Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα μιας βαθμολογίας κάτω από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ
Η δημοσίευση των αποτελεσμάτων των διαγωνισμών PISA του ΟΟΣΑ τον Δεκέμβριο 2023 προκάλεσε μεγάλες αναταραχές στα λιμνάζοντα και καθόλου καθαρά νερά του Δημόσιου εκπαιδευτικού μας συστήματος. Διότι η Ελλάδα είναι με θέσεις 42-44 στη μέση περίπου των 81 χωρών που λαμβάνουν μέρος μα έχει υποχωρήσει κατά δέκα ολόκληρες θέσεις από τα προηγούμενα έτη (θέσεις 32-34).
Οι συνδικαλιστές της ΟΛΜΕ φυσικά έσπευσαν να απαξιώσουν τους διαγωνισμούς αφού δίνονται από τον φιλελεύθερο (όχι μαρξιστικό) ΟΟΣΑ. Φταίει το σύστημα PISA και όχι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. “Αν δείτε όλα αυτά τα τεστ του ΟΟΣΑ, τα τεστ PISA στις φυσικές επιστήμες, στα Μαθηματικά, στα ελληνικά, δεν θα βρείτε κανένα από αυτά τα θέματα (του PISA) σε ελληνικά βιβλία.” Δήλωσε ο κ. Νικηφόρος Κωνσταντίνου, γραμματέας της ΟΛΜΕ στον Prime Time, 5/12/23. Το πώς οι 40 χώρες που προηγούνται δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα δεν ενδιαφέρθηκε να εξηγήσει ο κ. γραμματέας. [Τα “ελληνικά” είναι βασικά τεστ κατανόησης κειμένου.]
Οι νυν προϊστάμενοι του υπουργείου Παιδείας και η πρώην υπουργός κα Κεραμέως, που έδειχνε κατευχαριστημένη με τα σχολεία και τους μαθητές μας, δεν είπαν τίποτα για το θέμα. Και κυρίως για το πόσο πίσω είναι τα Δημόσια σχολεία και γυμνάσια από τα Ιδιωτικά.
Στα Μαθηματικά το πρώτο τεστ ήταν: Τα ύψη σε πόντους της ομάδας είναι – 190, 197, 199, 201 και 203. Το μέσο ύψος της ομάδας είναι: Α-(190+197+199+201+203). Β-198. Γ-203. Δ-199 πόντοι.”
Σε αυτό το τεστ μόλις 2% των ελληνόπουλων έγραψαν καλά, ενώ ο μέσος όρος των 81 χωρών που συμμετείχαν ήταν στο 9%! Δηλαδή οι μαθητές γυμνασίου δεν έχουν μάθει πώς να βγάζουν μέσο όρο!
Αφήνω τώρα τον κ. Andreas Schleicher, Διευθυντή Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων του ΟΟΣΑ να σχολιάσει στο Capital 7/12/23.
Στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία, όπου η τεχνητή νοημοσύνη και η ψηφιοποίηση αναδιαμορφώνουν γρήγορα τον κόσμο, είναι ζωτικής σημασίας η διδασκαλία και η μάθηση να καινοτομούν για να διασφαλιστεί ότι η εκπαίδευση παραμένει σε διαρκή σχέση με τις παραπάνω εξελίξεις. Το Πρόγραμμα Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (PISA) χρησιμεύει ως πυξίδα, καθοδηγώντας τις χώρες προς αποτελεσματικές εκπαιδευτικές πολιτικές, επιτρέποντας στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να συγκρίνουν τα εκπαιδευτικά συστήματα 81 χωρών και οικονομιών. Στα τελευταία αποτελέσματα, η Ελλάδα σημείωσε πτώση στη μέση επίδοσή της στα μαθηματικά, την κατανόηση κειμένου και τις θετικές επιστήμες – πέφτοντας στα χαμηλότερα επίπεδα που έχει καταγράψει ποτέ η PISA…..
Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα μιας βαθμολογίας κάτω από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ σε αυτά τα βασικά θέματα. Είναι σημαντικό ότι αυτό δεν αφορά μόνο τα αποτελέσματα σε φτωχά σχολεία σε φτωχές γειτονιές. Μάλιστα, οι διαφορές επιδόσεων μεταξύ των ελληνικών σχολείων είναι εντυπωσιακά μικρές. Οι χαμηλές επιδόσεις στην Ελλάδα είναι ένα θέμα για πολλούς μαθητές, σε πολλά σχολεία, σε πολλές γειτονιές.
Δεν είναι ότι οι Έλληνες μαθητές δεν μαθαίνουν τίποτα. Στην πραγματικότητα, οι Έλληνες μαθητές είναι πολύ καλοί στην αναπαραγωγή του περιεχομένου που έχουν μάθει [δηλ “παπαγαλία”!]. Αλλά ο σύγχρονος κόσμος δεν μας ανταμείβει πλέον μόνο για αυτά που γνωρίζουμε –η Google ξέρει τα πάντα– αλλά για όσα μπορούμε να κάνουμε με αυτά που γνωρίζουμε….
Τι πρέπει λοιπόν να γίνει; Αυτό εναπόκειται σε άλλους να το αποφασίσουν, αλλά ο ΟΟΣΑ έχει ήδη συνεργαστεί εκτενώς με την Ελλάδα για λύσεις. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα θα πρέπει να έχουν περισσότερη πραγματική αυτονομία για να επιτυγχάνουν καλύτερα αποτελέσματα για τους μαθητές. Στην Ελλάδα, το 1% των μαθητών φοιτά σε σχολείο όπου οι διευθυντές έχουν την κύρια ευθύνη για την πρόσληψη εκπαιδευτικών, έναντι του μέσου όρου του ΟΟΣΑ που είναι 60%. Η βελτίωση της ποιότητας της διδασκαλίας θα πρέπει επίσης να αποτελεί προτεραιότητα, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της κατάρτισης των εκπαιδευτικών και της επαγγελματικής τους εξέλιξης.