1. Έλληνες στη Σοβιετία δεν πέθαναν (50.000+) μόνο λόγω των πογκρόμ που κατά καιρούς εξαπέλυε ο πατερούλης Στάλιν ενάντια σε όσους δεν του άρεσαν εκείνο τον καιρό – Αρμένιους, Εβραίους, Έλληνες, Λευκορώσους, Ουζμπέκους, Ουκρανούς (αυτούς πιο πολύ από όλους) και βέβαια Ρώσους «αντιδραστικούς και αντιφρονούντες» (περισσότερους και από τους Ουκρανούς)!
Πολλοί Έλληνες έπεσαν θύματα της σκληρότητας του Ζαχαριάδη (και των άλλων ηγετών του ΚΚΕ που πηγαινοέρχονταν στην ΕΣΣΔ).
Άλλοι φυλακίστηκαν κι εξοντώθηκαν στις «λαοκρατίες» του υπαρκτού σοσιαλισμού, κυρίως στη Βουλγαρία.
Τα στοιχεία τα παίρνω από το βιβλίο Ντοκουμέντο του Β. Νεφελούδη.
2. Ο Ν. Ζαχαριάδης δήλωσε στον Αχ. Παπαϊωάννου (το 1963, εξόριστος στο Σουργκούτ της Σιβηρίας: Η Διαθήκη του Ν. Ζαχαριάδη το 1986 εκδ Γλάρος, σ 32): «Ήμουνα και είμαι ενάντια στα μέτρα που πάρθηκαν το 1952 να εκτοπίσουν στο Μουινάκ τους ναυτεργάτες. Ήτανε καλά παιδιά. Αυτοί ήρθαν εθελοντικά στο Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, [στον Εμφύλιο 1946-49], άφησαν τα πλοία για να πολεμήσουν. Και η εκτόπιση του Θανάση Χατζή ήταν ένα μέτρο ασυμβίβαστο και απαράδεκτο.»
Η εκτόπιση αυτή δεν έγινε από μόνη της, βέβαια. Ο Ν. Ζαχαριάδης ήταν τότε ο παντοδύναμος ΓΓ του ΚΚΕ και δεν μπορούσαν τέτοιες εκτοπίσεις (=εξορίες) να γίνουν χωρίς τη δική του εισήγηση ή συγκατάθεση.
Οι ναυτεργάτες ήταν πολιτικοί πρόσφυγες στην Αλβανία μετά την ήττα του 1949 και ζήτησαν να πάνε σε λαοκρατίες με εμπορικό στόλο (Βουλγαρία, Ρουμανία, ΕΣΣΔ, Πολωνία) για να δουλέψουν σε καράβια. Αντί αυτού στάλθηκαν στην Τασκένδη.
Η ΚΕ του ΚΚΕ όχι μόνο συναίνεσε μα τους κατηγόρησε ως «αντικομματικά και αντισοβιετικά στοιχεία» και, ως συνήθως, «όργανα του εχθρού»!
3. Επτά επιχείρησαν να διαφύγουν μέσω Ουζμπεκιστάν μα πιάστηκαν και καταδικάστηκαν από 5 μέχρι 10 έτη φυλάκισης.
Οι πιο τολμηροί από τους υπόλοιπους έθεσαν ανοιχτά το ζήτημα σε συνεδριάσεις του κόμματος. Η δε ηγεσία με την καθοδήγηση του Ν. Ζαχαριάδη έθεσε το ζήτημα απομόνωσής τους στις τοπικές σοβιετικές αρχές οι οποίες ικανοποίησαν όχι το αίτημα των ναυτεργατών μα την απάνθρωπη επιθυμία της ηγεσίας του ΚΚΕ.
Έτσι 18 ναυτεργάτες μαζί με τους επτά τον Δεκ. 1950 – Ιαν 1951 μεταφέρθηκαν στα υπόγεια κρατητήρια του κτηρίου όπου έδραζε η κρατική Ασφάλεια «σε συνθήκες απομόνωσης, υποσιτισμού και κρύου» (Κ. Γκαρτζιώτας, πρόσφυγας κι αυτός, σ 39, Οι Έλληνες Ναυτεργάτες στην Πολιτική Προσφυγιά εκδ. Επίκαιρα). Μετά στάλθηκαν στο Ιρκούτσκ της Σιβηρίας και από κει σε διάφορες φυλακές. Μερικοί πέθαναν στις φυλακές. Οι άλλοι ελευθερώθηκαν με τη μεταγενέστερη αμνηστία του Μαλενκόφ, μα 5 ξαναπιάστηκαν κι εξορίστηκαν στο νησί Μουινάκ στη λιμνοθάλασσα της Αράλης όπου βρήκαν εξόριστους άλλους 5 Έλληνες με τις οικογένειες τους.
4. Παρά τις καταγγελίες και τα αιτήματα για την κατάργηση των εκτοπίσεων η μετά-ζαχαριαδική ηγεσία του ΚΚΕ συνέχισε τη φρικτή παράδοσή της.
Αλλά ας κοιτάξουμε και τα βασανιστήρια ορισμένων κομμουνιστών στη Βουλγαρία που άσκησε ο Δ. Βλαντάς, κολλητός του Ν. Ζαχαριάδη, γύρω στο 1950.
Ανακαλύφθηκε πως μερικές εκατοντάδες αξιωματικοί και οπλίτες της 7ης μεραρχίας του ΔΣΕ ήταν «πράκτορες του εχθρού»!
Στην πραγματικότητα δεν υπήρχε καμία απόδειξη που να στηρίζει την κατηγορία. Μα ο Βλαντάς ανέλαβε να βρει αποδείξεις ανακρίνοντας τους κατηγορούμενους και αναγκάζοντάς τους «να ομολογήσουν την ενοχή τους». Ο ίδιος με θράσος και κυνισμό παραδέχεται σε βιβλίο του πως χρησιμοποιήθηκαν βασανιστήρια για να αποσπάσουν ομολογίες ενοχής και λέει πως Βούλγαροι αστυνομικοί βοήθησαν στο έργο αυτό.
Ο Κ. Σιαπέρας, σύνδεσμος του ΔΣΕ με τις μυστικές υπηρεσίες των Βουλγάρων, στο Μυστικοί Δρόμοι του Δημοκρατικού Στρατού (σ 151-5) γράφει πως πολύ σύντομα οι Βούλγαροι είδαν πως οι ανακρινόμενοι δεν ήταν «πράκτορες» καθόλου, μα ο Βλαντάς επέμενε και τελικά οι ανακρινόμενοι «ομολόγησαν» την ενοχή τους και περιέγραψαν λεπτομερώς τη «δράση» τους – με τις υποδείξεις του Βλαντά!
Να πραγματική «καθοδήγηση»!
(Κάποτε ο Στάλιν μετά από συνάντηση με συνδικαλιστές είδε πως έλειπε το τσιμπούκι του και το είπε στον Μπέρια, ο οποίος αμέσως μάζεψε στα κρατητήριά του τους συνδικαλιστές. Ο Στάλιν βρήκε το τσιμπούκι του και τηλεφώνησε του Μπέρια να τον ενημερώσει. «Μα πώς;» απάντησε ο αρχηγός της Μυστικής Αστυνομίας. «Οι συνδικαλιστές ομολόγησαν!»)
Θα επανέλθω.