Του Παυλου Eλευθεριαδη*
Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο της Wall Street Journal το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει διαπιστώσει ότι οι Ελληνες καταναλωτές πληρώνουμε ένα δισεκατομμύριο ευρώ επιπλέον τον χρόνο από την έλλειψη ανταγωνισμού στην αγορά πετρελαιοειδών. Η έκθεση ισχυρίζεται ότι οι ελληνικές εταιρείες Ελληνικά Πετρέλαια και Motor Oil έχουν προνομιακή θέση στην ελληνική αγορά με το πράσινο φως της Βουλής των Ελλήνων. Σε δήλωσή τους τα Ελληνικά Πετρέλαια αμφισβήτησαν τον τρόπο υπολογισμού της υπολογισθείσας απώλειας. Οσοι διάβασαν προσεκτικά τη δήλωσή τους, θα πρόσεξαν όμως ότι η ελληνική εταιρεία δεν αμφισβήτησε τα αλλά σημεία της έκθεσης. Οι λεπτομέρειες έχουν εδώ σημασία.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην ελληνική αγορά είναι κυρίως αποτέλεσμα νομοθετικών ρυθμίσεων – και άρα οι εταιρείες δεν παραβιάζουν κανέναν νόμο. Το ΔΝΤ σχολιάζει αρνητικά την υποχρέωση κάθε εισαγωγέα, μικρού ή μεγάλου, νά έχει αποθηκευτικούς χώρους που να καλύπτουν ανάγκες 60 ημερών, την αδυναμία εισαγωγής πετρελαιοειδών από ανεξάρτητα πρατήρια, την υποχρέωση εκτελωνισμού στο διυλιστήριο ακόμα και εισαγόμενου πετρελαίου και τέλος και την αδυναμία έκδοσης άδειας βυτιοφόρων σε αντίθεση με τις πρακτικές των χωρών της Ε.Ε. Θυμίζει επίσης ότι ακόμα και ο νόμος 4072/2012 (κυβέρνησης Παπαδήμου, επί υπουργίας Βορίδη) ορίζει ότι απαγορεύεται να μεταφερθεί πετρέλαιο από το εξωτερικό στην Ελλάδα, εκτός εάν το βυτιοφόρο φέρει το εμπορικό σήμα μεγάλης εταιρείας χονδρικής διάθεσης και άρα απαγορεύει στις μικρές εταιρείες να ανταγωνίζονται τις μεγάλες. Κανένα από αυτά τα ζητήματα δεν θίγεται από την ανακοίνωση των ΕΛΠΕ.
Το πρόβλημα δεν είναι νέο. Η προστασία της ελληνικής νομοθεσίας προς τις μεγάλες επιχειρήσεις πετρελαίου είναι συστηματική και μεθοδική. Το 2001 το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καταδίκασε το ελληνικό Δημόσιο για προστατευτισμό στην αγορά πετρελαιοειδών. Η Ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει αφιερώσει πολλές εκθέσεις στο θέμα, ενώ πρότεινε από το 2008 πολλές από τις απλές λύσεις που τώρα εισηγείται το ΔΝΤ. Οι διαδοχικές κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. έχουν αγνοήσει συνολικά τέσσερις εκθέσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού και δύο αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Σήμερα δεν έχουν να πουν τίποτε για την έκθεση του ΔΝΤ. Ακόμη και ο συνήθως λαλίστατος ΣΥΡΙΖΑ, δεν είπε για το θέμα ούτε λέξη, ενδεικτικό της πραγματικής του διάθεσης να υπερασπιστεί το πελατειακό κράτος σε όλες του τις εκφάνσεις.
Σύμφωνα και με άλλες εκθέσεις (ΙΟΒΕ, Επιτροπή Ανταγωνισμού) ως συνέπεια των νομοθετικών περιορισμών που υπάρχουν, το περιθώριο κέρδους των δύο μεγάλων εταιρειών είναι μεγαλύτερο απ’ ό,τι θα ήταν σε συνθήκες δίκαιου ανταγωνισμού. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία μάλιστα δείχνουν ότι σε συνθήκες τεράστιας οικονομικής ύφεσης στην παραπαίουσα Ελλάδα το περιθώριο κέρδους στην αμόλυβδη βενζίνη (εκτός δηλαδή ΦΠΑ και ΕΦΚ) είναι μεταξύ αυτών της Γερμανίας και Γαλλίας – και με τελική τιμή από τις μεγαλύτερες στην Ε.Ε. Φυσικά, η κατάργηση των περιορισμών και η εισαγωγή φθηνότερης βενζίνης από άλλες χώρες, θα ήταν μια σχετικά απλή ενέργεια που θα ανακούφιζε εκατομμύρια καταναλωτές και θα τόνωνε την ελληνική οικονομία.
Το θέμα είναι τεράστιας σημασίας, γιατί η στάση μας σε αυτό θα χαρακτηρίσει και όλους τους άλλους κλάδους της αγοράς. Η αγορά πετρελαίου αποτελεί κομβικό τομέα της οικονομίας μας και αγγίζει τους πάντες, είτε οδηγούν αυτοκίνητο ή φορτηγό είτε ζεσταίνουν το σπίτι τους. Τόσο σε αυτόν όσο και σε όλους τους χώρους της παραγωγής και του εμπορίου χρειάζεται δίκαιος ανταγωνισμός που θα απελευθερώνει τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, όπως ακριβώς στις άλλες χώρες της Ε.Ε. Χρειάζεται όμως και η πεποίθηση στην κοινωνία ότι πράγματι υπάρχει δίκαιος ανταγωνισμός. Στη σημερινή δύσπιστη Ελλάδα, η γυναίκα του Καίσαρα πρέπει και να είναι τίμια αλλά και να φαίνεται τίμια. Η ελλιπής ανακοίνωση των ΕΛΠΕ αφήνει τελικώς ανοικτά μεγάλα ερωτήματα, στα οποία τα κόμματα οφείλουν να απαντήσουν για το πόσο θα συνεχίσουν να υιοθετούν αντιπαραγωγικά προστατευτικά μέτρα. Μέχρι τώρα σιωπούν. Οσο όμως η παλαιά πολιτική τάξη της χώρας αγνοεί το θέμα, τόσο ενισχύει την εντύπωση ότι συναινετικά συντηρεί ένα σύστημα ολιγοπωλιακών περιορισμών που εξαπατά τον Ελληνα καταναλωτή.
* Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης διδάσκει στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης
Πηγή: Καθημερινή