Π230: Ιστορία και κριτική (7)

Π230: Ιστορία και κριτική (7)

- in Ποίηση
0

Μπορεί να γράφεις «σοβαρή δουλειά», όπως θεωρείται ίσως και από πολλούς, μα αυτή δεν είναι κατ’ ανάγκη καλή.

Τι είναι καλή; Ποίηση, για παράδειγμα;

1. Έτσι, λοιπόν, ακαδημαϊκοί και μη κριτικοί, ιστορικοί της Λογοτεχνίας, αναλυτές και διάφοροι άλλοι του ποιητικού κύκλου, μας πληροφορούν λεπτομερώς για τις γενιές ποιητών και για τάσεις και σχολές ποίησης, όπως είδαμε στα άρθρα της σειράς αυτής 225 – 229 Ποίηση, μα δεν μας λένε ξεκάθαρα ποια είναι η γνήσια, καλή, αληθινή, συγκλονιστική ποίηση και ποια όχι.

Πως ξεχωρίζουμε την καλή από την παρακατιανή, τη γνήσια από την κάλπικη;

Στις 8/1/22, στην Καθημερινή (Τέχνες και γράμματα) η Μαρία Τοπάλη έγραψε: «Η ποίηση δεν είναι κάτι αόριστο, νεφελώδες. Μπορούμε να την κρίνουμε όπως κάθε τέχνη, εφόσον όμως τη γνωρίζουμε καλά. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε με σχετική βεβαιότητα πότε πρόκειται για σοβαρή δουλειά, έστω και αν αυτή δεν είναι του γούστου μας.» Αυτή η παρατήρηση ακούγεται «σοβαρή», μα είναι μπαρούφα.

2. Δεν χρησιμοποιώ τη λέξη «μπαρούφα» ασυλλόγιστα. Η κριτική λογοτεχνία της ποίησης βρίθει από τέτοιες μπαρούφες. Διότι τι είναι «σοβαρή δουλειά»; Το επίθετο «σοβαρός» μπορεί κάλλιστα να υποδείχνει κάτι που είναι και κακοτεχνία ή, χειρότερα, εγκληματικό πρόσωπο. Καρδινάλιοι στη Βοστόνη ήταν πολύ σοβαροί άνθρωποι, της Εκκλησίας, του πνεύματος, μα κακοποιούσαν κι εκφύλιζαν αγόρια! Ο Αλ Καπόνε ντυνόταν κομψά, πήγαινε στην Όπερα, έκανε φιλανθρωπίες και παρόμοια, και θεωρούνταν «σοβαρός», μα ήταν ένας ποταπός, έκφυλος εγκληματίας.

Ο Γιάννης Ρίτσος (1909-1990) θεωρείται πολύ «σοβαρός» ποιητής. Η Τοπάλη μάλιστα αναφέρει (στο ίδιο άρθρο) πως αυτός απέσπασε το πρώτο βραβείο ποίησης το 1957 (νομίζω ήταν 1956). Πήρε και άλλες διακρίσεις και το 1977 το Βραβείο Ειρήνης Λένιν. Είναι πολυγραφότατος και μερικά ποιήματά του μελοποιήθηκαν από συνθέτες. Το 1966 τελείωσε το Ορέστης και το 1972 το Ελένη. Αυτά μάλιστα ανέβηκαν στο θέατρο σε διάφορες σκηνοθεσίες και παραστάσεις.

Οπότε, ναι, είναι πολύ «σοβαρός» και άφησε, υποθέτω «σοβαρή δουλειά»!

Μα γράφει γνήσια, καλή ποίηση;

3. Στο Ορέστης, ο πρωταγωνιστής βλέπει, γράφει ο Ρίτσος

Τ’ ασημένια φύλλα της νύχτας να πέφτουν στο ώμο σου

Το φως από το φεγγάρι και τα άστρα πέφτει όντως ασημένιο. Αλλά ποια είναι τα φύλλα της νύχτας;… Άγνωστο. Η εικόνα είναι συγχυσμένη διότι αφενός έχουμε το ασημένιο φως από φεγγάρι κι άστρα και αφετέρου έχουμε μια νύχτα-δέντρο να ρίχνει φύλλα! Πώς αντιστοιχεί η νύχτα με δέντρο;

Στο ίδιο ποίημα, ο Ορέστης βλέπει “τις ελάχιστες φρικιάσεις του μαύρου δέρματος της [νύχτας]”! Εδώ η νύχτα προσωποποιείται κι έχει μαύρο δέρμα με ελάχιστες φρικιάσεις. Τι είναι αυτά; Πως μπορεί να έχει “δέρμα” η νύχτα και τι είναι οι φρικιάσεις του; Με τι αντιστοιχούν αυτά – το δέρμα και οι φρικιάσεις του;… (Κάποιοι θα μου πουν για την ποιητική ελευθερία, σίγουρα, μα θα πρέπει να καταλάβουν πως αυτή σταματά εκεί που δεν υπάρχει αντιστοιχία με την πραγματικότητα.)

4. Πάμε τώρα στο Ελένη του 1972. Το δραματικό δήθεν Ελένη είναι από τα χειρότερα όχι μόνο του Ρίτσου μα όλης της ελληνικής λογοτεχνίας. Είναι τόσο κοινή πλέον η κακογουστιά, η έλλειψη στοιχειώδους παιδείας και κριτικής ευαισθησίας, που το έχουν ανεβάσει στη σκηνή στην Αθήνα, στην Πάτρα και αλλού.

Όλη η γραφή διαρρέει κοινοτυπία, πλατειασμό και χυδαιότητα. Μένω εδώ με δυο από τα στοιχεία της κακοτεχνίας του Ρίτσου: την ανικανότητά του να δώσει μια καλή παρομοίωση (ή μεταφορά) και τη συνήθειά του να χάνεται στο δεύτερο σκέλος της παρομοίωσης που δεν σχετίζεται με και δεν φωτίζει καθόλου το πρώτο. Παίρνω ένα μικρό απόσπασμα ως δείγμα:-

Η μυρωδιά του καφέ| περνάει απ’ το διάδρομο,

πλημμυρίζει το σπίτι, κοιτιέται στον καθρέφτη| σαν ένα πρόσωπο

κουτό, μελαχρινό, αναιδές, με αχτένιστα τσουλούφια,| με δυο

ψεύτικα γαλάζια σκουλαρίκια…

Είναι μια φτηνή απόπειρα να μιμηθεί την «κίτρινη ομίχλη» (yellow fog) του Έλιοτ στην αρχή του The Love Song of J. Alfred Prufrock.

Εδώ είναι η μυρωδιά του καφέ όχι η άχνα του (ο ατμός) που κινείται και “κοιτιέται” (=αντανακλάται) στον καθρέφτη! Η μυρωδιά δεν έχει μορφή, χρώμα, για να αντανακλάται σε καθρέφτη! Μετά, παρομοιάζεται με “πρόσωπο κουτό” κλπ. και “δυο ψεύτικα σκουλαρίκια”. Ποια αντιστοιχία μπορεί να  υπάρχει μεταξύ “μυρωδιάς καφέ” και “προσώπου”; Καμιά. Ποια μεταξύ “αχτένιστων τσουλουφιών” ή “ψεύτικων σκουλαρικιών” και μυρωδιάς καφέ; Καμιά! Ο στιχοπλόκος ξεχνά τη μυρωδιά με την οποία άρχισε και χάνεται στις λεπτομέρειες του δεύτερου σκέλους που, κανονικά, θα έπρεπε να φωτίσει το πρώτο, τη μυρωδιά του καφέ!

Ο Ρίτσος δυστυχώς είναι συνεχώς χαμένος!

5. Μπορεί να γράφεις «σοβαρή δουλειά», όπως θεωρείται ίσως και από πολλούς, μα αυτή δεν είναι κατ’ ανάγκη καλή.

Τι είναι καλή;

Κάθε τέχνη (αγγειοπλαστική, γλυπτική, οικοδομική, σχεδιαστική κ.λπ.) έχει τη φύση της που είναι κανόνες ή νόμοι. Ένα αγγείο με ραγισματιές ή που γέρνει και πέφτει δεν είναι καλό αγγείο διότι δεν συμμορφώνεται με τους νόμους της φύσης του – που είναι να μένει όρθιο και να μη στάζει. Και η ποίηση έχει τη φύση και τους νόμους της και ένα ποίημα είναι καλό ή όχι ανάλογα με τον βαθμό συμμόρφωσής του.

Κάποια ώρα θα κοιτάξουμε ενδελεχώς αυτούς του νόμους.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *