1. Ο Μητσοτάκης δεν είναι φιλελεύθερος όπως δεν ήταν ο πατέρας του, ο “γκαντέμης” Κωνσταντίνος, και κάθε άλλος πολιτικάντης της νεοελληνικής πραγματικότητας στους 2 αιώνες της σύγχρονης ιστορίας μας.
Κατ’ εμέ (και λιγοστούς άλλους) ο φιλελευθερισμός αναγνωρίζει πως υπάρχουν και οικονομικά καθήκοντα όπως υπάρχουν τα πολιτικά. Όπως δηλαδή έχεις καθήκον να μη βλάπτεις άλλον, να μην απειλείς με όποιο τρόπο τη σωματική του ακεραιότητα, να μην εμποδίζεις την ελεύθερη (μα όχι προσβλητική) έκφραση, τη μη απειλητική μετακίνηση και συνάθροιση, έτσι δεν τον εμποδίζεις να έχει ελεύθερη πρόσβαση στο φως, στον αέρα και στον χώρο. Το τελευταίο σημαίνει ένα κομμάτι εδάφους όπου θα κατοικεί και θα εργάζεται.
Τα πολιτικά καθήκοντα και οι πολιτικές ελευθερίες είναι πλήρως κατοχυρωμένες στη νομοθεσία κάθε πολιτισμένου κράτους στη Δύση. Όχι όμως και τα οικονομικά καθήκοντα. Και το πρώτο και μεγαλύτερο οικονομικό καθήκον για κάθε κράτος είναι να αποκομίζει την πρόσοδο (δηλ. την αυξανόμενη τιμή/αξία των εδαφών) και να μην αφαιρεί με φόρους από τη φυσική αμοιβή της εργασίας.
Φιλελεύθερος πολιτικός είναι μόνο εκείνος που έχει κατανοήσει αυτές τις αρχές, τις πρεσβεύει και τις εφαρμόζει πλήρως.
2. Πριν λίγο καιρό αναρτήσαμε το άρθρο Ε1233. Μητσοτάκης και Χρυσοχοΐδης στο οποίο, ακολουθώντας μια σειρά φιλο-Νεοδημοκρατικών και δη φιλο-Μητσοτακικών δημοσιογράφων (Παπαδόπουλος, Θεοδωρόπουλος, Μουμτζής), κριτίκαρα τον πρωθυπουργό για την αποπομπή του Χρυσοχοΐδη (την ανοησία Αποστολάκη και την υπουργοποίηση του Πλεύρη). Ξεκίνησα γράφοντας πως από τους δυο προτιμώ τον Χρυσοχοΐδη δίνοντας τους λόγους της κάθαρσης που επέβαλε σε πολλά τμήματα της κοινωνίας σύντομα φέρνοντας ξανά τάξη σε πολλές περιοχές αταξίας.
Κάποιος ανίατος ανόητος, που εξυπνακίζει, με το ψευδώνυμο koykoyroukou, σε σχόλιό του με παρομοίασε με τον Λεβέντη και δήλωσε “H εξόχως φλύαρη απάντηση σε ένα ερώτημα που δεν τέθηκε από κανέναν… και ούτε θα είχε οποιοδήποτε νόημα να τεθεί” (10 Σεπτ.2021).
Οι νοητικοί περιορισμοί του τον εμπόδισαν να δει το οφθαλμοφανές γεγονός πως εγώ τουλάχιστον υπονοώ το ερώτημα και, φυσικά, απηχώ παρόμοιους υπαινιγμούς ερωτήματος από άλλους κι έτσι το θέτω. Δεν είναι μια κρίση πως ο Χρυσοχοΐδης θα γινόταν καλύτερος πρωθυπουργός (γιατί όχι, όμως), μα απλά πως αυτός έκανε τη δουλειά του ενώ δεν την κάνει εδώ και καιρό ο Μητσοτάκης.
3. Στα μέσα Σεπτεμβρίου κι ενώ από αρκετές μέρες είχε κατακαθήσει η σκόνη από τον ψευτο-ανασχηματισμό, ο Διονύσης Γουσέτης, παρά τους επαίνους που γράφει για τον Μητσοτάκη (όλοι πολύ ορθοί), σχολιάζει όμως και ορισμένες αντίξοες αντιδράσεις εκ μέρους κεντρώων που ψήφισαν Μητσοτάκη τον Ιούλιο 2019: Αυτοί οι ψηφοφόροι του συμβιβάστηκαν με την αμφίπλευρη διεύρυνση, επειδή είδαν ότι δεν ακολουθείται από αμφίπλευρη πολιτική. Αντίθετα, είδαν τολμηρά μεταρρυθμιστικά βήματα στην παιδεία, στην εξωτερική πολιτική, στο ασφαλιστικό, στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό κ.α. Αντιλαμβάνονται ότι οι μεταρρυθμίσεις έχουν εχθρούς και ότι χρειάζεται υπομονή και μεθόδευση. Ωστόσο, βλέπουν και φοβίες που οδηγούν στο τέλμα. Οι αναβολές (με διάφορα προσχήματα) της κύρωσης των μνημονίων συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία, η διατήρηση των κηφήνων στο Δημόσιο, η αναβολή της εγκατάστασης αστυνομίας στα ΑΕΙ κ.α. προδίδουν φοβίες και παραχωρήσεις απέναντι στην Αριστερά, απέναντι στη Δεξιά, απέναντι στην καθ’ ημάς Ανατολή. Οι φοβίες αυτές χρεώνονται απευθείας στον πρωθυπουργό και προσωποποιούνται στην παραχώρηση του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Αποπέμφθηκε ο άνθρωπος που μας απάλλαξε από τις καταλήψεις ακινήτων από ανεύθυνα και συχνά επικίνδυνα άτομα, που στο πέρασμα δεκαετιών είχαν πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και είχαν φθάσει μέχρι την κατάργηση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία. Κανένας υπουργός δεν το είχε τολμήσει και αυτό συνιστά από μόνο του μια μεταρρύθμιση. Ομως ο κ. Χρυσοχοΐδης είναι κάτι περισσότερο: είναι ένα από τα σύμβολα του μεταρρυθμιστικού προσώπου της Ν.Δ. Ισως το πιο εμβληματικό. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η αρετή είναι η μεσότητα ανάμεσα σε δύο άκρα, την έλλειψη και την υπερβολή. Για παράδειγμα, ενάρετος δεν είναι ούτε ο δειλός ούτε ο παράτολμος. Είναι ο γενναίος. Περιμένουμε μια πολιτική πιο γενναία από τις παραχωρήσεις. Οι παραχωρήσεις δεν εγγυώνται πάντα τη μεσότητα του Αριστοτέλη. Ενίοτε θυμίζουν παρωχημένες έννοιες μιζέριας όπως “πολιτικό κόστος”.
Εννοείται πως συμφωνώ πλήρως με το παρόν κείμενο του Γουσέτη και την υπόνοια πως, τελευταία, οι πολιτικές του Μητσοτάκη δεν είναι γενναίες μα δειλές.