μικρή επίδειξη του πλούτου που έχουν οι πολιτικοί και μετά καταχωνιάζει τις δηλώσεις στα συρτάρια. Σύμφωνα δε με τους όρους που επέβαλε ο προηγούμενος πρόεδρος της Βουλής κ. Φίλιππος Πετσάλνικος «απαγορεύεται κάθε αντιγραφή ή αναδημοσίευση μέρους ή του συνόλου των ηλεκτρονικών δηλώσεων. Η πρόσβαση στα στοιχεία αυτά επιτρέπεται μόνο μέσω της διαδικτυακής πύλης της Βουλής των Ελλήνων και μόνο με τα τεχνικά μέσα τα οποία έχουν αξιοποιηθεί για τον σκοπό αυτό». Με άλλα λόγια όχι μόνο δεν βλέπουμε το «πόθεν», αλλά ούτε επιτρέπεται να ρωτήσουμε. Δεν μπορούμε να μάθουμε αν, για παράδειγμα, ο κ. Βουλγαράκης πλούτισε όταν ήταν υπουργός. Απαγορεύεται -δήθεν για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων- να συγκρίνουμε την περιουσιακή του κατάσταση το 2000 με εκείνη του 2009.
Κάποια στιγμή ο πολιτικός κόσμος πρέπει να σοβαρευτεί. Αυτό ισχύει πρωτίστως για τον πρόεδρο της Βουλής και τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων. Ο νόμος του 1965 για την «προάσπιση της τιμής του πολιτικού κόσμου» ήθελε τους εκλεκτούς μας να δηλώνουν τα περιουσιακά τους στοιχεία αφενός για να αποφευχθεί ο αθέμιτος πλουτισμός και αφετέρου να μην καίγονται τα χλωρά μαζί με τα διεφθαρμένα. Ο νομοθέτης ήθελε την άμεση και καθολική πρόσβαση των πολιτών στα στοιχεία έτσι ώστε να βουλώνουν τα στόματα ακόμη και των πιο δύσπιστων και για να μην κυκλοφορούν στα καφενεία δηλητηριώδεις διαπιστώσεις για τους «κλέφτες της Βουλής».
Σήμερα αντί να διευκολύνεται η πρόσβαση των πολιτών στα δεδομένα ώστε να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή προστασία της τιμής του πολιτικού κόσμου εξακολουθεί η πολιτική απάτη του κ. Φίλιππου Πετσάλνικου. Τα «πόθεν έσχες» εξακολουθούν να βγαίνουν χύμα, κουτσουρεμένα και για λίγο διάστημα. Χρησιμοποιείται ως φθηνή δικαιολογία η προστασία των… προσωπικών δεδομένων των πολιτικών, όταν οι ίδιοι οι πολιτικοί εθελοντικώς αποφάσισαν, με τον νόμο του 1965, να αποποιηθούν αυτό το δικαίωμα.
Υπάρχει όμως ένα ακόμη πιο θλιβερό συμπέρασμα από το γεγονός ότι η Βουλή δεν μπορεί να κάνει ούτε τα στοιχειώδη για τη διαφάνεια: ελάχιστοι από τον πολιτικό κόσμο διαμαρτύρονται γι’ αυτήν την απάτη. Ούτε καν οι βουλευτές που δεν έχουν κάτι να κρύψουν. Οπότε μπορεί ο όρος «τα λαμόγια της Βουλής» να είναι άδικη ρετσινιά, αλλά μόνο ο κ. Μεϊμαράκης και οι βουλευτές μπορούν να την εξαλείψουν.
Πηγή: Καθημερινή