Το πρώτο ίσως και βασικό γνώρισμα της συμπεριφοράς των λαϊκιστών είναι ο ισχυρισμός τους ότι μόνον αυτοί εκπροσωπούν τον λαό και νοιάζονται γι’αυτόν. Ο Αλ. Τσίπρας και ο κάθε τσιπριστής ακόλουθος χρησιμοποιεί αυτόν τον ισχυρισμό ως πάγιο επιχείρημα και σε κάθε ευκαιρία. Καμιά δε προηγούμενη κυβέρνηση δεν προσπάθησε με τόση έμφαση, όση η τσιπρική, να εμφανίζει τους αντιπάλους της ως εχθρούς του λαού.
Παντού, ο ισχυρισμός της αποκλειστικής εκπροσώπησης του λαού από τους λαϊκιστές συνδυάζεται σε κάθε περίπτωση με επικλήσεις περί ηθικής. Οι τσιπριστές μας εμφανίζονται αυτοστεφανωμένοι με ανώτερη ηθική και το διαβόητο πλέον «ηθικό πλεονέκτημα», ενώ συνεχίζουν να εκτοξεύουν κατά των αντιπάλων τους το μίασμα της διαπλοκής.
Άλλο βασικό χαρακτηριστικό αυτών των λαϊκιστών είναι η προφανέστατη προσπάθεια άλωσης του κρατικού μηχανισμού, μόλις βρεθούν στην εξουσία. Και ακούσαμε τον κ. Πολάκη, πρωτοπαλήκαρο του Τσίπρα, να ομολογεί με παράπονο πως “το κράτος δεν είναι δικό μας ακόμα”! Η εμπειρία όμως δείχνει πως η κυβέρνηση Συριζανελλήνων σταδιακά παίρνει άριστα σ’ αυτόν τον τομέα. Το επιχειρεί συστηματικά και με όλους τους δυνατούς τρόπους από την πρώτη στιγμή που ήλθε στην εξουσία με άφθονους διορισμούς ανίκανων και ανεύθυνων κομματόσκυλων σε καίρια πόστα και με αντισυνταγματικούς νόμους – που συχνά και αναπάντεχα τους γυρίζουν μπούμερανγκ!
Το συγκεκριμένο εγχείρημα επεκτάθηκε με κραυγαλέους διορισμούς (Παρασκευόπουλος, κα Θάνου) και στον χώρο της Δικαιοσύνης, με κάπως αμφίβολα όμως αποτελέσματα, αν κρίνουμε από συγκεκριμένες αποφάσεις ανώτατων δικαστηρίων, όπως το ΣτΕ και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Οι αποφάσεις του ΣτΕ για την αδειοδότηση των καναλιών και του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις παρατάσεις συμβάσεων έργου είναι καλά παραδείγματα.
Άλλο γνώρισμα της πρακτικής των λαϊκιστών είναι η προώθηση πελατειακών σχέσεων κατά τρόπο μαζικό. Οι τσιπριστές έχουν πολύ καλές επιδόσεις και σε αυτό το άθλημα με αποφάσεις και τροπολογίες διάφορες για υλικές παροχές ή γραφειοκρατικές διευκολύνσεις έναντι πολιτικής στήριξης από πολίτες ή ομάδες ολόκληρες που μετατρέπονται σε πελάτες του κράτους των λαϊκιστών. Το φαινόμενο το βλέπουμε συχνότατα σε μεγαλόστομες εξαγγελίες και υποσχέσεις: το δώρο προς τους συνταξιούχους το 2016 ήταν μία κορυφαία στιγμή. Φαεινό παράδειγμα ήταν επίσης η πρόσφατη απόπειρα του σκληροπυρινικού Σκουρλέτη να εξαναγκάσει τους Δήμους να μονιμοποιήσουν εκατοντάδες αχρείαστους συμβασιούχους – που όμως δεν πέτυχε καθώς τα Δικαστήρια έκριναν πως τέτοιο νομοθέτημα δεν μπορούσε να έχει αναδρομική ισχύ. Τον συντονισμό της υλοποίησης του ευρύτερου σχεδίου τον έχουν αναλάβει βέβαια οι υπουργοί Επικρατείας που φωλιάζουν στο Μαξίμου, μα η εκτέλεση ανατίθεται σε διάφορους υπουργούς (σαν τον Σκουρλέτη), ανάλογα με τις αρμοδιότητές τους.
Τέλος, με τον λαϊκισμό συνυπάρχει αναπόφευκτα κι εξαρχής και το στοιχείο της διαφθοράς. Είναι σκέτη φαντασίωση, εξυφασμένη από επίμονη προπαγάνδα, η γενική και αόριστη αντίληψη για εντιμότητα και ηθική σε όλο το φάσμα της Αναρχοαριστεράς. Οσφραινόμαστε καθαρά πια την οσμή της σήψης να διαχύνεται έντονα στον αέρα κι εμφανίζονται τώρα όλο και σαφέστερες ενδείξεις με τους Καλογρίτσα, Σαββίδη και άλλους, αλλά θα χρειάστεί περισσότερος χρόνος για τις οριστικές αποδείξεις.