Από τον Άρη Δημοκίδη
Στη χώρα του “είσαι ότι δηλώσεις” τώρα είναι στη μόδα να δηλώνεις “είμαι ένας από εσάς”!
Δεν θα πω ότι δεν τους πιστεύω. Πιθανότατα είναι όλοι τους γνήσιοι αριστεροί, χωρίς καταθέσεις στο εξωτερικό, χωρίς Τζάγκουαρ (πλην του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα) και νοιάζονται μόνο για το λαό και όχι για το ίματζ τους.
Όμως, ακόμα κι αν δεν είναι ψεύτικη, δεν μοιάζει ιδιοτελής η συμπεριφορά των περισσότερων διάσημων Ελλήνων που ξαφνικά “συμπάσχουν” μαζί μας; (Διορθωτικές κινήσεις, απολογητικές συνεντεύξεις, γενικόλογες καταγγελίες και κλάψες για να νιώσουμε πως είναι “σαν κι εμάς”.) Και τα λαϊκίστικα “πατ πατ” στην πλάτη του “λαουτζίκου”, με τον οποίο δεν έχουν καμία σχέση πια, δεν σχετίζονται με την (υποσυνείδητη, έστω!) σκέψη πως έτσι θα πουλάνε καλύτερα το ίματζ τους, τις συναυλίες τους, την πολιτική τους, τις εφημερίδες τους;
Πριν από λίγο καιρό ο Γιώργος Νταλάρας, προσπαθώντας να ξεπλύνει τα (αδικαιολόγητα, σε καθε περίπτωση) γιαούρτια που του πέταξαν, δήλωσε: “Αισθάνομαι συνεχώς ενοχές για τα λεφτα που κέρδισα… και δεν το έκρυψα ποτέ”. Από ποιόν δεν το έκρυψε, και πως του ήρθε τώρα να μας το πει; “Χάρισε τα λεφτά σου” του απάντησε μέσω Ίντερνετ ο Γιάννης Αγγελάκας, που κερδίζει επίσης άπειρους πόντους με τις φιλολαϊκές παρεμβάσεις του εν μέσω κρίσης.
Τις προάλλες ήταν η Ελένη Ράντου που έγινε ηρωίδα, χὡνοντάς τα στον υπουργό Παιδείας επειδή δεν δίνει χρήματα για να μεταφέρονται με λεωφορείο τα παιδιά του (δημόσιου) Μουσικού Σχολείου. Όπως, βέβαια, ηρωοποιούνται αμέσως όσοι τα βαζουν με το “σύστημα”, έτσι τ’ ακούνε κιόλας: “Ας αφήσει τις εύκολες ευκαιρίες να αυτοδιαφημίζεται ως επαναστάτρια η Ράντου, εκ των πλέον προνομιούχων του πλουτισμού στη μεταπολιτευτική Ελλάδα… Μπορεί λοιπόν, να στέλνει το παιδί της με σοφέρ ή με όσα ταξί θέλει στις καταπράσινες γειτονιές των βόρειων προαστίων, που ποτέ δεν εξαθλίωσαν με καθημερινές πορείες τα στίφη των ομοϊδεατὡν του συζύγου της και βάρδου του ΚΚΕ, Θ. Παπακωνσταντίνου” (σχόλιο στο «Θέμα», που αποδεικνύει πλέον τη δυσπιστία μερίδας κόσμου
στις αντικαθεστωτικές παντιέρες των διασήμων).
Το αισθητήριο των καλλιτεχνών δουλεύει άψογα. Παλιά, θα ήταν στην επικαιρότητα αν ξεκατινιάζονταν με άλλους, μετά αν δήλωναν “πέρασα κατάθλιψη, πήγα σε ψυχολόγο”. Τώρα, ο πιο σίγουρος τρόπος δημοσιότητας είναι να φωτοσοπάρεις την ελληνική σημαία στη μύτη σου (όπως η Άντζι Σαμίου), να μπλεχτείς σε κόντρες για τη Χρυσή Αυγή (η Μποφίλιου εναντίον της, η Χρύσπα υπέρ της), να γράψεις εξοργισμένα πατριωτικά συνωμοσιολογικά κείμενα (όπως ο Αντώνης Βαρδής) ή να γίνεις η φωνή των “Αγανακτισμἐνων” (όπως ο Γιάννης Ζουγανέλης).
Μερικές φορές, βέβαια, η επαναστατικότητα γυρίζει μπούμερανγκ, κυρίως όταν μοιάζει (κι ας μην είναι) ξεκάθαρη εκμετάλλευση, όπως ήταν το τραγούδι “Κατσαρόλα” του Κραουνάκη, που βγήκε την περίοδο των “Αγανακτισμένων” στο Σύνταγμα. (Γι’ αυτό και δεν αρκεί να είναι αυθόρμητη η κίνηση σου, πρέπει και να μοιαζει!)
Και, φυσικά, η εκμετάλλευση της κρίσης, με λαϊκισμούς και κλάψα και αγανάκτηση, γίνεται και απ’ τους πολιτικούς. Απ’ αυτούς που δεν ψηφίζουν τα μέτρα για να μην τους δείρει το ακροατήριο που αυτοί εκπαίδευσαν να τραμπουκίζει, απ’ αυτούς του ΠΑΣΟΚ που τα ψηφίζουν και δίνουν ολόκληρα σόου μεταμέλειας, απ’ τη Νέα Δημοκρατία που, αφού εκμεταλλεύτηκε την κρίση (ούσα σφόδρα αντιμνημονιακή) για να κερδίσει πόντους, τελικά την πάτησε – κι εμείς μαζί της. Ο λαϊκισμός από τα ακροδεξιά ως τα ακροαριστερά, το χάιδεμα αυτιών, ο πολιτικός οπορτουνισμός για κομματικό όφελος και η απουσία χειροπιαστών προτάσεων θυμίζουν κακή παράσταση με ολέθριες, δυστυχώς, συνέπειες. Κι όμως: ο Πάνος Καμμένος, απ’ τους παλιότερους βουλευτές του συστήματος, απ’ τους πιο πλούσιους (άπειρα κερδισμένα λεφτά στο χρηματιστήριο), σε υπουργείο της ΝΔ, πλασαρίστηκε – και έπεισε! – ως καινούργιο πρόσωπο στην πολιτική, παιδί του λαού και αγνός επαναστάτης.
Και τα media; Οι περισσότεροι μεγαλοδημοσιογράφοι, ειδικά οι (όψιμοι!) αντικαθεστωτικοί και αντιμνημονιακοί, πήραν το μήνυμα: Πρέπει να γίνουν ένα με τον κοσμάκη.
Να πω ονόματα;
Σύμφωνα με την πρώην γυναίκα του Χρύσα Ρώπα (που αγριοφωνάζει επαναστατικά στον Λαζόπουλο), ο Θανάσης Λάλας έχει δεκάδες πολυκατοικίες ως περιουσιακά στοιχεία, αλλά δεν έδινε καν διατροφή σε αυτήν και το παιδί τους. “Αυτός είναι πάμπλουτος κι εγώ δεν έχω ούτε βούτυρο στο ψυγείο μου!”, είχε δηλώσει με παράπονο. Αν τον ακούσεις, όμως, στο ραδιόφωνο, θα νομίσεις ότι αυτός είναι που δεν έχει βούτυρο στο ψυγείο του – μπορεί, μάλιστα, να πιστέψεις ότι δεν έχει καν ψυγείο.
Κλάψα, μίρλα, λαϊκά τραγούδια πόνου και φτώχιας (στα οποία συχνά τραγουδά κι ο ίδιος, με παραπονιάρικη φωνή), λογύδρια γι’ αυτούς που έκλεψαν τα όνειρα μας, που μας γονάτισαν οικονομικά: η προσαρμοστικότητα στους χαλεπούς καιρούς μας επιτάσσει την προσαρμογή των λεγομένων του στο ύφος Λαζόπουλου – που είναι ίσως ο πλουσιότερος καλλιτέχνης στη χώρα, αλλά με μαεστρία κατάφερε να θεωρείται ένα με εμάς τους φτωχούς, ακριβώς λόγω του λαϊκισμού του.
Ο Νίκος Χατζηνικολάου, απευθυνόμενος πλέον στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή, πέτυχε να φτιάξει ένα λαϊκό προφίλ που σχεδόν σε πείθει ότι ζει στη Δραπετσώνα και δουλεύει σε ανθρακωρυχείο. Ο Γιώργος Τράγκας είναι φυσικά ο μάστορας του είδους. Καθώς παντού γραφόταν ότι ο (όπου φυσάει ο άνεμος – θυμιζει τη “φιλολαϊκή” Αυριανή σ’ αυτό!) δημοσιογράφος έκανε διακοπές σε ένα από τα σπίτια του στην Κυανή Ακτή της Γαλλίας, το ίματζ του ως λαϊκού ήρωα που πολεμά τους Γερμανούς κατακτητές έπειθε τους ακροατές και τηλεθεατές του. Γιατί; Επειδή το λέει αυτός. Φωνάζοντας και γράφοντας λες και η Τρόικα τον πέταξε στον δρόμο (προφανώς επειδή νοιάζεται ΤΟΣΟ πολύ για τους υπόλοιπους Έλληνες), κατάφερε όχι μόνο να μην τον παιρνουν οι λαϊκές μάζες με τις πέτρες και τα γιαούρτια, αλλά να τον θεωρούν και ήρωα που τα λέει έξω απ’τα δόντια.
Γνωστοί εκατομμυριούχοι, με κανάλια, εφημερίδες, δελτία, προσπαθούν να εξαγνιστούν, λέγοντας αυτά που θέλει να ακούσει ο λαός. Τι κι αν βαθια μέσα μας ξέρουμε πως δεν είναι; Πως μετά τη φιλολαϊκή, μελοδραματική, αγανακτισμένη παράστασή τους μπαίνουν στο ακριβό αμάξι τους με τη φρουρά τους, αστυνομικούς που εμείς πληρώνουμε για να τους φυλάνε, και πηγαίνουν στην τριώροφη βίλα τους στα βόρεια προάστια, με το ασανσέρ για το αμάξι και τις πισίνες και τα γήπεδα; Αν τα πουν όπως θέλουμε, ειναι άξιοι, είναι μαζί μας και τους δεχόμαστε ως αντισυστημικούς. Αν δεν τα πουν (είτε λόγω ανάλογων συμφερόντων, είτε επειδή απλώς δεν θέλουν να σκούζουν με υποκριτικό λαϊκισμό), θεωρούνται μιάσματα της δημοσιογραφίας. Η Όλγα Τρέμη παίζει τελείως λάθος, τελικά: αν έσκουζε αγανακτισμένη, θα ήταν μια από εμας, ένα λαϊκό κορίτσι, του οποίου τα πλούτη δεχόμαστε να παραβλέψουμε, όσο μας χαϊδεύει τα αυτιά.
Δεν σημαίνει πως όλοι οι πλούσιοι που είναι με το λαό είναι υποκριτές, ούτε καν όλοι οι παραπάνω. Όμως, αυτή η κρίση με έκανε, περιέργως, να μην ενοχλούμε τόσο απ’ τους εκνευριστικούς πλούσιους που είναι στον κόσμο τους, αλλά απ’ αυτούς που το παίζουν πως είναι στο δικό μας…
Πηγή: Lifo