1. Η αποκουλακοποίηση έγινε όχι μόνο για να εξοντωθεί ο «ταξικός εχθρός» των κουλάκων, μα ίσως κυριότερα για να υπάρξει φθηνή εργασία στις αχανείς ακατοίκητες περιοχές της Σοβιετίας στον Αρκτικό Κύκλο, στα Ουράλια και στη Σιβηρία μα και για να φτιαχτούν κανάλια, σιδηρόδρομοι κι εργοστάσια.
Τον Απρίλιο 1929 ως μέρος του Πρώτου Πενταετούς Σχεδίου (του πάνσοφου Πολιτμπιρό του ΚΚΣΕ υπό την ηγεσία πλέον του ψυχοπαθούς Στάλιν), το υπουργείο Δικαιοσύνης κι Εσωτερικών και η OGPU (=Ασφάλεια) έκαναν μια κοινή έκθεση για τη δημιουργία δικτύου στρατοπέδων, που θα βασίζονταν σε καταναγκαστική εργασία. Όσοι κατάδικοι δέχονταν ποινή από 3 έτη και πάνω θα πήγαιναν σε αυτά τα στρατόπεδα. Θα βοηθούσαν στην αποίκηση και την εκμετάλλευση των προαναφερθέντων περιοχών.
Έτσι συνέπεσε και η πολιτική της αποκουλακοποίησης. Οι αμετανόητοι «εχθροί» του σοβιετικού κράτους θα δούλευαν (φθηνά ή δωρεάν!) για να αξιοποιηθούν οι ανυπολόγιστοι φυσικοί πόροι στην ανεξερεύνητη σχεδόν Σοβιετία.
2. Η φαεινή αυτή επιχείρηση είχε αρχίσει στα μέσα του 1929, μα την άνοιξη 1930 ξεκίνησε, υποτίθεται, με σχεδιασμό, οργάνωση, μέθοδο. (Υποτίθεται. Διότι πουθενά στον κόσμο καμιά αριστερή κυβέρνηση δεν μπόρεσε ποτέ να σχεδιάσει και οργανώσει κάποια σοβαρή επιχείρηση αποτελεσματικά.)
Το πρώτο στάδιο ήταν σκέτη σαδιστική καταπίεση με τη λεηλασία των αγροτών (ακόμα και των φτωχότερων), ένα χάος εκτοπίσεων και αλλοτριώσεων. Στην πραγματικότητα υπήρχαν μόνο αριθμοί για συλλήψεις κι εκτοπίσεις μα κανένα σχέδιο για τη μεταγενέστερη εγκατάσταση και δουλειά των εξόριστων.
Στα χαρτιά υπήρχαν φυσικά λεπτομερέστατα σχέδια για τα πάντα. Μα οι άνθρωποι που θα τα εφάρμοζαν ήταν ανίκανοι και, ούτως ή άλλως, τα σχέδια δεν είχαν πολλή σχέση με την πραγματικότητα. Μόνο η επιθυμία κι ευχή των παρανοϊκών συντρόφων, όπως στην προτροπή του Γιάκοντα: «Πρέπει τώρα να μετατρέψουμε τα στρατόπεδα κρατούμενων σε χωριά αποίκησης και όχι με συγκεκριμένες περιόδους κράτησης»!
3. Σε όλο το έτος 1930 και το πρώτο μισό του 1931 επικράτησε αναρχία, πλήρης έλλειψη συντονισμού και φρίκη στις συνθήκες εγκατάστασης. Οι κουλάκοι (ολόκληρες οικογένειες με γέρους και βρέφη!) θα χρησίμευαν ως ρεζερβουάρ από όπου οι διοικητές και αξιωματούχοι θα αντλούσαν ελεύθερα εργατικό προσωπικό δίχως καμιά υποχρέωση φροντίδας για αυτούς.
Ο Tolmachev, ένας από τους πιο συνετούς διοικητές, αναγνώριζε πως στις τρισάθλιες συνθήκες των στρατοπέδων ή «χωριών» θα ήταν αδύνατο οι κρατούμενοι να αποδώσουν κάτι αξιόλογο και στις συχνές αναφορές του τόνιζε την ανάγκη να επανενωθούν οικογένειες (συχνά οι πατέρες και τα μεγάλα αδέλφια εργάζονταν σε τοποθεσίες εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από γυναίκες και παιδιά!), να εξυγιανθούν τα βρόμικα, στενόχωρα παραπήγματα, να δοθεί καλύτερη διατροφή και γάλα για τα παιδιά και να πάψουν οι αυθαίρετες φυλακίσεις συγγενών ή φίλων που έρχονταν για επίσκεψη καθώς και οι βιασμοί γυναικών.
4. Ο Tolmachev και ο Bergavinov, πρωτοπόροι και συνετοί, εκτελέστηκαν το 1937. Από το Narymskaia Khronika 1930-45: Dokumenty i vosporninaniia (V.N. Maksheev, επιμ. Μόσχα 1997, σ18-37, παίρνω τις λεπτομέρειες που ακολουθούν για την περιοχή Narym ως παράδειγμα).
Οι κουλάκοι αφήνονταν με βάρκες σε ακατοίκητες ακρογιαλιές του πουθενά ή στη μέση δάσους με ψηλά κωνοφόρα (=τάιγκα). Ή έσκαβαν πρόχειρους λάκκους ή έφτιαχναν πρόχειρες καλύβες με φλοιούς από σημύδες ή ό,τι άλλο και αργότερα κατασκεύαζαν καλύβες από κορμούς και κλαδιά που έκοβαν όταν δεν έκαναν την καθιερωμένη αναγκαστική εργασία τους. Τα παιδιά μάζευαν λάσπη κι έφτιαχναν πρόχειρα τζάκια.
Η τροφή τους ήταν ελάχιστη. Τους έδιναν 6 κιλά ψωμί τον μήνα. Οι άνθρωποι άρχισαν να πρήζονται και πολλοί πέθαιναν.
Αλλού υπήρχαν καλύβες μα δεν είχαν σκεπή. Έτσι αναγκάζονταν οι ίδιοι να βάλουν σκεπές. Αλλού πάλι δεν υπήρχε τίποτα κι έτσι έφτιαχναν στρατόπεδα με παραπήγματα, πάλι με κορμούς και κλαδιά Οι άντρες έκαναν τη χοντρή δουλειά, οι γυναίκες και τα παιδιά γυαλοχαρτάριζαν. Κουνούπια τους ρουφούσαν το αίμα μέχρι το κόκαλο.
Ένα παράπηγμα διαιρούνταν σε τέσσερα δωμάτια και κάθε δωμάτιο έπαιρνε μια ολόκληρη οικογένεια.
5. Οι περισσότεροι κουλάκοι, μικροί και μεγάλοι, άντρες και γυναίκες, δούλευαν στα δάση για ξυλεία. Το οκτάωρο ήταν άγνωστο. Δούλευαν τουλάχιστον 11 ώρες, ακόμα και παιδιά ηλικίας 12 ετών – κάτι που είχε πάψει στη Δύση πριν 100 χρόνια!
Υπήρχαν σχέδια για σίτιση και παροχή αρκετής τροφής μα αυτά (300 γραμμάρια ψωμί τη μέρα για κάθε άτομο) έμειναν στα χαρτιά. Μετά δυσκολίας μια οικογένεια 4 ατόμων έπαιρνε 6 κιλά αλεύρι για να φτιάξει το ψωμί για τον μήνα. Αλλού μόνο 5! Ήταν το κανονικό μέτρο ίσα ίσα για την κάλυψη της πείνας (po golodnoi norme). Δεν υπήρχε καθόλου λίπος στη διατροφή τους.
Οι ακραίες χαμηλές θερμοκρασίες και η κάκιστη διατροφή προκάλεσαν εξάρσεις επιδημιών – δυσεντερία, διφθερίτιδα, ιλαρά, τύφος και άλλες. Πάνω από 13.500 πέθαναν σε έξι μήνες πριν το τέλος του 1930. Και αυτοί είναι οι επίσημοι αριθμοί.