1. Η κ. Βούλα Παπαχρήστου διέπραξε ένα από τα πιο φοβερά εγκλήματα της δημοκρατικής εποχής μας: έκανε ρατσιστικό σχόλιο με ένα κακόγουστο αστείο σχετικά με τα κουνούπια του Νείλου (που μεταφέρουν μια σοβαρή μόλυνση και) που θα έβρισκαν αρκετούς Αφρικανούς στην Ελλάδα για να τσιμπήσουν. Επειδή μάλιστα βρέθηκαν φωτογραφίες όπλων στην ιστοσελίδα της, θεωρήθηκε πως αυτή η καταξιωμένη αθλήτρια του τριπλούν ανήκει στην άκρα δεξιά των ρατσιστών και φασιστών κι έτσι οι πεφωτισμένοι κι έμπλεοι από υψηλά Ολυμπιακά (ίσως και Ολύμπια) ιδανικά ηγέτες του αθλητισμού την απέκλεισαν από την Ελληνική ομάδα που θα συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου. Και όπως πάντα, τα πολιτικά κόμματα έσπευσαν να αξιοποιήσουν το γεγονός αυτό καταδικάζοντας την πρωταθλήτρια για τον «ρατσισμό» της. Μόνο η Χρυσή Αυγή και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες της συμπαραστάθηκαν − καθώς και μερικοί μεμονωμένοι δημοσιογράφοι όπως ο κ. Τ. Μαράτος (Εστία 27-7-12).
2. Πρώτα πρέπει να πω πως δεν τρέφω καμιά συμπάθεια για τον πρωταθλητισμό και για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τα δήθεν ιδανικά της ευγενούς (!;) άμιλλας, προσπάθειας, αγωνιστικότητας και παρόμοιες σαπουνόφουσκες. Ούτε για τα διάφορα σπορ, εκτός του ποδοσφαίρου που παρέχει εξαιρετικό θέαμα και συνδυάζει ατομική δεξιοτεχνία με ομαδική προσπάθεια.
Το πρώτο πράγμα που παρατηρούμε σε όλα αυτά τα αθλήματα (και σπορ) είναι η απίστευτη και πλήρης αχρηστία ή ματαιότητά τους. Πολλά έχουν κάποια βάση στην πραγματική ζωή αλλά γίνονται γελοίες υπερβολές στο στίβο ή στο γήπεδο.
Τι αξία έχει το άλμα εις ύψος όταν μάλιστα ο αθλητής προσγειώνεται στη μαλακιά άμμο ή σε μερικά μαξιλάρια φελιζόλ; Ποιος δεν θα είχε προτιμήσει να σκαρφαλώσει έναν τοίχο 2 μέτρα ύψος και να κατέβει προσεκτικά στην άλλη μεριά, ειδικά αν υπάρχουν πέτρες κάτω, από το να πηδήξει δίχως να αγγίξει την κορυφή έτσι όπως κάνουν οι ξερακιανοί αθλητές;
Σήμερα οι άνθρωποι ακόμα και για να πάρουν τσιγάρα από ένα μίνιμαρκετ 500 μέτρα μακριά θα πάνε με το αμάξι τους, πόσο μάλλον να τρέξουν (!) 25 τόσα χιλιόμετρα. Δηλαδή, αν ο μαραθωνοδρόμος μας είχε αμάξι ή άλογο, δεν θα τα χρησιμοποιούσε για να καλύψει την διαδρομή ως την Αθήνα;
Και τι να πούμε για το τριπλούν; Καλά, στο άλμα εις μήκος ασκείται κάποιος για να πηδάει μακριά – πάνω από ένα βαθύ χαντάκι, ας πούμε. Αλλά το τριπλούν; Φαντάζεσθε ένα φαρδύ χαντάκι με δύο βράχους ενδιάμεσα (τριάντα πόντους πλάτους, όσο να ακουμπήσει ένα ανθρώπινο πόδι) όπου ο άνθρωπος θα πηδήξει, θα προσγειωθεί με το ένα πόδι, θα ξαναπηδήξει, θα προσγειωθεί με το άλλο και θα πηδήξει για τρίτη και τελευταία φορά; Αντί να δουν τη γελοιότητα του όλου εγχειρήματος, οι άνθρωποι χειροκροτούν!
Τι το ευγενές έχει το άθλημα όπου βλέπεις ορισμένες κυρίες να στριφογυρίζουν σαν σβούρες και να εξαπολύουν την σφύρα ξεφυσώντας; Ή να σηκώνουν βάρη με ιδιαίτερο και καθόλου πρακτικό τρόπο;
Τι τρέλα καταλαμβάνει τους ανθρώπους αυτούς;
Παρεμπιπτόντως, γιατί δεν έχουμε αρματοδρομίες; Αυτό δεν θα ήταν περισσότερο γελοίο αγώνισμα από τη σφαιροβολία (και όλα τα άλλα) αλλά θα ήταν οπωσδήποτε πολύ πιο θεαματικό.
3. Είναι φανερό πως όσο γρήγορα και μακριά κι αν τρέξουν οι καλύτεροι δρομείς, το άλογο πάντα θα τρέχει πολύ γρηγορότερα και μακρύτερα. Όσο ψηλά ή μακριά, με απλό ή τριπλό άλμα, κι αν πηδήξουν οι παγκόσμιοι πρωταθλητές, ένας ψύλλος ή μία ακρίδα, συγκριτικά με το μέγεθος τους, αφήνουν τους ανθρώπους πίσω ντροπιασμένους. Όσα κιλά κι αν σηκώσει ο ισχυρότερος αρσιβαρίστας, ο ελέφαντας θα τον ξεπεράσει άνετα. Και οι καλύτεροι κολυμβητές δεν μπορούν ποτέ να ανταγωνιστούν το νερόφιδο ή το δελφίνι.
Στις ρίψεις τα ζώα δεν έχουν καλές επιδόσεις, αλλά έχουμε τώρα συσκευές οι οποίες μπορούν να εκτοξεύσουν τόσο μεγάλα βάρη σε τόσο μεγάλες αποστάσεις, που τα 80 τόσα μέτρα των ακοντιστών (τι άχρηστη δραστηριότητα!) μοιάζουν αφελέστατα αστεία. Το ίδιο ισχύει για όλα τα αθλήματα. Έχουμε συσκευές, μηχανές και οχήματα, που τα καταφέρνουν πολλαπλασίως καλύτερα σε όλα τα αγωνίσματα των ανθρώπων∙ γιαυτό άλλωστε φτιάχτηκαν.
Οπότε, ας βρουν να κάνουν κάτι χρήσιμο όλοι αυτοί οι αθλούμενοι αντί να εξευτελίζουν την ανθρωπινότητά τους με αυτές τις γελοιότητες.
4. Α, όχι! Θα ξεφωνίσουν οι επαγγελματίες αθλούμενοι, και όσοι ασχολούνται με αυτά τα πράγματα. Έχουμε ιδανικά όπως η ευγενής άμιλλα μεταξύ των αθλητών• υπάρχει η δοκιμασία των ορίων της ανθρώπινης προσπάθειας και αντοχής• υπάρχει ανιδιοτέλεια –
Όλα αυτά είναι μπαρούφες. Μπορεί ένας αθλητής – σπάνιο φαινόμενο – να επιδείξει ανιδιοτέλεια. Συχνά αθλητές δείχνουν κουράγιο και όντως μεγάλη απαντοχή. Αυτές είναι λιγοστές εξαιρέσεις και πρακτικά δεν σημαίνουν πολλά.
Αυτό που συνήθως και ως κανόνα παρατηρούμε είναι η καλά καλυμμένη, ίσως, αλλά έντονη φιλοδοξία του κάθε αθλητή να νικήσει. Όπως γνωρίζουμε πολύ καλά, οι περισσότεροι αθλητές παίρνουν διάφορες ουσίες απαγορευμένες και μη, για να κερδίσουν ή να κάνουν νέο ρεκόρ.
Η νίκη, το χρυσό μετάλλιο, εξασφαλίζει όχι μόνο δόξα αλλά και οικονομικά οφέλη από διαφημίσεις, από χορηγίες ή/και από μια θέση στο Δημόσιο, σε κάποια επιχείρηση ή κάποιο πολιτικό κόμμα.
Οι αξιωματούχοι όλων των Παγκόσμιων Οργανισμών ή Συνομοσπονδιών μάχονται με όλα τα θεμιτά (και αθέμιτα) μέσα για να καταλάβουν ή να διατηρήσουν την καλοπληρωμένη θέση τους και είναι τρομακτικό να βλέπεις με πόση αυτοσπουδαιότητα και υποκρισία εκτελούν το λειτούργημά τους – κυρίως όταν κρατούν σιγή σε ένδειξη κατάνυξης με κοστουμαρισμένη σοβαροφάνεια.
Μετά η μεροληπτική προσέγγιση στους αθλητές είναι ολοφάνερη. Είναι πλέον πασίγνωστο πως οι πιο πολλοί, αν όχι όλοι, οι πρωταθλητές παίρνουν ουσίες αλλά μερικοί μόνο ακυρώνονται.
Τέλος, ποιος θα αμφισβητήσει πως ο πρωταθλητισμός έχει εξελιχθεί σε μια τεράστια βιομηχανία στην οποία συμμετέχουν πάμπολλες εθνικές και πολυεθνικές επιχειρήσεις. Δεν βρίσκω τίποτα το επιλήψιμο σε αυτό το φαινόμενο παρά μόνο τους ισχυρισμούς για άμιλλα, ανιδιοτέλεια, ολυμπιακό πνεύμα και παρόμοια, ενώ ο κύριος σκοπός είναι το κέρδος από κάθε πλευρά.
Το κράτος δεν θα έπρεπε να ξοδεύει ούτε κλάσμα του ευρώ για τον πρωταθλητισμό. Αυτοί οι επαγγελματίες ας επιδιώξουν τα ιδανικά τους δίχως τα λεφτά των φορολογούμενων πολιτών.
5. Ο αποκλεισμός της Παπαχρήστου – άσχετα με τα όσα έγραψα για τη γελοιότητα των Ολυμπιακών Αγώνων – είναι μία ακόμα εκδήλωση της διάχυτης υποκρισίας σε αυτόν τον χώρο.
Ο σύνολος ελληνορθόδοξος λαός της Ελλάδας δεν είναι τόσο αθώος στο θέμα του ρατσισμού. Οι Τσιγγάνοι πάντα θεωρούνταν κατώτεροι. Βεβαίως, συχνά κάποιοι από αυτούς επιδίδονταν σε κλοπές και γενικά ήταν ακάθαρτοι. Αλλά όλοι πάντα αντιμετωπίζονταν με καχυποψία ή περιφρόνηση. Και γενικά έχουμε την ίδια διάθεση απέναντι σε ξενόφερτους Έλληνες και ελληνόφωνους ξένους. Αλλά και τους Ευρωπαίους τους προσεγγίζαμε με ξενομανία και ξενοφοβία συνάμα.
Το σύνδρομο αυτό πάει πίσω στην κλασική αρχαιότητα όπου «Πας μη Έλλην, βάρβαρος». Αυτός κι αν ήταν ρατσισμός.
Και πώς αντιμετωπίζουμε τους μετανάστες σήμερα;
Ακόμα και πριν από την κρίση, τους χρησιμοποιούσαμε για «μαύρη» εργασία: πληρώνονταν ελάχιστα και στεγάζονταν ολόκληρα μπουλούκια σε μικρούς ανθυγιεινούς χώρους.
Αλλά τα τελευταία χρόνια όλοι οι πολιτικάντηδες ξαφνικά ευαισθητοποιήθηκαν κι έγιναν πολέμιοι του ρατσισμού ακόμα και εκεί που δεν υπάρχει.
Ασφαλώς κανείς δεν πρέπει να περιφρονείται και να απορρίπτεται επειδή το χρώμα του δέρματός του είναι κίτρινο ή μαύρο. Αλλά υπάρχει ένας πιο ύπουλος ρατσισμός: αυτός της ιδεολογίας. Οι αναρχοαριστεροί εξυβρίζουν και απορρίπτουν κοινωνικά στρώματα, θεσμούς και λειτουργίες όχι με λογική ανάλυση κι αιτιολόγηση αλλά σκέτη προκατάληψη. Το κέρδος, το κεφάλαιο, οι τράπεζες κλπ. είναι δαίμονες που πρέπει να μπουν στον δικό τους έλεγχο, σάμπως και αυτοί θα κάνουν καλύτερες διευθετήσεις από τους προηγούμενους καραγκιόζηδες του κομμουνισμού. Αυτή η αναρχοαριστερή νοοτροπία είναι πολύ χειρότερος ρατσισμός.
Δυστυχώς οι αξιωματούχοι στον χώρο του αθλητισμού είναι μολυσμένοι κι αυτοί ως το μεδούλι από την σοσιαλδημοκρατική νοοτροπία όπως και τα μέλη της κυβέρνησης. Οι δε τελευταίοι παριστάνουν τους «δημοκράτες» και «αντιρατσιστές» φίλους του λαού και δεν τολμούν να πάρουν μία ορθή απόφαση ή να κάνουν μία ορθή πράξη ολόκαρδα και ολοκληρωτικά. Φοβούνται μήπως και αμαυρωθεί το ίματζ τους και χάσουν μερικούς ψωραλέους ψηφοφόρους.
Είναι περίεργο. Τα μπουλούκια των «αγανακτισμένων» έχουν εξαφανιστεί: κανείς δεν φωνάζει πια για τους κλέφτες που έφεραν την χώρα στην χρεοκοπία.
Φταίει ξαφνικά η Παπαχρήστου, μία λαμπρή καθόλου ρατσίστρια Ελληνίδα αθλήτρια;
6. Στην αρχαιότητα, οι ολυμπιακοί, παρά τις φιλοδοξίες (και μερικές φρικαλεότητες πχ. στο Παγκράτιο), παρά τις χορηγίες και τον πλουτισμό των αθλητών, διαποτίζονταν από ιερότητα, πάντα συνδεδεμένη με τη Θεότητα (πολλούς θεούς έστω) και όχι μόνο με κούφια ιδεώδη. Τότε, λόγω ακριβώς αυτής της ιερότητας, όποια διένεξη, όποιος πόλεμος κι αν γινόταν μεταξύ Πολιτειών σταματούσε για να διεξαχθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, όπου ούτε γυναίκες αγωνίζονταν ούτε ομαδικά αθλήματα επιτρέπονταν.
Στον 20ο αιώνα κανένας πόλεμος δεν σταμάτησε. Αντίθετα, παρότι ο μανιακός δικτάτορας Χιτλερ οργάνωσε περίλαμπρα τους Ολυμπιακούς του 1936 και παραληρούσε με θαυμασμό για το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, εντούτοις ο πόλεμος 1939-45 συνεχίστηκε με αμείωτη αγριότητα ενώ οι Ολυμπιακοί Αγώνες σταμάτησαν.
Μετά τον πόλεμο, στους Αγώνες ελάμβαναν μέρος αθλητές από χώρες με τα πιο στυγνά φασιστικά καθεστώτα όπως η Σοβιετική Ένωση, η Ανατολική Γερμανία κλπ με τον δικό τους ιδεολογικό ρατσισμό. Τα «ιδανικά» των Αγώνων και το «Ολυμπιακό Πνεύμα» δεν είχαν την παραμικρή επίδραση σε κείνα τα καθεστώτα και στον ρατσισμό τους. Σήμερα γιατί δεν αποκλείονται αθλητές που εκπροσωπούν όμοια φασιστικά καθεστώτα από τους ευλαβείς κάπηλους των ιδεωδών;
Η κοροϊδία συνεχίζεται με την πλήρη εμπορευματοποίηση και το ντοπάρισμα. Αλλά όχι, προς Θεού, γνωματεύουν στην άγνοια ντυμένοι άψογα οι δικοί μας φανφαρόνοι, όχι ρατσιστικά αστεία!
Και βέβαια δεν διακρίνεται ούτε ίχνος ιερότητας πουθενά: μόνο ένα σούπερ-θέαμα χυδαιότητας και ανοησίας.