1. Σε προηγούμενο σημείωμα, το 134. Φιλοσοφία: Σύγχρονες γλωσσολογικές παρανοήσεις (Β’), αναφέρθηκα στη θεωρία πως η γλώσσα, σύμφωνα με τον Ντεριντά και άλλους, είναι μια συνεχής μεταφορά. Εμείς οι ανειδίκευτοι την παίρνουμε ως κυριολεκτική, διότι λησμονούμε πως κάθε χρήση λέξεων και φράσεων, έχει προέλευση σε μεταφορά.
Σαν παράδειγμα χρησιμοποίησα το ρήμα βλέπω στην έννοια ‘καταλαβαίνω’: ‘Βλέπω (ή δεν βλέπω) τι θες να πεις’. Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα όπως το συλλαμβάνω < λαμβάνω ταυτόχρονα και συνολικά: μια γυναίκα ‘συλλαμβάνει’ και μένει έγκυος˙ ένας ποιητής ‘συλλαμβάνει’ μια ιδέα για ποίημα˙ οι αστυνομικοί ‘συλλαμβάνουν’ έναν κακοποιό. Η λέξη θύμα: αυτό που προσφερόταν ως θυσίασμα: σήμερα καλύπτει και όποιον υποστεί απάτη, κλοπή, φόνο, κακοτυχία κλπ.
Αναμφίβολα, η μεταφορά είναι το πιο κοινό και σημαντικό σχήμα λόγου. Πάντα λειτουργεί ως τρόπος με τον οποίο γνωρίζουμε κάτι ως κάτι άλλο. Όταν λέμε ή πιο συχνά σκεφτόμαστε κάποιον ως ‘γάιδαρο’, εκείνη την ώρα τον θεωρούμε ως κάτι άλλο από τον γνωστό μας άνθρωπο.
2. Η μεταφορά λοιπόν δεν είναι απλώς και μόνο ένα διακοσμητικό στοιχείο. Έτσι δεν είναι τυχαίο που θεωρείται θεμελιακό μέρος της γλώσσας. Μας δείχνει νέες σχέσεις ή σχέσεις σε νέο φως.
Συλλογιστείτε τον στίχο (από το Ερωτικός Λόγος του Σεφέρη) –
Μέρες να ανοίγουνται ώριμες οι αγκάλες του ουρανού
Εδώ έχουμε τη σχέση μέρας-ουρανού και αγκαλιάς. Η μέρα κι ο ουρανός είναι φαινόμενα του φυσικού περιβάλλοντος. Η αγκαλιά είναι ανθρώπινο στοιχείο, που προσφέρει αγάπη, ανακούφιση, ασφάλεια, στήριξη, τρυφερότητα. Εδώ τώρα ο ουρανός γίνεται μια πελώρια αγκάλη που είναι η μέρα που ανοίγει κάθε πρωί ή και μεγαλώνει μετά την μικρή διάρκειά της το χειμώνα. Και οι μέρες είναι ώριμες με γλυκύτητα και σύνεση, όχι άγουρες με ανοησίες. Οι μέρες-αγκάλες του ουρανού (έδρα του Θεού) μας χωράνε και δίνουν αγάπη κι ασφάλεια, όπως ο γονιός στο παιδί του.
Υπάρχουν κάτω από την επιφάνεια των ορατών φαινομένων αόρατες σχέσεις στην υφή της ίδιας της φύσης και η μεταφορά ως εργαλείο του ευαίσθητου ποιητή τις φανερώνει και διεγείρει κάποια συγκίνηση.
3. Άλλοι θεμιτά πάνε λίγο πιο πέρα. Ο Roman Jacobson (Language in Literature, Harvard 1987), επεκτείνεται σε ακόμα ένα σχήμα λόγου, μετωνυμία, ενώ άλλοι προσθέτουν την ειρωνεία και άλλοι τη συνεκδοχή.
Η μετωνυμία κινείται από ένα πράγμα σε άλλο δείχνοντας στενή συνάφεια. Λέμε ‘πέννα’ αντί ‘συγγραφέας’ ή το ‘Μαξίμου’ αντί ‘ο πρωθυπουργός’. Έτσι γίνεται μια κίνηση από μια κατηγορία σε άλλη, συναφή, όχι όμως όμοια. Αλλά κι εδώ υπάρχουν κρυμμένες σχέσεις, συνήθως τεχνίτη και συνέργου.
Η συνεκδοχή δηλώνει μια υποκατάσταση του όλου από ένα μέρος του. Έτσι λέμε ‘Δεσποινίς 18 Μαΐων’ κι εννοούμε 18 ετών. Η ‘Χρειαζόμαστε 10 χέρια’ και εννοούμε 10 εργάτες (ένα χέρι για κάθε εργάτη). Συνάγει τις ιδιότητες του συνόλου από αυτές του μέρους, επιτρέποντας στο μέρος να αναπαριστά το σύνολο. Είναι κι αυτός ένας τρόπος να προσεγγίζουμε την πραγματικότητα.
Η ειρωνεία είναι μια αντιπαράθεση πραγματικότητας και φαινομενικότητας – κάποτε ήπια ή τρυφερή, άλλοτε έντονη ή συνταρακτική. Αντιπαραθέτει μια εικασία, πίστη ή προσδοκία με την έλευση πολύ διαφορετικής πραγματικότητας. Εγείρεται καθώς ο άνθρωπος ξεγελιέται από τα γεγονότα και προκαλεί γέλιο, αν είναι ανόητος και σοβαροφανής, ικανοποίηση, αν είναι κακός και τιμωρείται, και φόβο με συμπόνια, αν είναι αθώος ή καλός, μα τιμωρείται από ανθρώπους ή τη φύση.
4. Η παρανόηση συνίσταται στη θεώρηση της γλώσσας ως όργανο, που λειτουργεί μόνο με αυτά τα ρητορικά σχήματα και πως ένα ή όλα μαζί επεξηγούν τη σύνολη πραγματικότητα. Αυτή δεν είναι καθόλου σωστή.
Τα τέσσερα σχήματα που εξετάσαμε σίγουρα φανερώνουν αόρατες σχέσεις κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων και την επιφανειακή γνώση με την οποία συνήθως και μάλλον μηχανικά ενεργούμε. Αλλά σε καμιά περίπτωση δεν εξαντλούν την ευρύτερη και από κάποιες απόψεις ανεξερεύνητη λειτουργία της γλώσσας.
Η απλή αλήθεια είναι πως δεν γνωρίζουμε την καταγωγή της γλώσσας ούτε τη μεγάλη πολύπτυχη φύση της. Ας αφήσουμε, αυτή την εξερεύνηση για το μέλλον – αν και είχαμε μια πρώτη επαφή στα άρθρα 114. Φιλοσοφία: Βεδική γλωσσολογία και 115. Φιλοσοφία: Βεδική γλωσσολογία (B’).