1. Η Εθνικοφροσύνη μας ευθύνεται για πολλά δεινά στη σύγχρονη περίοδο της χαζοχαρούμενης χώρας μας. Είναι μια βαριά άρρωστη συναισθηματική αυταπάτη, το αντίθετο του αγνού γενναιόδωρου πατριωτισμού. Και ας μη νοηθεί πως γράφω μόνο για τους δεξιούς. Η λαϊκοφροσύνη των αναρχοαριστερών είναι χειρότερη εθνικοφροσύνη.
Θέλει να μιμηθεί και νομίζει πως μπορεί να μιμηθεί τους ένδοξους προγόνους, κυρίως εκείνους που πιστεύει πως πέθαναν ηρωικά. Δεν καταλαβαίνει πως οι πρόγονοι πέθαναν ηρωικά όχι λόγω κάποιας μυσταγωγίας θανάτου, μα διότι κυρίως ζούσαν ηρωικά έχοντας κάτι αξιόλογο να υπερασπίσουν – το δίκαιο και την τιμή τους, την περιουσία και οικογένειά τους, τις ηθικές αξίες και τον όλο τρόπο ζωής τους.
Αυτό κάνουν οι άνθρωποι όλοι παντού. Δεν είναι ιδιαίτερο γνώρισμα των Ελλήνων.
Και οι απόγονοι, αν έλθει ο καιρός, θα πεθάνουν ηρωικά, όχι για να μιμηθούν Θερμοπύλες και Αλβανίες, αλλά για να αντιμετωπίσουν την πρόκληση του παρόντος: για να υπερασπίσουν το δίκαιο και την τιμή τους, την περιουσία και οικογένειά τους, τις ηθικές αξίες και τον όλο τρόπο ζωής τους.
2. Παντού πάντοτε οι άνθρωποι κάνουν ή δεν κάνουν κάτι, για καλό ή για κακό, όχι γιατί κάποιος άλλος το έκανε ή δεν το έκανε πριν από 1.000 ή 10 χρόνια, αλλά γιατί αυτό επιθυμούν οι ίδιοι να κάνουν, ή όχι, εκείνη την ώρα. Γιατί αυτό που θα κάνουν, ή όχι, τους δίνει τότε ικανοποίηση.
Μονόχνωτη, στενόμυαλη, αυτή η μεγαλαυχία της εθνικοφροσύνης αγνοεί θεληματικά την άλλη τη σκοτεινή πλευρά του ήλιου μας. Προσποιείται ακατάπαυστα πως για όλα τα δεινά μας φταίνε οι άλλοι, οι ξένοι που μας φθονούν και θέλουν να μας εκμεταλλεύονται. Μα τον Πυθαγόρα, τον Σωκράτη, τον Φωκίωνα και τους άλλους σοφούς που δίδαξαν και ζούσαν την αρετή, δεν τους θανάτωσαν ξένοι. Τους θανάτωσαν οι ντόπιοι λαϊκιστές “δημοκρατικοί” δυνάστες της εποχής τους.
Είναι στο ίδιο “αγγελικό και μαύρο φως” που ο ντόπιος Εφιάλτης έδειξε το μοιραίο μονοπάτι στους Πέρσες για να χτυπήσουν πισώπλατα τον Λεωνίδα και τους πολεμιστές του, στο ίδιο που οι αδελφοί Ετεοκλής και Πολυνείκης αλληλοσφάχτηκαν, όπως στον 20ο αιώνα με τον διχασμό και τις δικτατορίες αλληλοσφάχτηκαν πάλι χιλιάδες Έλληνες 1944-49.
Και ο φθόνος, το μίσος, η διχόνοια συνεχίζουν.
3. Σε αυτή τη Σιδερένια Εποχή του Ησιόδου, το μαύρο Καλιγιούγκα της Βεδικής Παράδοσης, πάντα θα ξεσηκώνονται αλαζονικοί, άπληστοι άνθρωποι να καταπολεμήσουν την αρετή και αριστεία για να κατακτήσουν και να διατηρήσουν τις δικές τους εφήμερες και άκαρπες εξουσίες.
Η φθηνή εθνικοφροσύνη, όχι ο πολύτιμος, σιωπηλός πατριωτισμός που αγκαλιάζει μεγαλόψυχα ακόμα και ξένα έθνη, μα το παράξενο κράμα άγνοιας, αλαζονείας και ανικανότητας, έγινε το αξίωμα και κριτήριο στην κοινωνική μας μεταπολεμική ζωή. Και τα αποτελέσματα μας κοιτούν χλευαστικά από κάθε γωνιά της σαθρής, παραλυμένης Πολιτείας του πελατειασμού.
Κάθε λαός νοιώθει φυσική υπερηφάνεια για την ένδοξη παράδοση και τη λαμπρή ιστορία του. Εντελώς φυσικά η υπερηφάνεια του μεγαλώνει, όταν η σοφία των παλαιών στοχαστών του, τα φωτεινά έργα των καλλιτεχνών του και η ανδρεία των πολεμιστών του, τέθηκαν ως θεμέλια στην οικοδόμηση του μεγάλου πολιτισμού της Δύσης.
4. Αλλά οι ίδιοι εκείνοι αρχαίοι στοχαστές μας προειδοποίησαν συμβουλευτικά: Παν μέτρον άριστον. Υπάρχει σε όλα μέτρο και αυτό είναι το άριστο.
Αλλιώς, όπως λέει ο Άραβας ποιητής Κχαλίλ Γκιμπράν – “Να λυπάστε το έθνος που δεν υψώνει τη φωνή του παρά μόνο όταν βρίσκεται σε κηδεία και δεν υπερηφανεύεται παρά μόνο όταν βρίσκεται μέσα στα αρχαία μνημεία”. (The Garden of the Prophet, μετάφραση του Ευ. Γράψα, 1974, Εκδ. Μπουκουμάνη)
Από ερείπια και μνημόσυνα έχουμε πάρα πολλά. Έχουμε και πολλά έργα ψευτο-φιλοσοφίας, ψευτο-θρησκείας, ψευτο-τέχνης.
Θα μπορούσαμε να λάμψουμε και μεις με σύγχρονα επιτεύγματα, μα αρκούμαστε στο καύχημα της κληρονομιάς και σε πασπαλίσματα εξυπνακισμού και σοφιστείας.