Toυ Σταμου Zουλα
Εκείνο που φαίνεται να δυσκολεύονται -περισσότερο ή λιγότερο- να κατανοήσουν οι πολιτικοί μας ταγοί είναι ο ρόλος, τον οποίο τους επιτάσσει η νέα εποχή, που διαδέχεται την περίοδο της μεταπολίτευσης. Ας σημειώσουμε πρωτίστως πως αυτή η μετάβαση δεν ήταν εκούσια και πολιτικά συντεταγμένη. Μας επιβλήθηκε βίαια, άμεσα και τελεσίδικα, λόγω της δεινής οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Συνιστά δε προαπαιτούμενο στους όρους της ξένης και παρεμβατικής βοήθειας, στην οποία -ας μην το ξεχνάμε- εμείς προστρέξαμε. Τούτο πολύ απλά σημαίνει ότι οι σημερινοί κομματικοί αρχηγοί δεν καλούνται να «διαχειρισθούν», με άνεση χρόνου και κάποια συγχωρητική διάθεση, την πολιτική φαυλότητα του παρελθόντος. Αλλά τους επιβάλλεται (εξίσου βίαια, άμεσα και τελεσίδικα) να την καταπολεμήσουν και να την εξαλείψουν. Δύο περιστατικά, ο «χειρισμός» της λίστας Λαγκάρντ και η κατάληψη του υπουργείου Αμύνης, ήλθαν να προστεθούν στα πειστήρια αδυναμίας των πολιτικών μας να απεξαρτηθούν από τη φαυλότητα του παρελθόντος.
Ας αρχίσουμε όμως από τον κ. Σαμαρά. Ο πρωθυπουργός έχει κατορθώσει να πείθει περισσότερο το εξωτερικό και λιγότερο το εσωτερικό, περί της ειλικρίνειας, της τολμηρότητας και της αποφασιστικότητάς του να διεκπεραιώσει τον ιστορικό ρόλο που επωμίσθηκε. Βασική ένσταση στο εσωτερικό παραμένει η παλαιοκομματική νοοτροπία του στην επιλογή στελεχών στη Δημόσια Διοίκηση, τα οποία μπορεί να είναι έμπιστα και κομματικώς επωφελή για τον ίδιο. Διαχρονικά, όμως, έχουν αποδειχθεί ανίκανα και επιζήμια για τον τόπο. Το ίδιο άρχισε να επιβεβαιώνεται ήδη και για αρκετές «προσωπικές» επιλογές του κ. Σαμαρά. Περνάμε στον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος, αν δεν προηγείτο -φύσει και θέσει- ο πρωθυπουργός, θα αποσπούσε αυτοδικαίως την πρωτοκαθεδρία εξάρτησης από το παρελθόν. Ο βενιζέλειος χειρισμός της λίστας Λαγκάρντ, πέραν της παλαιοκομματικής φαυλότητας, αποδεικνύει και κάτι πιο επικίνδυνο. Είναι πασιφανές, πλέον, ότι ο κ. Βενιζέλος διακατέχεται από το πλέγμα του υπερευφυούς, το οποίο όμως έχει ένα καταλυτικό μειονέκτημα: Την υποτίμηση, μέχρι βαθμού περιφρονήσεως, της νοημοσύνης όλων των άλλων. Αυτό αποδεικνύει η όλη επιχειρηματολογία του, για τον τρόπο που «διαχειρίσθηκε» τη λίστα Λαγκάρντ.
Με τη σειρά του ο κ. Τσίπρας φαίνεται να επιζητεί την πολιτική του «νομιμοποίηση» από τους Ευρωπαίους ηγέτες, κάνοντας ακόμη και υποκριτικούς τεμενάδες προς το «γερμανικό μεγαλείο». Ομως στην ανάδειξή του ως αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν συνέβαλε η… Μπούντεσταγκ. Ούτε θα συνδράμει στη σταθεροποίησή του. Γι’ αυτό οφείλει να πείσει πρώτα τους ψηφοφόρους του για το πώς συμβιβάζονται οι τεμενάδες αυτοί π.χ. με την κατάληψη του υπουργείου Αμύνης και την υιοθέτηση, αν όχι την υπαγόρευση, της «σχετικής» φωτοπούλειας εντολής. Ο κ. Φώτης Κουβέλης είναι δέκτης της ηπιότερης κριτικής. Διότι, όπως έχω αναφέρει και άλλοτε, προσωπικά εξακολουθώ να τον θεωρώ ως τον «μεγαλομέτοχο» της κυβερνητικής τρόικας. Από την άποψη της ειλικρίνειας, της παλαιοκομματικής αυταπάρνησης και της προσφοράς. Οι τρεις άλλοι αρχηγοί της ήσσονος αντιπολιτεύσεως δεν χρήζουν ιδιαίτερης μνείας. Η κ. Παπαρήγα εξακολουθεί να ζει στον κόσμο της, οι δε κ. Καμμένος και Μιχαλολιάκος πασχίζουν να εκμεταλλευθούν και να αξιοποιήσουν, αντί να καταπολεμήσουν, την πολιτική φαυλότητα. Αλλωστε, αν επιτευχθεί τελικά η σωτηρία της χώρας, σ’ αυτό θα έχουν συμβάλει «όλοι οι Ελληνες, πλην Λακεδαιμονίων»…
Πηγή: Καθημερινή