Γιατί υπάρχει το σύμπαν, η δημιουργία;
Είναι μια παμπάλαια, καλή ερώτηση. Οι απαντήσεις που έχουν δοθεί δεν είναι πάντα ικανοποιητικές για τον ανθρώπινο νου.
Το βιβλίο «Γένεσις» της Παλαιάς Διαθήκης περιγράφει στα δυο πρώτα κεφάλαια τη δημιουργία του κόσμου από τον θεό Γιαχβέ (ή Ελοχίμ) μα δεν εξηγεί καθόλου γιατί ο θεός δημιουργεί. Στο Enuma Elish της Μεσοποταμίας ο θεός Marduk δημιουργεί τον κόσμο από τα μέλη της ηττημένης θεάς Tiamat (= μητέρα-χάος), μα η περιγραφή αυτή μοιάζει περισσότερο με προσπάθεια εξήγησης του υφιστάμενου κόσμου παρά με πρωτογενή δημιουργία.
Στον ύμνο του Puruṣa (Rgveda 10.90) ο Πρωτάνθρωπος αυτοθυσιάζεται και από τα μέλη του δημιουργούνται οι κόσμοι και τα φαινόμενά τους. Ο nāsadīya ύμνος (Rgveda 10.129) λέει πως από το απερίγραπτο μοναδικό Ένα στην αρχή, η Δύναμη/Ενέργεια ābhu άρχισε ν’ αναπτύσσεται ή εξελίσσεται μέσα στο κενό που ήταν γεμάτο δυναμικό, καλυμμένο με σκοτάδι (tamas). Συνυφασμένη με το ον/στοιχείο ābhu ήταν η επιθυμία (kāma) κι έτσι παρουσιάστηκαν νέες δυνάμεις που δημιούργησαν τον κόσμο: προώθηση (prayati) στο ανώτερο επίπεδο, αναπαραγωγή φυσική (svadhā) στο κατώτερο. Αλλά γιατί και πώς ακριβώς – κανείς δεν γνωρίζει (λέει η τελευταία στροφή)!
Και στους δυο ύμνους η δημιουργική διαδικασία γίνεται σχεδόν από μόνη της. Δεν υπάρχει θεός δημιουργός που σχεδιάζει κι εκτελεί. Είναι μια βούληση και ενέργεια αυθόρμητη.
Στα μεταγενέστερα κείμενα των Ουπανισάδων βρίσκουμε πως στο Brahman εγείρεται η βούληση/επιθυμία (icchā) να παρουσιαστεί σε πολλές μορφές, να εκδηλωθεί σε πολλά όντα, με τη δύναμη της θέασης/σκέψης (īkṣ-). Στη Muṇḍaka Ουπ. 1.1.7 λέγεται πως από το Άφθαρτο εκδηλώνεται όλος ο κόσμος όπως ο ιστός εκπέμπεται από την αράχνη και η βλάστηση από τη γη. Πάλι έχουμε αυτήν την αυθόρμητη εκπόρευση της δημιουργίας από την ίδια την Πρωτουσία του Άφθαρτου (ή Απολύτου Brahman) που είναι και Πρωταρχή και Πρωταιτία.
Στις αβρααμικές μονοθεϊστικές θρησκείες υπάρχει μια υπόνοια πως ο Θεός δημιουργεί (από το μηδέν/τίποτα;) όντα για να τον δοξάσουν, να τον εξυμνούν και να τον λατρεύουν. Είναι μια παράδοξη θεώρηση: (α) υπάρχει το “μηδέν” ξεχωριστό από την πρωτουσία του Θεού; αν ναι, τότε ακυρώνεται η παμπαρουσία κι ενότητα του Θεού· (β) πώς ένα πλήρες, τέλειο Ον όπως ο Θεός έχει τέτοια επιθυμία;
Στη φιλοσοφία της Βεδικής Παράδοσης αυτή η άποψη απορρίπτεται ή παρακάμπτεται. Ο Θεός ως Πρωταιτία και Πρωταρχή είναι τέλειο Ον και δεν έχει καμιά επιθυμία – ιδίως για τον εαυτό του! Έχει παντογνωσία, παντοδυναμία και παμπαρουσία – οπότε δεν θέλει τίποτε άλλο!
Εκείνο το πρωταρχικό έκδηλο γεμάτο δυναμικό ābhu σε άλλα κείμενα παρουσιάζεται ως θεός δημιουργός (īśhvara, μα παίρνει και άλλα ονόματα) και με τον λόγο (= νοημοσύνη, ομιλία) του, ή με τον χορό της ευδαιμονίας του, δίνει ύπαρξη στα μύρια όντα, σε όλους τους κόσμους.
«Όντας ένας ας γίνω πολλά!», σκέφτεται στην παντογνωσία και παντοδυναμία του – που έχει από το Απόλυτο. Κι έτσι προβάλλει από την απεριόριστη πρωτουσία του το πολυποίκιλο σύμπαν σ’ ένα παιχνίδι που είναι υπερχείλισμα χαράς līlā. (Ας σημειωθεί πως και ο Πλωτίνος, στον 2ο αιώνα κε, στις Εννεάδες, δίνει μια όμοια εξήγηση: η αγαλλίαση στο Ένα υπερχειλίζει και διαχύνεται στον Νου κι εκδηλώνεται η πλάση.)
Η βεδική ιδέα του χρόνου δεν είναι γραμμική αλλά κυκλική. Η δημιουργική διαδικασία επαναλαμβάνεται αδιάκοπα όπως η αναπνοή: η εκπνοή είναι η προβολή της δημιουργίας (sṛṣtḥi) και η εισπνοή η απόσυρσή της (pralaya).
Είναι ένας επαναλαμβανόμενος παλμός. Ο ίδιος ο īśhvara αποσύρεται και συγχωνεύεται στο Απόλυτο Brahman – για να επανέλθει για τον επόμενο κύκλο δημιουργίας.