Πάλι ονειρεύονται μια άνοιξη αλλιώτικη…
Μιλούν, μιλούν για έναν μαλακότερο ήλιο
Κι ελπίζουν σ’ έναν απαλότερο Απρίλιο.
Από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους οι άνθρωποι αναρωτιούνται κάθε τόσο, μα κυρίως μετά από κάποια κρίση, αν έχουν γίνει σοφότεροι, προσεύχονται, ελπίζουν και εξαπατούν εαυτόν!
Είμαστε τρομερά επιρρεπείς στην αυταπάτη. Ακόμα και ο κ. Τσίπρας που σουλατσάρει τόσο εύκολα από ένα ψέμα σε άλλο αναγνώρισε πως η κυβέρνησή του, ο ίδιος, είχε κάποιες αυταπάτες. Πίστευε πως ήταν παντογνώστης χάρη στη νεροβρασμένη του μαρξιστική θεώρηση, πως μπορούσε να διακυβερνήσει τη χώρα και τον λαό της. Πέρασαν 4 χρόνια οδυνηρά για τη χώρα και τον λαό της προτού αυτός ο «άχαστος» ηγέτης της Αναρχοαριστεράς, ασυνάρτητος, και αμόρφωτος, ομολογήσει πως έπασχε από αυταπάτες σοφίας και ικανότητας.
Θυμάμαι το 2010, τότε που ήταν φανερό, έστω και ακόμα μη ξεκάθαρα διατυπωμένο, πως χρεωκοπήσαμε (παρότι λεφτά υπήρχαν). Διάφοροι δημοσιογράφοι με κάλλιστες προθέσεις και μυωπικές μαντείες, έγραφαν πως το έθνος, ο λαός των Ελλήνων, θα βγει από την κρίση σοφότερος, ισχυρότερος! Πολλοί από αυτούς ήξεραν πολύ καλά πως η χώρα είχε χρεωκοπήσει 4-5 φορές νωρίτερα και πως σε αυτόν τον απλό τομέα δεν έμαθε τίποτα.
Διότι από συστάσεως του ανεξάρτητου ξενοκρατούμενου κράτους ο λαός τρεφόταν νοητικά με αυταπάτες που λάνσαραν γενναιόδωρα οι διανοούμενοι, πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέτες, οι οποίοι ενδιαφέρονταν μόνο για τα δικά τους συμφέροντα. Όπως και τώρα, μετά από δυο αιώνες.
Τα συνοψίζει όλα σχεδόν πολύ ωραία ο Τ. Θεοδωρόπουλος σε άρθρο του στην Καθημερινή, 26 Ιουνίου, 2022:
Γίναμε σοφότεροι; Εξαρτάται. Ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία είναι οι «Υπνοβάτες» του Κέσλερ. Βήμα το βήμα βαδίζει η ανθρώπινη σκέψη στα τυφλά. Κι αν σε κάτι μας έκαναν σοφότερους οι κρίσεις που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια, οικονομικές ή υγειονομικές, είναι ότι μας επανέφεραν στους όρους της ταπεινότητάς μας. Ε ναι, κάθε τόσο πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν είμαστε παντογνώστες, ούτε σοφοί. Κι ότι η μοίρα μας είναι να κυνηγάμε τη γνώση και τη σοφία χωρίς ποτέ να υποκύπτουμε στην αλαζονεία μας ή στην κόπωσή μας. Κι αν γίναμε σοφότεροι από την πανδημία, είναι επειδή αυτή μας βοήθησε να αντιληφθούμε τα όρια της σοφίας μας. Όρια της σκέψης, όρια της ανθρώπινης ζωής. Ό,τι αναζητούσαν οι Έλληνες. Και ό,τι αναζητούμε εμείς σήμερα γνωρίζοντας ότι χωρίς την ελληνική σκέψη δεν μπορούμε να το βρούμε. Αν αποκτήσαμε κάποια σοφία από την πανδημία, είναι η υπενθύμιση ότι οι δυνατότητες της δικής μας σοφίας έχουν όρια. Και βρίσκονται πάντα αντιμέτωπες με δυνάμεις που τις ξεπερνούν και οι ίδιες πρέπει να τις χειραγωγήσουν. Ζήσαμε ένα θαύμα με την ανακάλυψη του εμβολίου κατά του κορωνοϊού; Και μάλιστα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Θαύμα δεν ήταν. Ηταν όμως ένα άλμα της ανθρώπινης σοφίας. Και αν μη τι άλλο, αυτό μας έμαθε η πανδημία. Η σοφία μας δεν είναι τίποτε παραπάνω από τη σύγκρουση με ό,τι απειλεί την ύπαρξή μας.
Και άλλοι έχουν γράψει συχνά πυκνά για τη σοφία που αποκομίσαμε από τις τελευταίες κρίσεις χωρίς να καταλαβαίνουν πως συμβαίνει μάλλον το αντίθετο. Στην πραγματικότητα τίποτα δεν αποκομίσαμε. Και η ηλιθιότητα που δέρνει το έθνος μας κρυφογελάει με τους τρανταχτούς τίτλους των πρωτοσέλιδων, και έγκριτων και κίτρινων φυλλάδων.
Ουσιαστικά ο Θεοδωρόπουλος, θεληματικά ή άθελα, δείχνει πως δεν αποκτήσαμε κάποια σοφία κι ας λέει πως την αποκτήσαμε! Είναι ακριβώς αυτή η «ελληνική σκέψη» που μας εμποδίζει δυο αιώνες τώρα. Η αρχαία ελληνική σκέψη διδάσκει δικαιοσύνη, εντιμότητα, ταπεινότητα, αρετή. Η σύγχρονη διδάσκει ακόμα πατριδοκαπηλία, θρησκοκαπηλία και, όλο το 2ο μισό του 20ου αιώνα, λαοκαπηλία.
Να και λίγες αράδες από τον Σάκη Μουμτζή, Καθημερινή 30 Ιουνίου:
Ως γνωστόν σε μια ελεύθερη οικονομία η αγορά είναι ο τελικός κριτής. Οι ακριβές τιμές υπάρχουν γιατί υπάρχουν και οι πελάτες που τις πληρώνουν. Διαφορετικά οι επιχειρηματίες θα έβλεπαν τα προϊόντα τους στο ράφι και τις υπηρεσίες τους χωρίς αγοραστικό κοινό. Είναι βλακώδες ένας επιχειρηματίας, ενώ βλέπει πως η αγορά αντέχει τον υψηλό τιμοκατάλογό του, αυτός να σκέφτεται να τον χαμηλώσει γιατί θα προκαλέσει ανθρώπους στους οποίους δεν απευθύνεται τόσο το δικό του προϊόν όσο και το προϊόν που πουλά η Μύκονος συνολικά. Στο κάτω κάτω, η Ελλάδα έχει εκατοντάδες τουριστικούς προορισμούς για όλα τα βαλάντια. Υποθέτω πως ουδείς Νεοϋορκέζος διαμαρτύρεται γιατί τα ενοίκια είναι ακριβά στο Μανχάταν. Κάθε περιοχή κατακτά το status της με πολύ κόπο, σκληρή δουλειά και σε βάθος χρόνου. Αυτό ακριβώς συνέβη και με τη Μύκονο, κάτι που θα πρέπει να μας χαροποιεί. Επιδίωξή μας θα πρέπει να είναι να υπάρξουν και άλλοι τουριστικοί προορισμοί με ανάλογο status, ώστε η πατρίδα μας να αλλάξει επίπεδο. Αντί να ξεψαχνίζουμε τους τιμοκαταλόγους της Μυκόνου, ας εξετάσουμε, χωρίς μιζέρια, γιατί έχει γίνει ο τόπος που προσελκύει πάμπλουτους επισκέπτες από όλον τον πλανήτη, οι οποίοι και μπορούν να πληρώνουν αυτές τις τιμές.
Γιατί; Γιατί; Ρωτάει και δίνει τη δική του εκδοχή. Τρέχα γύρευε!
Η αλήθεια είναι πως δεν έμαθαν, δεν μάθαμε, τίποτα ουσιαστικό!