Tου Στεφανου Κασιματη
Αυτό που βρήκα εξαιρετικά χαριτωμένο στην ιλαροτραγωδία της λίστας με τους μεγαλοκαταθέτες στην Ελβετία είναι ότι τονίζεται πως ο πρόεδρος ο Βαγγέλης ο Βενιζέλος πήρε το USB με τα ονόματα (αφού είχε θυμηθεί μετά τον σχετικό θόρυβο ότι το είχε…) και το παρέδωσε στον πρωθυπουργό «χωρίς να το ανοίξει».
Μα υπάρχει λόγος να μας διαβεβαιώνουν οι «κύκλοι» του προέδρου για το αυτονόητο; Πέρασε από το νου κανενός ότι ο Βαγγέλης ο Βενιζέλος, όπως τον έχουμε γνωρίσει -και λατρέψει- όλα αυτά τα χρόνια στην πολιτική, θα μπορούσε ποτέ να έκανε κάτι τέτοιο; Φτάνει να ανακαλέσετε στη μνήμη το άδολο και αθώο βλέμμα του, για να σας κατακλύσει η αγανάκτηση εναντίον όσων θα τολμούσαν να φαντασθούν ότι θα ήταν ποτέ δυνατόν ο Β. ο Βενιζέλος να κοιτάξει τη λίστα. Προσωπικώς, είμαι βέβαιος ότι ούτε που τόλμησε να κοιτάξει το ίδιο το USB, πόσω μάλλον το περιεχόμενό του. Τον φαντάζομαι να αποστρέφει με αηδία το βλέμμα, καθώς το κρατούσε και, ψαύοντας, να το βάζει σε έναν φάκελο, να τον κλείνει καλά και μόνον τότε επιτέλους να ανασαίνει και πάλι…
Αλλωστε, αν είχε κοιτάξει τον κατάλογο, τότε που όφειλε να τον κοιτάξει, με σκοπό να αξιοποιήσει τις πληροφορίες για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής -όπως έκαναν στη Γαλλία και την Ισπανία- ίσως δεν θα είχε χρειασθεί να αυξήσει τη φορολόγηση των μισθωτών, που και να θέλουν δεν μπορούν να κλέψουν την εφορία. Ισως δεν θα ήταν ανάγκη να πληρώνω τώρα μέσω της ΔΕΗ το χαράτσι που φέρει το όνομά του, επειδή μου ανήκει το διαμέρισμα στο οποίο μένω.
Αφήστε δε ότι, αν ερμηνεύω σωστά τη στάση του συνταγματολόγου του Β. του Βενιζέλου, προκύπτει ότι, κατά την αντίληψή του, το δέον είναι τα αρχεία που αφορούν το κράτος να μην τηρούνται στα αρμόδια υπουργεία, αλλά στο γραφείο του προέδρου του κόμματος. Μα πού ήταν συνταγματολόγος ο πρόεδρος, στην Βόρειο Κορέα του Φωτεινού Ηγέτη Κιμ;
Προχθές το βράδυ, είχα τη χαρά να έχω προσκληθεί σε ένα δείπνο προς τιμήν Αμερικανίδας δημοσιογράφου, η οποία εργάζεται στη θεωρούμενη ως καλύτερη εφημερίδα του κόσμου. Καθ’ οδόν προς τον προορισμό μου και έχοντας στη σκέψη μου την υπόθεση της περιβόητης λίστας, προσπαθούσα -ειλικρινά και καλοπροαίρετα- να ανακαλύψω μέσα μου τη διάθεση εκείνη, που θα με βοηθούσε ώστε να παρουσιάσω την κατάστασή μας στην επισκέπτρια από το εξωτερικό με πνεύμα κατά τι θετικό και, πάντως, όχι εντελώς απαισιόδοξο. Μάταια η προσπάθειά μου.
Διότι, όταν το επίμαχο θέμα της λίστας προσλαμβάνει τις παρούσες διαστάσεις εξ αφορμής ερώτησης των Financial Times προς τον υπουργό Οικονομικών, τι νόημα έχει να προσπαθώ να μετριάσω την απαισιοδοξία μου συζητώντας με μια ξένη δημοσιογράφο; (Στο κάτω κάτω, «δεν γίνεται να είμαστε όλοι καλοί σε τούτη τη ζωή· πρώτα απ’ όλα πρέπει να είμαστε ο εαυτός μας», για να θυμηθώ τη σοφή παραίνεση του Μαρκ Τουέν…) Οι ξένοι μας παρακολουθούν πια τόσο καιρό και τόσο στενά, ώστε, παρά το εμπόδιο της γλώσσας που πάντα μας προστατεύει κάπως, είναι αναπόφευκτο να μας μαθαίνουν και από την καλή και από την ανάποδη. Οποιος έχει μάτια να δει βλέπει μια χώρα της οποίας η πολιτική τάξη στυλώνει τα πόδια και επιμένει να μην θέλει να αλλάξει. Σιγά σιγά, προβάλλει στα μάτια του κόσμου η πραγματικότητα ενός failed state…
Πηγή: Καθημερινή