Έχω πολλές φορές εκδηλώσει τον σκεπτικισμό και τη βαθύτατη αντιπάθεια που τρέφω για τους πλείστους καθηγητάδες που δίχως πολλή ουσιαστική σκέψη και ακόμα λιγότερη αιδώ μα με μπόλικο θράσος και συμφέρον διατυπώνουν λόγιες μπαρούφες και σοφιστείες.
Τα τελευταία χρόνια και ειδικά από το 2015 με Πρόεδρο της Βουλής την τσιπρική τότε κα Κωνσταντοπούλου είδαμε την κυβέρνηση να κολακεύει και να κανακεύει μπαχαλάκηδες, αγανακτισμένους, διαδηλωτές, ρουβίκωνες και άλλους εκφραστές παρανομίας οι οποίοι σε κάθε ευνομούμενη Πολιτεία θα τιμωρούνταν ποικιλότροπα. Ο νυν Πρόεδρος της Βουλής κ. Βούτσης που θυμίζει με το ύφος και τη στάση του χερουβικό χασάπη εφαρμόζει την ίδια πολιτική προς τραμπούκους, μπαχαλάκηδες, κουκουλοφόρους και άλλους του είδους.
Ακολουθώντας αυτά τα υψηλά παραδείγματα, οι δικαστές αθωώνουν τραμπούκους που χειροδικούν κατά ξένων διπλωματών, κατά τουριστών που ψωνίζουν τις Κυριακές, κατά Ελλήνων καθηγητών και τελευταία κατά ηλικιωμένων δημάρχων.
Στις πλείστες περιπτώσεις είναι αναρχοαριστεροί (και αρκετοί αναρχοδεξιοί) που προέρχονται από απροσδιόριστα κοινωνικά (συχνά ευκατάστατα) στρώματα κι εκφράζουν με τον οδυνηρό, καταστροφικό, βάρβαρο τρόπο την αγανάκτησή τους!
Ο καθηγητής Κ. Δουζινάς (κάπου στο πανεπ. Λονδίνου), νυν βουλευτής του Σύριζα, γράφει στην Καθημερινή (σ22, 26-7 Μαΐου 2018) πως αποτελεί «ιστορικό παράπτωμα» η σύγκριση τραμπούκων με αγανακτισμένους. Λέει κατ’ επέκταση και αντίθετα με την εμπειρία (και τη γενική ψυχολογία) πως οι τραμπούκοι δεν εμφυσούνται από αγανάκτηση. Μόνο αυτοί που ο ίδιος επιλέγει (και σε μια χαλαρή ορολογία) είναι «αγανακτισμένοι». Και αναφέρεται στο παράξενο μόρφωμα «αγανακτισμένων» στο Σύνταγμα στην πρώτη περίοδο της χρεοκοπίας οι οποίοι «μιλούσαν και συναποφάσιζαν». Συναποφάσιζαν να εμποδίζουν άλλους στην κοινή χρήση του δημόσιου χώρου και να σπάνε τα μάρμαρα ή ό,τι άλλο έβρισκαν ευκαιρία.
Ο καθηγητής παραπέμπει δε στον Σπινόζα και στον Χέσελ (σάμπως και αυτοί είναι πιο αλάθητοι και από τον Πάπα) για να μας πείσει για κάτι που ακόμα και οι πιο αμόρφωτοι χωρικοί και παιδάκια γνωρίζουν, ότι δηλαδή η αγανάκτηση είναι «βαθιά ηθικό και πολιτικό συναίσθημα». Χρησιμοποιεί λοιπόν βαρύ φιλοσοφικό πυροβολικό για να σπάσει ένα καρύδι κούφιας λογικής.
Διότι, όπως ξέρουμε, όλοι νιώθουμε αγανάκτηση, ιδίως με τους τσιπριστές (ένα 80% των ψηφοφόρων τους καταριούνται). Μα η σύγκριση δεν είναι μεταξύ αισθημάτων: είναι μεταξύ πράξεων. Το να παρακωλύεις δια της βίας άλλους από τη χρήση κοινών δημόσιων χώρων όπως πλατείες και δρόμοι, το να καταστρέφεις ιδιωτική ή δημόσια περιουσία είναι κολάσιμες πράξεις όποιο κι αν είναι το κινητήριο αίσθημα και η παράταξη στην οποία πολιτικά, οικονομικά ή θρησκευτικά ανήκεις.
Ο καθηγητής αναφέρει και του βαλλιστικού Αριστοτέλη τη ρήση πως «πολιτεία είναι το πολίτευμα που κάνει το πλήθος δήμο όταν αυτό προς το κοινό πολιτεύεται συμφέρον». Μα αυτή είναι όλως άσχετη, ακριβώς σαν τον τσιπριστή καθηγητή. Πουθενά ο Αριστοτέλης δεν συνιστά βία και καταστροφή ούτε υμνεί τη Δημοκρατία την οποία κατατάσσει τελευταία ως το χείριστο των πολιτευμάτων ακριβώς διότι δημαγωγοί και διαστρεβλωτές του δημόσιου κι εθνικού συμφέροντος σαν τον κ. Τσίπρα και τον καθηγητή φροντίζουν μόνο τη δική τους πάρτη και το δικό τους κόμμα!
Αλλά ο καθηγητής όπως όλοι οι αναρχοαριστεροί θέλουν τη βία που προέρχεται από την Αναρχοαριστερά καλή και όσια και φυσική, ενώ οποιαδήποτε άλλη είναι κακή και κολάσιμη. Η δικτατορία του Χίτλερ και του Μεταξά είναι κακή και κολάσιμη, μα του Στάλιν και του Μαδούρο είναι φυσική και αγαθή αφού προέρχεται από πανάγαθους φιλάνθρωπους φασίστες που με το ζόρι μαντρώνουν τους πολίτες, αφού τους καταληστεύσουν, για να φτιάξουν μια ιδανική αταξική κοινωνία όπου οι ίδιοι περνούν θαυμάσια και οι άλλοι όλοι φρικτά!