1. Η σειρά αυτή άρχισε με τη λαϊκή αντίληψη “εξέλιξης”, την οποία οι κοινοί άνθρωποι αλλά και πολλοί διανοούμενοι εφαρμόζουν και σε πολλά φαινόμενα διαφορετικά από έμβια όντα που μόνο αυτά “εξελίσσονται” με την αυστηρή έννοια της λέξης, δηλαδή αλλάζουν από κατώτερη, ακατέργαστη μορφή σε άλλη πιο εκλεπτυσμένη με ανώτερες ιδιότητες και λειτουργίες.
Είδαμε αρχικά πώς η αντίληψη αυτή παρουσιάζεται σχετικά με τον ίδιο τον άνθρωπο σε ταινίες, νουβέλες επιστημονικής φαντασίας και κόμικς, όπου είτε ορισμένα άτομα ξάφνου αναπτύσσουν κάποια υπερφυσική δύναμη (αιώρηση, τηλεκίνηση, κ.λπ.), είτε η ανθρωπότητα ολόκληρη “εξελίσσεται” σε ανώτερο είδος.
Μετά είδαμε πως εξελίξεις σε φαινόμενα όπως η γλώσσα οφείλονται σε αλλαγές συνηθειών και νοοτροπίας των ανθρώπων και, για τελευταίο παράδειγμα, κοιτάξαμε αλλαγές στη λογοτεχνία από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας.
2. Μια σημαντική αλλαγή που επήλθε στη σύγχρονη λογοτεχνία ήταν η είσοδος του ρεαλισμού με τον κοινό άνθρωπο, την καθημερινότητα και τα προβλήματά του.
Στην αρχαιότητα, στους μύθους και στις διάφορες αφηγήσεις υπήρχαν πλάσματα εξωπραγματικά όπως τέρατα και γίγαντες, ξωτικά και νεράιδες, θεοί και δαίμονες. Αλλά αυτά όλα τα όντα είχαν, εκτός από τις υπερφυσικές τους δυνάμεις, και ορισμένα κοινά ανθρώπινα χαρακτηριστικά: έτρωγαν, κοιμόντουσαν, ερωτεύονταν, ζήλευαν, μισούσαν, πολεμούσαν, γεννούσαν κι εκτός από τους αθάνατους, πέθαιναν.
Αυτό το στοιχείο ρεαλισμού έδινε κάποια πειστικότητα στα τεκταινόμενα.
Συχνά βέβαια οι πρωταγωνιστές ήταν άνθρωποι αλλά αυτοί πάντα ήταν από τις ανώτερες τάξεις, βασιλείς, πρίγκιπες και συχνά ημίθεοι, δηλαδή παιδιά από το σμίξιμο θεών με θνητούς. Οι κοινοί άνθρωποι, αγρότες, βοσκοί, ναύτες, τεχνίτες, υπηρέτες, ήταν απλοί κομπάρσοι και στο θέατρο εμφανίζονταν ως χορός, μια απρόσωπη ομάδα.
3. Ο ρεαλισμός όπως τον αντιλαμβανόμαστε σήμερα έκανε μια πρώτη εμφάνιση γύρω στο 1800 στα πεζά μυθιστορήματα και αναπτύχθηκε πλήρως στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Μερικοί σχολιαστές προτιμούν τον όρο “νατουραλισμός” μα η διαφορά δεν είναι ουσιαστική.
Τώρα, στα μυθιστορήματα του Ντίκενς στην Αγγλία ή στις αφηγήσεις του Καρκαβίτσα και του Παπαδιαμάντη στη χώρα μας, οι κοινοί άνθρωποι πρωταγωνιστούσαν στις συνθήκες της καθημερινής κοινότοπης ζωής τους – ακόμα και τα φτωχότερα στρώματα, οι πιο εξαθλιωμένες τάξεις ή και ομάδες κακοποιών. Αυτοί όλοι παρουσιάζονται να έχουν τη δική τους ατομική προσωπικότητα, τη δική τους ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση.
Αλλά οι πρωτοπόροι αυτοί, και άλλοι για μεγάλο διάστημα, εισήγαγαν στις αφηγήσεις τους κάποιο στοιχείο μυστηρίου ή έντονης παραξενιάς, κάτι ασυνήθιστο, για να ελκύσουν και να διατηρήσουν το ενδιαφέρον των αναγνωστών.
Η Φραγκογιαννού του Παπαδιαμάντη (Η Φόνισσα) είναι μια ηλικιωμένη χήρα, μια κοινή χωρική της Σκιάθου, που όμως σκοτώνει μικρά παιδιά. Ο ζητιάνος του Καρκαβίτσα (Ο Ζητιάνος), αφού ξυλοφορτώνεται από τελωνιακό, για να εκδικηθεί, ξεγελά με την καπατσοσύνη του ολόκληρο χωριό και το εξολοθρεύει. Βλέπουμε συγχρόνως την καθημερινή ζωή του τόπου χωρίς ηρωισμούς ή ρομαντισμό.
4. Η εξέλιξη προχώρησε πολύ πιο πέρα στον 20ο αιώνα. Με την εξάπλωση της ιδέας του σοσιαλισμού (ή κομμουνισμού) και της ισότητας, με τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης και τη δωρεάν κρατική παιδεία για όλους, ο κοινός άνθρωπος, άντρας ή γυναίκα, και η καθημερινή ζωή του απέκτησε σπουδαιότητα. Η ίδια η ρουτίνα έγινε ο μεγάλος πρωταγωνιστής.
Παράλληλα, όμως, η ασυναρτησία, η παλαβομάρα και η τρέλα περιγράφονται και αναλύονται λεπτομερώς και παρουσιάζονται ως σπουδαία φαινόμενα που θα πρέπει να μας ενδιαφέρουν όλους – και να μας ψυχαγωγούν ακόμα! Υπάρχουν και οι ακραίες περιπτώσεις που όσο πιο ψυχοπλακωτικές είναι, τόσο σπουδαιότερα αριστουργήματα θεωρούνται. Αυτό ήταν αναπόφευκτο αφού πολλοί ατάλαντοι και αμαθείς άνθρωποι το έβρισκαν εύκολο να στραφούν στη συγγραφή λογοτεχνημάτων για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους να περνούν ως συγγραφείς.
Όμως όλοι εμείς επίσης είμαστε κοινοί άνθρωποι και ζούμε τη ρουτίνα, τις χαρές και τις λύπες, τις αδυναμίες και τις συμφορές, που προβάλλονται τόσο επαναληπτικά και ανιαρά στις σελίδες βιβλίων ή στις ταινίες κινηματογράφου και τηλεόρασης. Δεν μας συναρπάζουν!
Τα περισσότερα έργα είναι σκουπίδια, ακόμα κι αν βραβεύονται με Νόμπελ. Μόνο ο “λογοτεχνικός” κύκλος τα παρακολουθεί. Δυστυχώς πολλοί συγγραφείς κουβαλούν πολύ σκουπιδαριό στον νου τους και πολλοί άνθρωποι βρίσκουν ικανοποίηση σε τέτοια προϊόντα!
5. Μεγάλη εξαίρεση αποτελούν περιπετειώδεις και ιστορικές διηγήσεις, τα αστυνομικά ή κατασκοπευτικά και οι περιπέτειες επιστημονικής φαντασίας με τους εξαιρετικούς και κάποτε υπερ-ανθρώπινους ήρωες. Αυτά στο εξωτερικό τουλάχιστον πουλάνε εκατομμύρια. Διότι περιέχουν μυστήριο, ανατροπές κι εκπλήξεις κι εξωτικά ή θαυμαστά στοιχεία που συναρπάζουν.
Πολλά αστυνομικά και κατασκοπικά έχουν ρεαλισμό και πρωταγωνιστές κοινούς ανθρώπους, ντετέκτιβ ή πράκτορες με αδυναμίες, αλλά πάντα υπάρχει το μυστήριο και η αγωνία στα καλογραμμένα βιβλία ή καλογυρισμένα φιλμ.
Όπου η έμφαση δίνεται στην περιπέτεια, στο μυστήριο, και, στην επιστημονική φαντασία, στο εξωπραγματικό, το έργο είναι πετυχημένο. Όπου όμως ο ρεαλισμός, η ρουτίνα, η λεπτομέρεια της καθημερινότητας, ο συναισθηματισμός, υπερτερούν, το έργο είναι ανιαρό. Διότι αυτά είναι και δικά μας βιώματα τα οποία δεν θέλουμε να έχουμε και ως ψυχαγωγία. Επίσης δεν επιτρέπουν την αναστολή της δυσπιστίας και χαλούν την ευχαρίστηση.
Αυτά τα είδη τώρα – τα καλά αστυνομικά, κατασκοπικά και φανταστικά – έχουν δημιουργήσει τον δικό τους “κόσμο”, ένα πλαίσιο ζωής όπου αναστέλλουμε τη δυσπιστία μας και δεχόμαστε πως ο πρωταγωνιστής έχει (σχεδόν) υπεράνθρωπο σθένος νου και σώματος, πως σαν τον Σούπερμαν δεν ενοχλείται από σφαίρες, πως μπορεί να διακτινιστεί ακόμα και σε άλλο χωρό-χρονο (στην επιστημονική φαντασία) και πως μπορεί, σαν τον Τζέιμς Μποντ, να κατατροπώσει τους κακούς παράνομους. (Αν όμως τον βλέπουμε στο μπάνιο να πάσχει από διάρροια ή βλέπουμε τους κακούς να τον ξεγελούν συχνά λόγω του συναισθηματισμού του, τότε ο ήρωας μας χάνει την αξιοπιστία του και ξέρουμε πως ο συγγραφέας ή ο σκηνοθέτης είναι ατζαμής).
Με αυτά τα είδη λογοτεχνίας η “εξέλιξη” έχει κάνει έναν πλήρη κύκλο επανερχόμενη στις δημιουργίες της αρχαιότητας όπου το θαυμαστό και φανταστικό υπερέχει ενώ το ρεαλιστικό στοιχείο είναι βοηθητικό μόνο.