Δυστυχώς δεν είμαστε λίγοι που αντί να ευχαριστούμε και να ευγνωμονούμε, αγανακτούμε, βρίζουμε, γκρινιάζουμε, διαδηλώνουμε, επαναστατούμε…
Η αλαζονεία μας είναι τερατώδης, μικρόψυχη, απάνθρωπη.
Τι νομίζουμε πως είμαστε;
Δεν ξέρουμε γιατί γεννηθήκαμε ούτε πως ενσαρκωθήκαμε σε αυτό το εύθραυστο, ευάλωτο κορμί που άντε να φτάσει τα 80 ή 100. Δεν ξέρουμε από που ήρθαμε. Δεν ξέρουμε τι ακριβώς είμαστε. Δεν ξέρουμε πότε θα αποδημήσουμε και που θα καταλήξουμε, αφού καταλήξουμε.
Αφού δεν ξέρουμε αυτά τα βασικότερα στοιχεία της ύπαρξης και της ζωής μας, γιατί κορδωνόμαστε και προσποιούμαστε πως είμαστε αφέντες του Σύμπαντος; Και πολεμάμε καθετί καλό και αγαθό και υποκρινόμαστε πως ξέρουμε καλύτερα; Και με κάθε αφορμή σαλπίζουμε τις απαιτήσεις μας;
Ήρθε ένας ιός, μια υπαρξούλα άγνωστη και αθέατη στο μάτι και μας έκανε άνω κάτω. Και φάνηκε η μίζερη κατωτερότητα της ψυχής καθώς τρομάξαμε για τη ζωούλα μας και σπεύσαμε να υπακούσουμε και να εφαρμόσουμε τα μέτρα που υπέδειξε μια σχετικά συνετή κυβέρνηση (σχετικά!) ακολουθώντας τις συμβουλές των λοιμοξιολόγων κι επιδημιολόγων – αντί του Στάλιν, του Χίτλερ, του Φρίντμαν, του Κέινς ή του Μαρξ.
Στον Μεσαίωνα σε τέτοιες πανδημίες οι άνθρωποι παντού πέθαιναν σαν μύγες, εκατοντάδες χιλιάδες – άρχοντες, πλούσιοι, ιεράρχες, εκκλησιαστικοί, αγρότες, τεχνίτες. Δεν υπήρχαν μέτρα προστατευτικά, ούτε φάρμακα. Δεν υπήρχαν εθνικά συστήματα υγείας. Δεν υπήρχαν κυβερνήσεις να δίνουν επιδόματα επειδή έκλεισες το μαγαζί σου, ή δεν έκανες την παράστασή σου, ή δεν έσπειρες ή δεν θέρισες έγκαιρα.
Τώρα πάλι κάθε ζωντόβολο της Αριστεράς ή της Δεξιάς ή του Κέντρου που νομίζει πως είναι το δώρο της Φύσης στον κόσμο και πως ο κόσμος του οφείλει την ικανοποίηση κάθε καπρίτσιου του, φωνασκεί, ξεσηκώνεται και απαιτεί.
Δεν φτάνει που οι άλλοι τους οποίους περιφρονεί και λοιδορεί (όπως τα αμόρφωτα και ανεύθυνα στελέχη του τσιπρισμού, τον Τσιόδρα, διότι αυτός έκανε τη δουλειά του καλά και πανανθρώπινα, σε αντίθεση με τα τσογλάνια των Συριζαίων) του έσωσαν τη ζωούλα, τώρα θέλει να του γεμίσουν και τη τσεπούλα – έστω κι αν δεν αξίζει τίποτα, έστω κι αν δεν προσφέρει τίποτα στους άλλους, στο περιβάλλον, στον κόσμο, παρά μόνο πραμάτειες για πέταμα!
Και όλοι τρέχουμε τώρα στις ρουτίνες και συνήθειές μας λησμονώντας την κανονικότητα της προφύλαξης, της γνωριμίας με τα οικεία μας και της ησυχίας.
Θα μπορούσαμε να είχαμε μάθει πολλά από την επιδημία, τα μέτρα και τους νέους τρόπους ζωής που επέβαλαν, τις αντιδράσεις μας…
Πάντως, λίγη ευγνωμοσύνη που μείναμε ζωντανοί δεν θα έβλαπτε κανέναν.