1. Ο τεχνικός όρος για αυτή τη θεώρηση στη Δυτική Φιλοσοφία είναι Γνωσιολογία ή Επιστημολογία: Πώς και τι μπορούμε να γνωρίζουμε. Έτσι προσδιορίζονται τα μέσα απόκτησης γνώσης και η έκτασή της. Λέγεται Nyāya στην Ινδική Παράδοση.
Πρώτα πρώτα, η Βεδική θεώρηση ξεχωρίζει μεταξύ έγκυρης και άκυρης ή μη-έγκυρης γνώσης. Έγκυρη γνώση pramā είναι αυτή που δηλώνει έναν συσχετισμό μεταξύ του υπό εξέταση αντικειμένου, της διαδικασίας της γνώρισης και (της κατάστασης) του γνώστη. Αλλά επίσης έχει πρακτική αξία (λειτουργία κι εφαρμογή) στην καθημερινή ζωή.
Αυτό σημαίνει πως πρέπει να καταδειχθεί με ποιο τρόπο σχηματίστηκε η γνώση, να αποδειχθεί λογικά πως είναι ορθή και να έχει πρακτική σημασία: yathāvasthita-vyavahara-anuguṇa-jnānam. Οτιδήποτε άλλο είναι μη-έγκυρη πληροφόρηση. Όπως π.χ. μερικές θεωρίες στη σύγχρονη Φυσική (πχ. κβάντα, σκουληκότρυπες κλπ.) είναι για τους ειδικούς φυσικούς απόλυτα έγκυρες. Μα για την ώρα δεν έχουν πολλή πρακτική αξία για τις μάζες των ανειδίκευτων όπως εμείς. Για μας είναι μη-έγκυρη γνώση.
2. Οι διάφορες Σχολές της Ινδικής Φιλοσοφίας έχουν έναν κοινό παρονομαστή αναφορικά με τα μέσα γνώρισης. Υπάρχουν μικροδιαφορές μα συμφωνούν σε τρία κύρια μέσα.
α) pratyakṣa: άμεση παρατήρηση, αντίληψη· δηλαδή τα δεδομένα, οι εντυπώσεις, που μεταφέρουν στον νου οι 5 αισθήσεις ακοή, αφή κλπ.
Αλλά ξέρουμε πως οι αισθήσεις μπορεί να κάνουν λάθος. Μπορεί ένας κουλουριασμένος μικρός λαστιχένιος σωλήνας να περάσει για φίδι. Ή ένας κορμός κουτσουρεμένου δέντρου να μοιάζει από μακριά με άνθρωπο. Ή σε κατάσταση μέθης ή ζαλάδας τα πράγματα γύρω να φαίνονται ασταθή και θολά. Γιαυτό συχνά χρειάζεται κάποιος έλεγχος.
β) anumāna: επαγωγική, συμπερασματική λογική διαδικασία: ανάλυση, σύγκριση, αξιολόγηση, διάκριση. Πρέπει να εφαρμοστούν οι τρεις κανόνες σκέψης ή λογικής διαδικασίας. Πρώτον, η Λογική έχει τρόπους συλλογισμού (ορθούς που ισχύουν κι εσφαλμένους). Μετά είναι τρεις γενικοί κανόνες σκέψης ή επιχειρηματολογίας (εδώ απλουστεύω): ταυτότητα· μη-αντίφαση· αποκλεισμένη μέση. Υπάρχουν τώρα, δε, τρεις τιμές: αληθές, ψευδές και πιθανό. Δηλαδή, ξεκινάμε με ένα γενικά αποδεκτό, αυταπόδεικτο αξίωμα και κτίζουμε τη γνώση μας λογικά πάνω σε αυτό: π.χ. αφού 1+1 = 2 και 2+2 = 4, τότε 1+3 (= 1+2) = 4 επίσης.
γ) śabda: οι αποκαλύψεις στον Βέδα που κατηγοριοποιούνται ως śruti (Βεδικοί ύμνοι, Ουπανισάδες και παρόμοια και η Bhagavad Gītā παρότι δεν είναι śruti καθαυτή και βρίσκεται σε ένα επικό, το Mahābhārata).
Μαζί με αυτό συγκαταλέγεται και το vākya αξιόπιστη μαρτυρία από έναν αξιόπιστο άνθρωπο, έναν εξειδικευμένο ή έναν mahāpuruṣa “μεγάλο δάσκαλο”.
3. Εκτός από śruti που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν ως θεία αποκάλυψη, η Ινδική Παράδοση έχει και śāstra. Το ś προφέρεται sh (όπως αγγλικό she, shop). Αυτά δεν έχουν την αυθεντία της śruti: αυτά μπορούν να αμφισβητηθούν όπως οι Νόμοι του Μάνου, τα δυο επικά Ramāyaṇa και Mahābhāratra (εκτός το κεφάλαιο της Bhagavad Gītā) και παρόμοια κείμενα.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια μεγαλεπήβολη παράσταση με ένα δήθεν επιστημονικό επίχρισμα. Διότι απλά αντανακλούν τη βασική διαδικασία της νόησης.
Η νόηση κάθε ανθρώπου λειτουργεί απλά. Πρώτα υπάρχει παρατήρηση μέσω των αισθήσεων και η παρατήρηση και αξιολόγηση των ίδιων των εντυπώσεων (κόκκινο, μαύρο ή άλλο χρώμα, κρύο ή ζέστη, γλυκό ή λεμονάτο ή άλλη γεύση κλπ.). Μετά οι εντυπώσεις αξιολογούνται, συσχετίζονται και σχηματίζονται σε νοηματικές σκέψεις που κατηγοριοποιούνται. Αυτές πάλι τοποθετούνται και κρατιούνται στη μνήμη για όσο γίνεται.
Αλλά μαζί με όλα αυτά υπάρχουν και αξιώματα, πιστεύω και ορισμένα “αδιαπραγμάτευτα” (όπως ότι “εγώ δεν τρώω φακές” ή ελιές ή οτιδήποτε· “εγώ δεν τραγουδώ” ή δεν σηκώνομαι πριν τις 7:00· και παρόμοια.) Εδώ είναι και η πίστη μας στον Θεό ή σε κάποια θρησκεία ή, το αντίθετο, η απόρριψη της θρησκείας.
Αυτά τώρα έχουν για μας την αυθεντία της śruti. Η Καινή Διαθήκη του Χριστιανισμού είναι γεμάτη απίστευτες αντιφάσεις, μα οι πιστοί δεν ερευνούν ούτε καν θέλουν να ακούσουν για τέτοια πράγματα. Έτσι όλοι έχουμε τις αυθεντίες μας.
Θα πρέπει να επανέλθω.