Το όνομά του «φιγουράρει» πάνω πάνω στη λίστα των οφειλετών του Δημοσίου, με συνολικά χρέη κοντά στο 1 δισ. ευρώ. Αλλά ο γεννημένος το 1953 Νίκος Κασιμάτης, που κρατείται στις φυλακές Διαβατών, εμφανίζεται στα δικαστήρια και μιλάει για κάτι που γνωρίζει καλά: Πώς, με τη βοήθεια επίορκων δημοσίων υπαλλήλων, είχε «στήσει» βιομηχανία επιστροφών ΦΠΑ, από το 1990 έως το 2001, οργανώνοντας παράλληλα τη διανομή εκατομμυρίων ευρώ σε «μπροστινούς», επιχειρηματίες και εφοριακούς. Ο κ. Κασιμάτης, όμως, ισχυρίζεται ότι ενώ είχαν εισπράξει, παρανόμως, 361 επιχειρήσεις ΦΠΑ, στις σχετικές δικογραφίες έχουν καταγραφεί μόλις 100.
Στο πιο πρόσφατο υπόμνημά του κατονομάζει 46 εφοριακούς υπαλλήλους που τον συνέδραμαν στην επιχείρηση αυτή. Ανάμεσά τους και έναν εμπλεκόμενο στην υπόθεση του κυκλώματος τοκογλυφίας που συγκλονίζει τη Θεσσαλονίκη, αξιωματούχο του υπουργείου Οικονομικών. Ο εν λόγω φέρεται ότι λάμβανε ποσοστά επί των επιστροφών ΦΠΑ κάθε μήνα. Η πλευρά του διαψεύδει κάθε ανάμειξή του. Ο κ. Κασιμάτης παραδέχεται ότι ο ίδιος «δεν ήταν άγιος» και ότι «είναι δίκαια στη φυλακή», αλλά επισημαίνει πως «οι άλλοι που είναι έξω είναι όλοι πλούσιοι».
Στην τελευταία δίκη του μάλιστα, που έγινε πριν από ένα τετράμηνο, ο δικαστής Γκατζογιάννης, που τον άκουσε να εξιστορεί πώς «τάιζε» το σύστημα, εξανέστη ακούγοντας τους ισχυρισμούς του κατηγορουμένου, τους οποίους φέρεται να βρήκε πειστικούς.
Τι υποστηρίζει όμως ο καταδικασμένος σε εκατοντάδες χρόνια φυλάκιση Κασιμάτης; Οτι υπήρχαν «εξαγωγικές» επιχειρήσεις, σε χώρους 15 – 18 τετραγωνικών μέτρων, που συνεστήθησαν αποκλειστικά στην περιοχή του Βαρδάρη – ήταν κατά κανόνα επιχειρήσεις που υποτίθεται ότι παρήγαν ρούχα, χωρίς παραγωγικό αντικείμενο, ούτε καν τηλέφωνο. Οι ΔΟΥ της Θεσσαλονίκης επί μια δεκαετία εμφανίζονταν να υπολείπονται στην επίτευξη του στόχου του ΦΠΑ, αλλά ουδείς ησχολείτο με την περίεργη αυτή «σταθερότητα» του χρεωστικού ΦΠΑ εκ μέρους των ΔΟΥ. Η «πίστωση» του ΦΠΑ γινόταν με βάση παραστατικά που «παρήχθησαν» είτε από τον Κασιμάτη είτε από τη συνεταίρο του Ε.Κ. που είχε διαφύγει στην Αυστρία. Αξίζει να σημειωθεί ότι ουδέποτε γινόταν διασταύρωση για το αν γίνονταν όντως οι εξαγωγές. Ο Νίκος Κασιμάτης προσπάθησε να «διαπραγματευτεί» την υπόθεσή του το 2002 με την τότε ηγεσία του υπουργείου των Οικονομικών, αλλά αυτή δεν «υπέκυψε». Ωστόσο, η πλευρά Κασιμάτη πιστεύει ότι κατά κάποιο τρόπο καλυψε τους δημοσίους υπαλλήλους, δηλαδή τους εφοριακούς που φέρονται να ενέχονται στην υπόθεση. Ενα από τα επιχειρήματα του καταδίκου είναι ότι κακώς ερμηνεύτηκε στην αρχή από τις ανακριτικές αρχές η παραγραφή, ερήμην, των διατάξεων του νόμου 1608/50 «περί καταχραστών του ελληνικού Δημοσίου» που επιβάλλει την 20ετή παραγραφή σε παρόμοια αδικήματα.
Η αρχική εκτίμηση των επιθεωρητών που ασχολήθηκαν με τις καταγγελίες Κασιμάτη ήταν ότι οι υπάλληλοι δεν εχουν καμία ευθύνη, καθώς είχαν εξαπατηθεί από τους επιθεωρητές. Ο Κασιμάτης πιστεύει ότι τότε «παίχτηκε» πολιτικό παιχνίδι με το θέμα των επιστροφών ΦΠΑ για να κερδίσει τις εκλογές, προσελκύοντας επιχειρηματίες που είχαν παρανομήσει. Το 2006 η ομοσπονδία των εργαζομένων στις εφορίες εξέφρασε την αντίθεσή της στην ποινική παραπομπή υπαλλήλων ανεξαρτήτως θέσεως, αντικειμένου και ευθυνών. Ο Κασιμάτης μετά την απόδρασή του από τα γραφεία του ανακριτή το 2004 κατέφυγε στην Κύπρο και στη συνέχεια επί μακρό διάστημα έζησε στον Πειραιά, μέχρι πριν από μία διετία οπότε συνελήφθη…
Τασος Τελλογλου